του Μάκη Γεωργιάδη
Η επικαιρότητα του μηνύματος της μεγάλης αντιφασιστικής νίκης των λαών στις μέρες μας είναι κάτι περισσότερο από πρόδηλη. 70 χρόνια συμπληρώθηκαν χθες από την τυπική συντριβή του ναζιστικού τέρατος στη Γηραιά Ήπειρο. Η μεγαλειώδης όσο και πολυαίμακτη επικράτηση πρωτίστως της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ένωσης και των ευρωπαϊκών λαών στα πεδία των μαχών ιδιαίτερα στις μέρες μας βρίσκεται όχι απλώς υπό αμφισβήτηση από τους κυρίαρχους κύκλους του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού αλλά υπό συνεχή συκοφάντηση, απειλή και διωγμό. Δυστυχώς σε θεωρητικό και ιδεολογικό επίπεδο η από δεκαετίες διάβρωση της μνήμης διά της συστηματικής αναθεώρησης της ιστορίας προσλαμβάνει χαρακτηριστικά πανδημίας στο «δυτικό στρατόπεδο», με τις πολιτικές εκφάνσεις αυτής της διαδικασίας να φτάνουν πλέον στην ανοιχτή υποστήριξη νεοναζιστικών και νεοφασιστικών δυνάμεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία.
Φυσικά, το κεφάλαιο δεν απεμπόλησε ποτέ από τις εφεδρείες του το «σιδερένιο χέρι» της επιβολής του στα δύσκολα και σε περιόδους κρίσης. Εκεί όμως που δεν αρκούν η στρατιωτική, η οικονομική και η γεωπολιτική ισχύς της μονοκρατορίας του, έρχονται ως συνεπής πολιτική επιλογή η αποσιώπηση και η παραχάραξη της ιστορικής αλήθειας με πρακτικές που εδραιώνονται το τελευταίο τέταρτο του 20ού αιώνα. Από αυτή την άποψη η απάντηση της ΕΕ, του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ και όλων των ιμπεριαλιστικών σχηματισμών είναι ένας πρωτοφανής αντικομμουνισμός που διαχέει ιδεολογήματα με αιχμή του δόρατος την εξίσωση του ναζισμού και του κομμουνισμού, τις θεωρίες περί ολοκληρωτικών και ανελεύθερων καθεστώτων στις άλλοτε «σοσιαλιστικές χώρες», προβάλλοντας μάλιστα, ακόμη και με χαλκευμένα ντοκουμέντα, τα «εγκλήματα του σοσιαλισμού». Η εφαρμογή επί χάρτου και επί του πεδίου όλων αυτών των πρακτικών και των πολιτικών αποδεικνύεται με τον τραγικότερο τρόπο στην Ουκρανία, όπου ΗΠΑ και ΕΕ διαγκωνίζονται, σε συνεργασία με κολαούζους και δορυφόρους όπως η Πολωνία, η Λιθουανία και άλλες χώρες, για να τη διαμελίσουν με βασικό μοχλό τους νεοναζί και τους φασίστες, τους οποίους έχουν καταφέρει να εγκαταστήσουν στα πόστα εξουσίας.
Η κλιμάκωση της αντικομμουνιστικής εκστρατείας άρχισε προτού καν ολοκληρωθεί ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, αλλά δεν είχε πάντα τα ίδια ποιοτικά χαρακτηριστικά. Άλλωστε η τότε Σοβιετική Ένωση επικρατούσε στρατιωτικά με τεράστιο κόστος σε ανθρώπινες ζωές και σε υλικές υποδομές, αλλά ταυτόχρονα ενέπνεε ένοπλες επαναστάσεις και απελευθερωτικά κινήματα, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα κατέλαβαν και την εξουσία στις χώρες που αποτέλεσαν άλλοτε το «σοσιαλιστικό στρατόπεδο». Από αυτή την άποψη οι ατομικές βόμβες στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι δεν ήταν παρά το εναρκτήριο λάκτισμα του ψυχρού πολέμου και είναι ασφαλώς απορίας άξιο γιατί η ρίψη δύο ατομικών βομβών σε άμαχο πληθυσμό, στην υπό κατάρρευση και έτοιμη να συνθηκολογήσει Ιαπωνία, δεν ήταν μια ακόμη φασιστική ενέργεια την οποία οι ναζί την είχαν απλώς ίσως στη φαντασία τους.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Χάρι Τρούμαν απέδωσε μεγάλη σημασία στους ιστορικούς των Ηνωμενων Πολιτειών που θα αναλάμβαναν να γράψουν την ιστορία καθώς, όπως ήδη αναφέραμε, η στρατιωτική και η οικονομική ισχύς από μόνες τους δεν επαρκούν. Άλλωστε αμερικανικές εταιρείες και τράπεζες στήριζαν κι εκτελούσαν παραγγελίες της ναζιστικής Γερμανίας. Το μεταπολεμικό γερμανικό κράτος στήθηκε και στηρίχτηκε τόσο από τα «μετριοπαθή» ναζιστικά υπολείμματα και τη βοήθεια των ξένων δυνάμεων με πρώτες τις ΗΠΑ, αλλά πάντοτε οι ίδιοι κεφαλαιοκράτες ανέλαβαν την ανοικοδόμηση της ισοπεδωμένης Γερμανίας. Οι ίδιοι που ήταν και συνεργάτες των ναζί και ακόμη και σήμερα εμπλέκονται παντού στην υφήλιο, και όχι μόνο στην Ευρώπη, σε σκάνδαλα διαφθοράς (βλ. Ζίμενς, Τίσεν Γκρουπ κ.λπ.). Η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση δομήθηκε ήδη από τη δεκαετία του 1950 και την περίφημη ΕΚΑΧ με απώτερο πολιτικό στόχο την αντιμετώπιση του σοσιαλιστικού στρατόπεδου.
Μετά τη λήξη του ψυχρού πολέμου, την οποία σηματοδότησε η πτώση του τείχους του Βερολίνου και η κατάρρευση των καθεστώτων στα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης, μια νέα ιστορική φάση αρχίζει στη Γηραιά Ήπειρο. Η επανένωση της Γερμανίας και ο διαμελισμός της Γιουγκοσλαβίας από ΕΕ και ΝΑΤΟ εισάγουν τους λαούς της Ευρώπης σε μια νέα εποχή αιματηρών διενέξεων που συνεχίζεται με το φασισμό να ελλοχεύει σε όλη την ήπειρο. Η κορύφωση της διαδικασίας ολοκλήρωσης της ΕΕ συνδέεται με την επέκταση προς Ανατοιδεολογία γίνεται ο αντικομμουνισμός. Ακόμη και σε επίπεδο συμβολισμών η ΕΕ καθιερώνει την 9η Μαΐου ως Ημέρα της Ευρώπης, χωρίς καμία ουσιαστική αναφορά στη μεγάλη αντιφασιστική νίκη και τη συντριβή του ναζισμού. Και σ’ αυτό το «βασίλειο της ελευθερίας» κομμουνιστικά κόμματα απαγορεύονται σε μια σειρά χώρες (Λιθουανία Λετονία, Τσεχία ακόμη και στη Γερμανία). Πρωταγωνιστές και συνεργάτες του φασισμού αποκαθίστανται, καθώς η ιστορία πλαστογραφείται και παραχαράσσεται με την ενορχήστρωση της ΕΕ και των οργάνων της. Μια φοβερή βιομηχανία προπαγάνδας με χρηματοδότες το ίδιο το Ευρωκοινοβούλιο, κοινοβουλευτικές ομάδες, μυστικές υπηρεσίες και πολυεθνικές παράγει από ταινίες και βιβλία αναθεώρησης της ιστορίας μέχρι εκπαιδευτικά προγράμματα και πανεπιστημιακά συγγράμματα που συγκροτούν κυρίαρχο ιδεολογικό πόλο. Έναν πόλο που, στην καλύτερη περίπτωση, κρατά «ίσες αποστάσεις» από τη χιτλερική Γερμανία και την πρώην ΕΣΣΔ, που αποδομεί και λοιδορεί προσωπικότητες σαν τον Λένιν και καθαγιάζει ναζιστικά αποβράσματα όπως ο Στεπάν Μπαντέρα στην Ουκρανία. Με τη συνδρομή της ΕΕ και της Γερμανίας οι φασίστες του Κιέβου εκτελούν αδιακρίτως αντιφρονούντες, βεβηλώνουν και ξηλώνουν αντιφασιστικά μνημεία, ενώ με νόμο της κυβέρνησης Ποροσένκο αποφασίστηκε η κατάργηση και αφαίρεση όλων των παλαιών συμβόλων από τα δημόσια κτήρια και η μετονομασία οδών και πλατειών που το όνομά τους θυμίζει κάτι από το σοβιετικό παρελθόν. Όποιος ουκρανός πολίτης αρνηθεί το κατασκευασμένο ιδεολόγημα ότι για το λιμό του 1932-1933 ευθύνονται οι μπολσεβίκοι απειλείται με πρόστιμο.
Ωστόσο το μείζον στην Ουκρανία δεν είναι πλέον η αποσιώπηση από τα δυτικά ΜΜΕ των τεκταινομένων στη χώρα ή η αναθεώρηση της ιστορίας. Είναι η ανθρωποσφαγή που συντελείται με ευθύνη των φασιστών του Κιέβου, της ΕΕ, των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.
Το γεγονός ότι η επέτειος της μεγάλης αντιφασιστικής νίκης των λαών γίνεται πεδίο εκμετάλλευσης από ένα εξίσου αυταρχικό, διεφθαρμένο και καταπιεστικό καθεστώς όπως αυτό του Βλ. Πούτιν στη Ρωσία δεν αιτιολογεί σε καμία περίπτωση την επίσημη θέση της ΕΕ για υποβάθμιση μιας τέτοιας κομβικής σημασίας ημερομηνίας. Η προέλαση του Κόκκινου Στρατού, το τσάκισμα της ναζιστικής πολεμικής μηχανής και η κόκκινη σημαία στο Ράιχσταγκ στις 30 Απρίλη του 1945 είναι η αλήθεια της ιστορίας. Και τα εδάφη στα οποία προήλαυνε ο Κόκκινος Στρατός από Ανατολή προς Δύση ήταν εδάφη απελευθερωμένα από τον ναζιστικό ζυγό και όχι κατεχόμενα, όπως θέλει η νέα αναθεωρητική προπαγάνδα. Τα γεγονότα αυτά και η θυσία εκατομμυρίων ανθρώπων δεν μπορούν να αποκρύπτονται, να αμαυρώνονται και να συνδέονται με τα σοβαρά σφάλματα και τις παραλείψεις ενός ιδιότυπου εκμεταλλευτικού καθεστώτος που υπήρχε στην πρώην ΕΣΣΔ και σίγουρα δεν αποτελούσε διαφήμιση μιας απελευθερωτικής κοινωνίας των μεγάλων κομμουνιστικών οραμάτων.
Έτσι δεν μπορεί από την άλλη πλευρά η επέτειος της αντιφασιστικής νίκης να μετατρέπεται σε ευκαιρία για άκριτους απολογητές των καθεστώτων του πάλαι ποτέ «υπαρκτού» να τα βλέπουν όλα τέλεια και να αποδίδουν σε συνωμοσίες και εξωτερικούς παράγοντες την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και των άλλων χωρών του σοσιαλιστικού στρατοπέδου. Ωστόσο, η άλλοτε ΕΣΣΔ με τα 23 εκατ. νεκρούς, τις 1.700 κατεστραμμένες πόλεις και τα 32.000 χωριά που ισοπεδώθηκαν ή κάηκαν αξίζουν την τιμή και το σεβασμό όλων των λαών που μάτωσαν στην πάλη εναντίον του ναζισμού. Ειδικότερα η Ελλάδα, που αναλογικά με τον πληθυσμό της πλήρωσε και το βαρύτερο φόρο αίματος, θα έπρεπε να εκπροσωπηθεί στις εκδηλώσεις για την 9η Μαΐου στη Μόσχα στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο έστω και για συμβολικούς λόγους. Αντ’ αυτού η κυβέρνηση προτίμησε να μη χαλάσει τη σούπα της ΕΕ και της επίσημης γραμμής υποβάθμισης της επετείου που ακολούθησαν σχεδόν όλοι οι ευρωπαίοι ηγέτες με αφορμή το εμπάργκο εναντίον της Ρωσίας και εκπροσωπήθηκε από την τρίτη τη τάξει σε πολιτειακό αξίωμα πρόεδρο της Βουλής.
Έχει σημασία να διατηρηθεί ζωντανή η μνήμη της θυσίας όσων έπεσαν μαχόμενοι εναντίον του φασισμού σε όλη την Ευρώπη. Ας γίνει οδηγός η αυταπάρνηση, το σθένος και η αυτοθυσία τόσων κομμουνιστών και ειδικότερα των Ελλήνων που πότισαν με το αίμα τους το χώμα που απελευθερώθηκε τότε από τον ναζιστικό ζυγό και τώρα απειλείται από οικονομικές δικτατορίες, ασύδοτες αγορές, καθώς και τον ίδιο απροκάλυπτο φασισμό όπως τότε. Μόνο έτσι θα κερδηθεί και πάλι η μάχη εναντίον του φιδιού που έχει εκκολαφθεί εκ νέου. Η συλλογική μνήμη του λαού και του εργατικού κινήματος όμως είναι τόσο δυνατή που, όπως λέει και ο στίχος,«όσες αλήθειες κι αν κάψουν, στο φως δεν βάζουν φωτιά».