Η στάση του Βελουχιώτη απέναντι στους Βρετανούς έδενε πλήρως με την αντίληψή του, ότι ο αντικατοχικός αγώνας σύντομα θα μετατρεπόταν σε εσωτερικό αγώνα εναντίον των λυκοσυμμάχων και της ντόπιας αντίδρασης. Ο λόγος του στην απελευθερωμένη Λαμία, είναι μια αγωνιώδης έκκληση να τεθεί το ζήτημα της εξουσίας.
του Γιώργου Μιχαηλίδη
Αν σήμερα, 70 χρόνια μετά το τέλος του Άρη, έχει νόημα να καταπιανόμαστε με την προσωπικότητά του, αυτό συμβαίνει διότι ο Βελουχιώτης με την προσωπική του πορεία από τη νιότη του ως τον θάνατό του και κυρίως με τη στάση του στην περίοδο της Αντίστασης, συμπύκνωσε περισσότερο απ’ όλους το πνεύμα της μαχητικής αντίστασης και της προσήλωσης στην υπόθεση της απελευθέρωσης του λαού απ’ τους ντόπιους και ξένους δυνάστες του. Ο Άρης Βελουχιώτης παρά τη συστηματική “μαύρη” προπαγάνδα εναντίον του απ’ το επίσημο ελληνικό κράτος που τον ήθελε μανιακό, αυταρχικό, φονιά, παρά την επί δεκαετίες αποκήρυξη και μείωσή του από το ΚΚΕ, κατάφερε να επιβιώσει στη συλλογική μνήμη της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού ως ο αδιαμφισβήτητος και ανιδιοτελής φυσικός ηγέτης του αντικατοχικού αγώνα. Βάσει μιας άλλης προσέγγισης ο Βελουχιώτης επιχειρήθηκε να προβληθεί ως ένας εθνικός ήρωας, αντικομματικός και ιδεολογικά αποφορτισμένος. Είναι όμως έτσι; Ποια είναι τα βασικά συστατικά στοιχεία της προσωπικότητας του Άρη Βελουχιώτη;
Ο πρωτοκαπετάνιος του ΕΛΑΣ δεν προέκυψε ξαφνικά το ‘42 ως από μηχανής θεός στα βουνά της Ρούμελης. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που από την εφηβεία του συγκρουόταν με κάθε μορφή εξουσίας που συναντούσε μπροστά του, πατρική, καθηγητική, εργοδοτική, κρατική. Έτσι, μέσα από επικίνδυνες αποστολές, φυλακίσεις κι εξορίες γαλουχήθηκε ο αγωνιστής του ‘40. Οι εμπειρίες του στον ελληνο-ιταλικό πόλεμο, όπου ο μικρός και περιορισμένων δυνατοτήτων ελληνικός στρατός μαχόταν λίγο-πολύ με αντάρτικες τακτικές απέναντι σ’ έναν καλύτερα εξοπλισμένο ιταλικό στρατό, υπήρξαν πολύτιμες. Αυτό ήταν το μεγάλο πολεμικό σχολείο των ανθρώπων που στελέχωσαν τον ΕΛΑΣ. Εκεί έμαθαν να πολεμούν συλλογικά, χωρισμένοι σε μικρές κι ευέλικτες ομάδες και πολλές φορές εγκαταλειμμένοι από τους ανωτέρους τους.
Ο Βελουχιώτης υπήρξε απ’ τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της δημιουργίας του αντάρτικου στρατού ως απαραίτητης προϋπόθεσης για την αποτελεσματικότητα του αγώνα πλάι στο ΕΑΜ, που έως τότε είχε ως κύριο πεδίο δράσης το πεδίο της αλληλεγγύης και των εργατικών αγώνων. Ζήτησε ο ίδιος το “χρίσμα” της ηγεσίας του ΚΚΕ ώστε να διερευνήσει τις προϋποθέσεις δημιουργίας ένοπλων τμημάτων και όταν το πήρε, εκτέλεσε γρήγορα κι αποτελεσματικά το καθήκον του βοηθώντας να σπάσουν οι όποιες αμφιβολίες.
Προσέφερε τα μέγιστα στο πρώτο κρίσιμο διάστημα ώστε να τεθεί σε γερές βάσεις η ανάπτυξη του αντάρτικου. Επέβαλλε αυστηρή πειθαρχία στα τμήματά του κι έδωσε ανάσες στους κατοίκους των ορεινών περιοχών που υπέφεραν απ’ τη ληστεία, την αυθαιρεσία, τις ζωοκλοπές και την εγκατάλειψη από το κεντρικό κράτος. Αυτό ήταν κι ένα πολύ κρίσιμο ποιοτικό στοιχείο που βοήθησε στη μαζικοποίηση του ΕΛΑΣ. Ο ΕΛΑΣ στα μάτια των χωρικών δεν ήταν μόνο ο στρατός που θα αντιμετώπιζε τον κατακτητή αλλά κι ο εγγυητής της δικαιοσύνης, της ασφάλειας και της εύρυθμης λειτουργίας των τοπικών κοινωνιών.
Σε στρατιωτικό επίπεδο, ο καπετάνιος του ΕΛΑΣ, επέδειξε ξεχωριστές αρετές. Λάτρης και μελετητής από τον μεσοπόλεμο της στρατηγικής, θαυμαστής του Κλαούζεβιτς, καθοδήγησε εξαιρετικά τις πρώτες επιχειρήσεις του ΕΛΑΣ, τόσο ώστε οι αξιωματικοί της βρετανικής αποστολής να παραδεχτούν ότι “χωρίς τον Βελουχιώτη η επιχείρηση του Γοργοποτάμου δεν θα πετύχαινε”.
Πολιτικά οξυδερκής αντιλήφθηκε ίσως πρώτος απ’ όλους το βρώμικο ρόλο της Βρετανίας. Από το ‘42 ακόμα, προκάλεσε τη δυσαρέσκεια των αξιωματικών της βρετανικής αποστολής στην ορεινή Ελλάδα, όταν αποδεχόμενος, μετά από εσωτερικές πιέσεις, κάποια υλική βοήθεια για τον ΕΛΑΣ, προειδοποίησε τους Βρετανούς ότι αυτό σε καμία περίπτωση δε θα σημάνει υποχρέωση του ΕΛΑΣ απέναντί τους. Οι Βρετανοί γνωρίζοντας ότι αποτελεί την πιο συνεπή αντι-βρετανική φωνή μες στην Αντίσταση εκπόνησαν σχέδιο δολοφονίας του, το οποίο τελικά δεν τέθηκε σε εφαρμογή, ήδη απ’ το ‘43.
Η στάση αυτή του Βελουχιώτη απέναντι στους Βρετανούς έδενε πλήρως με την αντίληψή του, ότι ο αντικατοχικός αγώνας σύντομα θα μετατρεπόταν σε εσωτερικό αγώνα εναντίον των λυκοσυμμάχων και της ντόπιας αντίδρασης. Γι’ αυτό και πρέσβευε την ανάγκη γρήγορου ξεκαθαρίσματος με τους συνεργάτες των κατακτητών ή τις δήθεν αντιστασιακές δυνάμεις που ουσιαστικά επιχορηγούνταν από τη Βρετανία για να περιορίσουν τη δύναμη του ΕΛΑΣ. Η επίτευξη του διπλού στόχου που είχε θέσει το ΕΑΜ -απελευθέρωση και λαοκρατία- περνούσε αναγκαστικά μέσα από τον διμέτωπο αγώνα ενάντια στον κατακτητή και την ντόπια αντίδραση. Εδώ δε μιλάμε για μια ελληνική πρωτοτυπία, μια αδελφοκτόνα λογική που εμφανίζεται στο πέρασμα των αιώνων -όπως παρουσιάζεται συχνά- αλλά για γενικά γνωρίσματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Καθόλου τυχαία, οι παρτιζάνοι του Τίτο στη Γιουγκοσλαβία αναγκάστηκαν να συγκρουστούν αποφασιστικά με το σερβικό, μοναρχικό αντάρτικο του Ντράζα Μιχαήλοβιτς, που περισσότερο χτυπούσε τους πρώτους παρά τον κατακτητή.
Σε αυτό το σημείο ξεκινούν οι διαφωνίες του Βελουχιώτη με την ηγεσία των ΕΑΜ-ΚΚΕ, την οποία κατηγορούσε για έλλειψη αποφασιστικότητας και ενδοτισμό σ’ αυτό το μέτωπο. Η πραγματικότητα είναι ότι από τη στιγμή που οι Βρετανοί σταμάτησαν να παρέχουν οπλισμό και εφόδια στον ΕΛΑΣ, ενισχύοντας αποκλειστικά τον ΕΔΕΣ, ο ΕΛΑΣ αντιμετώπιζε μόνιμο πρόβλημα εξοπλισμού των μαχητών του. Η ηγεσία του ΚΚΕ αξιολογώντας αυτή την πραγματικότητα, όπως και την κεντρική πολιτική επιλογή της ΕΣΣΔ για αδιάρρηκτη αντι-αξονική συμμαχία, δίσταζε να προχωρήσει σε πράξεις που ενδεχομένως θα οδηγούσαν σε μια γενική ρήξη στο εσωτερικό/συμμαχικό μέτωπο.
Πεισμένος πως η ρήξη ήταν αναπόφευκτη – Αντίθετος στην πολιτική υποχωρήσεων του ΕΑΜ
Τα αλλεπάλληλα βήματα πολιτικής υποχώρησης του ΕΑΜ με τις συμφωνίες Λιβάνου-Καζέρτας όξυναν την αντιπαράθεση Βελουχιώτη – ηγεσίας Αντίστασης. Αμέτρητες είναι οι επιστολές κι οι εκκλήσεις του πρώτου προς τους δεύτερους για αναθεώρηση των έως τότε κινήσεων. Πεισμένος ότι η ρήξη είναι αναπόφευκτη έκανε κεντρικό επίδικο του γνωστού λόγου που εκφώνησε στην απελευθερωμένη Λαμία το “Ποιος-Ποιον;”. Ανεξάρτητα με τα σχήματα και τη φρασεολογία που χρησιμοποιεί ο λόγος της Λαμίας είναι ουσιαστικά μια αγωνιώδης έκκληση στον λαό και το αντιστασιακό κίνημα να θέσει το ζήτημα της εξουσίας προκειμένου να επιτευχθεί η λαοκρατία, χωρίς την οποία κάθε εθνική απελευθέρωση δε σημαίνει ουσιαστική ελευθερία για τον απλό λαό. Με διαφορετική αξιολόγηση της πραγματικότητας το ΕΑΜ και το ΚΚΕ προσπαθούν να σχηματίσουν μια πολιτική που θα βρει ισορροπίες μεταξύ Βρετανίας και ΕΣΣΔ, αναπτύσσοντας τη θεωρία της ενδιάμεσης θέσης της Ελλάδας. Δυστυχώς ο αντίπαλος δεν είναι διατεθειμένος για συμβιβασμούς. Ακόμα και μετά την ήττα στα Δεκεμβριανά, ο Άρης επιμένει να γίνουν εκείνες οι ενέργειες οι οποίες θα επιτρέψουν στον ΕΛΑΣ να ανταποκριθεί σ’ ένα νέο γύρο αγώνα εναντίον των Βρετανών και της αντίδρασης. Ζητά να κρυφτούν τα περισσότερα όπλα και να σταλούν έμπειρα στελέχη για εκπαίδευση στις λαϊκές δημοκρατίες. Ακόμα και την ύστατη στιγμή επιχειρεί να αλλάξει την πολιτική λογική της ηγεσίας του ΚΚΕ γνωρίζοντας πως ακόμα κι η πιο χαρισματική προσωπικότητα δεν μπορεί να αλλάξει τον ρου της ιστορίας αν η ορθή πολιτική τακτική δε γίνει συλλογικό κτήμα, πλειοψηφικό ρεύμα.
Παρά την πολιτική του απομόνωση επιλέγει να υπηρετήσει τον σκοπό, παρά το Κόμμα που πλέον κατά την άποψή του δρα επιζήμια γι’ αυτόν. Διαγράφεται και λοιδωρείται. Το τραγικό τέλος που βρίσκει, κυνηγημένος στο φαράγγι του Φάγκου στην Πίνδο, τρία χρόνια μετά την πρώτη εμφάνισή του στα βουνά της Ρούμελης, αντανακλά το τέλος που έχει κάθε επαναστατική προσπάθεια που αγγίζει την εξουσία αλλά δεν την κατακτά. Αξίζει να θυμόμαστε τον Άρη Βελουχιώτη ως τον πρώτο ανάμεσα στους πρώτους του απελευθερωτικού αγώνα, πολύ περισσότερο για την εικοσαετή φλόγα των αγώνων του, παρά για τη στάχτη της 16ης Ιούνη του 1945.