του Γεράσιμου Λιβιτσάνου
Τα μνημονιακά χρέη είναι μη νόμιμα, παράνομα, αθέμιτα, επονείδιστα και μη βιώσιμα». Σε αυτή την δήλωση της προέδρου της Βουλής, Ζωής Κωνσταντοπούλου συμπυκνώνονται τα προκαταρκτικά συμπεράσματα της Επιτροπής Αλήθειας για το δημόσιο χρέος που δημοσιοποιήθηκαν την εβδομάδα που πέρασε. Μία προσέγγιση που βρίσκεται σε …απόλυτο «κοντράστ» με τις συνεχείς δηλώσεις των κορυφαίων στελεχών της κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένου του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, περί πλήρους αποπληρωμής του ελληνικού χρέους! Παράλληλα, την ίδια στιγμή που οι εξελίξεις στις διαπραγματεύσεις ελληνικής κυβέρνησης – θεσμών καθιστούν παραπάνω από σαφές ότι τον βρόγχο του χρέους και των μνημονίων μπορεί να βγάλει μόνον ο ίδιος ο λαός με την πάλη του για αποδέσμευση από τις «συμπληγάδες» της Ε.Ε, καλλιεργούνται αυταπάτες περί νομικής αντιμετώπισης του ζητήματος που κινούνται μάλλον στα όρια της πολιτικής αφέλειας. Φθάνουν μάλιστα μέχρι του σημείου της επίκλησης της … καλής ψυχής του ΔΝΤ!
Χαρακτηριστικά είναι όσα άφησε να εννοηθούν την Παρασκευή σε ενημέρωση της η πρόεδρος της Βουλής, Ζωή Κωνσταντοπούλου. Υπονόησε νομικές κινήσεις σε διεθνές επίπεδο (κυρίως στο πλαίσιο του ΟΗΕ και των διεθνών δικαστηρίων) στηριγμένες στα συμπεράσματα της επιτροπής. Ενδεικτικά της λογικής αυτής ήταν άλλωστε και τα όσα δήλωσε στην συνέντευξη τύπου αφού υποστήριξε ότι με τον τρόπο που δομήθηκε και επιβλήθηκε το ελληνικό χρέος «παραβιάζεται και η νομιμότητα η οποία συγκροτείται από το πλαίσιο λειτουργίας των ίδιων των διεθνών οργανισμών και οργάνων που έχουν αναλάβει τον ρόλο του δανειστή». Πιο συγκεκριμένα επισήμανε για το …βασικό όργανο επιβολής νεοφιλελεύθερων αντιλαϊκών συνταγών στον πλανήτη, το ΔΝΤ, πως «παραβιάζεται επίσης ευθέως το ίδιο το καταστατικό και ιδίως το πρώτο άρθρο του καταστατικού του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου» που «υποχρεούται να έχει ως σκοπό την ευημερία των λαών των κρατών-μελών και τη διασφάλιση πλήρους απασχόλησης», ενώ επίσης «παραβιάζεται ο καταστατικός χάρτης της Ευρωπαϊκής Ενωσης», αφού «καταστατικός σκοπός της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ο σκοπός της ευημερίας των λαών και των κοινωνιών». Αυτά, σημείωσε η Ζ.Κωνσταντοπούλου, είναι «επιχειρήματα και άξονες αναπόδραστοι από την διεθνή συζήτηση και από την διαπραγμάτευση».
Η ίδια λογική διέπει και τα συμπεράσματα της επιτροπής, αφού υποστηρίζεται ότι η κυβέρνηση «νομιμοποιείται να αξιοποιήσει όλα τα εργαλεία και όλα τα επιχειρήματα για την αμφισβήτηση και την διαγραφή του χρέους σε κάθε δε περίπτωση για την αναστολή κάθε ενέργειας αποπληρωμής του, όσο αυτή θέτει σε διακύβευση την επιβίωση, τα θεμελιώδη κοινωνικά και οικονομικά δικαιώματα του λαού και την ίδια την Δημοκρατία». Επίσης τονίζεται ότι τα μέτρα που πάρθηκαν για την εξυπηρέτηση του χρέους «έπληξαν άμεσα τις συνθήκες ζωής του ελληνικού λαού και παραβίασαν τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα οποία ωστόσο οφείλουν, τόσο η Ελλάδα όσο και οι εταίροι της, να σέβονται, να προστατεύουν και να προάγουν σύμφωνα με το εσωτερικό, το ευρωπαϊκό και το διεθνές δίκαιο». Στην ίδια λογική άλλωστε κινήθηκαν και οι τοποθετήσεις του επιστήμονα-επικεφαλής της επιτροπής Ερίκ Τουσέν που για μία ακόμη φορά επισήμανε ότι ο λογιστικός έλεγχος του χρέους αποτελεί καταστατική υποχρέωση της Ε.Ε που δεν εφαρμόζεται.
Σύμφωνα με τα βασικά συμπεράσματα στα οποία κατέληξε η επιτροπή «η διόγκωση του χρέους δεν οφειλόταν στις δήθεν υπέρμετρες δημόσιες δαπάνες» αλλά «στην πληρωμή εξαιρετικά υψηλών επιτοκίων δανεισμού στους πιστωτές, στις υπερβολικά υψηλές και αδικαιολόγητες στρατιωτικές δαπάνες, στην απώλεια φορολογικών εσόδων εξαιτίας των αθέμιτων εκροών κεφαλαίου, στην ανακεφαλαιοποίηση ιδιωτικών τραπεζών από το κράτος, και στις διεθνείς ανισορροπίες οι οποίες δημιουργήθηκαν από την ελαττωματική σχεδίαση της ίδιας της Νομισματικής Ένωσης». Επίσης ειδικά για την δανειακή σύμβαση του 2010 επισημαίνεται ότι «αποσκοπούσε πρωταρχικά στη διάσωση των ελληνικών και άλλων ευρωπαϊκών ιδιωτικών τραπεζών». Στα βασικά συμπεράσματα γίνεται λόγος για μηχανισμούς που «δημιούργησαν ένα βαρύ φορτίο νέου χρέους προς τα άλλα κράτη της ευρωζώνης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ, EFSF), ενώ παράλληλα παρήγαγαν καταχρηστικά κόστη, βαθαίνοντας έτσι ακόμη περισσότερο την κρίση» ενώ σημειώνεται πως «το μεγαλύτερο μέρος των δανειακών κεφαλαίων μεταβιβάστηκε απευθείας στους χρηματοπιστωτικούς θεσμούς. Αντί να ωφελήσουν την Ελλάδα επιτάχυναν, με τη χρήση χρηματοπιστωτικών εργαλείων, τη διαδικασία των ιδιωτικοποιήσεων».
Στην ίδια έκθεση σημειώνεται ότι επιβλήθηκαν δανειακές συμβάσεις που «εξάλειψαν άμεσα την οικονομική βιωσιμότητα του χρέους» αφού «μείωσαν το ΑΕΠ και αύξησαν τον δημόσιο δανεισμό, επιβαρύνοντας επομένως την αναλογία δημόσιου χρέους / ΑΕΠ».