του Λεωνίδα Βατικιώτη
Εκ βάθρων πολιτική ανατροπή προκαλεί η καθαρή νίκη, με ποσοστό 51,5%, του 43χρονου Αντρέι Ντούντα στις προεδρικές εκλογές της Πολωνίας την προηγούμενη Κυριακή. Παρότι ο ρόλος του προέδρου είναι σχεδόν διακοσμητικός, διατηρώντας ωστόσο το προνόμιο να είναι επικεφαλής των Ενόπλων Δυνάμεων, η εκλογική του νίκη που διέψευσε το σύνολο των προεκλογικών προβλέψεων στρώνει το έδαφος για τη νίκη του κόμματός του Νόμος και Δικαιοσύνη στις βουλευτικές εκλογές του Οκτωβρίου. Επομένως κάθε άλλο παρά επιφανειακή είναι η αλλαγή που επήλθε στην έκτη μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ.
Το συμπέρασμα, για το βάθος των επικείμενων πολιτικών αλλαγών, διαπιστώνεται εύκολα από το πρόγραμμα και τις εξαγγελίες του νέου και άγνωστου μέχρι πρότινος προέδρου. Ο νέος πονοκέφαλος λοιπόν της Μέρκελ ορίζεται από ένα ασυνήθιστα για τη Δυτική Ευρώπη, αλλά πολύ οικείο στην Ανατολική, πλαίσιο πολιτικού συντηρητισμού και κοινωνικά φιλολαϊκής πολιτικής εντός, μίσους για την ΕΕ και επικίνδυνης προσκόλλησης στις ΗΠΑ εκτός. Σε αυτό το πλαίσιο οι πλευρές εμφανώς ανά δύο πολιτικά αντίκεινται…
Ειδικότερα: Ο Ντούντα έχει υποσχεθεί να επιβάλει την επιστροφή εξουσιών από την ΕΕ στην Πολωνία, κατ’ αντιστοιχία παρεμφερών βρετανικών αιτημάτων, ανακόπτοντας με σαφή τρόπο μια τάση περαιτέρω ενσωμάτωσης στην ΕΕ όπου εντάχθηκε το 2004, ακόμη και υιοθέτησης του ευρώ. Η στάση του Ντούντα βρίσκει σύμφωνη την πολωνική κοινωνία, όπου το 70% διαφωνεί καθαρά με την προοπτική υιοθέτησης του ευρώ, και μόνο ένα ποσοστό 25% τάσσεται υπέρ της ένταξης στην ευρωζώνη. Επιπλέον ο Ντούντα έχει υποσχεθεί αύξηση του αφορολόγητου ορίου κατά 50%, από τα 800 στα 1.200 δολ., ακύρωση της αύξησης του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης στα 67 έτη και δύο ακόμη μέτρα που πλήττουν ευθέως το ξένο κεφάλαιο: Τη μετατροπή των δανείων σε ελβετικό φράγκο που έχουν πάρει οι Πολωνοί σε τοπικό νόμισμα, ό,τι ακριβώς είχε κάνει κι ο ούγγρος πρωθυπουργός Όρμπαν προ τριετίας, το οποίο αναμένεται να προκαλέσει στο τραπεζικό σύστημα κόστος 61 δισ. ευρώ. Αυτή την επιπλέον επιβάρυνση ωστόσο θα τη χρεωθούν σχεδόν αποκλειστικά η ιταλική τράπεζα Ουνικρέντιτ, η ισπανική Σανταντέρ κι η γερμανική Κόμερτσμπανκ, καθώς αυτές ελέγχουν το τραπεζικό σύστημα. Η Δυτική Ευρώπη θα πληρώσει επιπλέον το κόστος των μέτρων προστασίας υπέρ του εγχώριου λιανεμπορίου, καθώς αυτό ελέγχεται σε συντριπτικό βαθμό από τη γαλλική Καρφούρ, τη βρετανική Τέσκο και την πορτογαλική Τζερόνιμο Μάρτινς.
Τα παραπάνω φιλολαϊκά μέτρα, που εξυπηρετούν ωστόσο και πολωνικά αστικά συμφέροντα, συμπληρώνονται από ένα υπεραντιδραστικό κι επικίνδυνο μείγμα εξωτερικής πολιτικής που ζητάει την εγκατάσταση μόνιμων βάσεων του ΝΑΤΟ στα πολωνικά εδάφη κι επιπλέον κυρώσεις κατά της Ρωσίας, με αφορμή την Ουκρανία.
Η εκλογική επιτυχία του Ντούντα, που στηρίχθηκε στις αγροτικές περιοχές όπου πλειοψήφησε με 62% (ενώ ο αντίπαλός του Μ. Κομορόφσκι κέρδισε τις πόλεις με 59%) και τις ανατολικές επαρχίες που συνορεύουν με Ουκρανία, Λευκορωσία και Βαλτικές (με τον αντίπαλό του να πλειοψηφεί σε όλες τις δυτικές συνοριακές με τη Γερμανία και την Τσεχία) κι ευρύτερα η ικανότητα μιας σύγχρονης κι απαξιωτικά επονομαζόμενης λαϊκίστικης Δεξιάς να εκφράζει τη λαϊκή δυσαρέσκεια είναι το τίμημα που πληρώνει η Αριστερά λόγω της απροθυμίας της να συγκρουστεί με την ΕΕ και τη Γερμανία και της ανικανότητάς της να επικοινωνήσει με τα εργατικά και τα λαϊκά συμφέροντα.