Την πορεία του ΠΑΣΟΚ που από 44% το 2009 πήρε 4,68% το 2015 θα ακολουθήσει και ο ΣΥΡΙΖΑ, αν δεν υλοποιήσει τις προεκλογικές του δεσμεύσεις και συνεχίσει τις υποχωρήσεις, υπογραμμίζει η Δέσποινα Σπανού, μέλος της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ και υπεύθυνη εργατικής πολιτικής, στη συνέντευξη που έδωσε στο Πριν.
Συνέντευξη στον Λεωνίδα Βατικιώτη
– Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας χαρακτήρισε στο διάγγελμά του τη συμφωνία του Γιούρογκρουπ της 20ής Φεβρουαρίου σημαντική διαπραγματευτική επιτυχία. Εσείς πώς την αποτιμάτε;
– Την αποτιμώ ιδιαιτέρως αρνητικά, αφού οι όροι και οι προϋποθέσεις που τίθενται από τους δανειστές παραπέμπουν ουσιαστικά σε υλοποίηση του παρόντος προγράμματος και σε νέα αξιολόγηση πριν από την ολοκλήρωση της οποίας δεν θα καταβληθεί ούτε ένα ευρώ στην Ελλάδα. Άλλωστε και οι τελευταίες εξελίξεις στην Κύπρο και οι δηλώσεις του προέδρου της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι αποδεικνύουν ότι η χώρα οδηγείται σε οικονομική ασφυξία προκειμένου να υποχωρήσει πλήρως στις απαιτήσεις τους.
Εξάλλου, η «δημιουργική ασάφεια» που επικαλείται ο υπουργός Οικονομικών Γ. Βαρουφάκης ουσιαστικά είναι δημιουργική σαφήνεια, αφού το περιεχόμενο του email που στάλθηκε είναι στο πλαίσιο των επιβεβλημένων δεσμεύσεων από τις συμφωνίες των προηγουμένων κυβερνήσεων.
Ιδιαίτερα για τα ζητήματα που αφορούν μισθούς και συντάξεις, κοινωνικό κράτος για τα οποία είχαν αναληφθεί ιδιαίτερες δεσμεύσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ και είχαν κατατεθεί σχέδια νόμου, το πλαίσιο που τίθεται είναι ιδιαιτέρως αποκαλυπτικό: Πρώτο, συνέχιση του εκσυγχρονισμού του ασφαλιστικού συστήματος (ο μόνος εκσυγχρονισμός που είδαμε μέχρι τώρα είναι η προσπάθεια πλήρους κατάρρευσής του – έχουν χαθεί 33 δισ. μέσα σε τέσσερα χρόνια). Δεύτερο, συλλογικές διαπραγματεύσεις υπό την αίρεση της έγκρισης από το κράτος και τους θεσμούς και, τρίτο, μισθοί που να είναι στο πλαίσιο της ανταγωνιστικότητας.
Βέβαια -για να μην είμαι άδικη- ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε στις προγραμματικές του δηλώσεις τις προεκλογικές υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ για τα εργασιακά, όμως η υλοποίησή τους προϋποθέτει μάχη και αγώνα και από τους ίδιους τους εργαζόμενους.
– Η ηγεσία του κόμματος ισχυρίζεται ότι βρέθηκε ενώπιον σοβαρών πιέσεων και της απειλής να επαναληφθεί ό,τι έγινε στην Κύπρο τον Μάρτιο του 2013. Δεν τις θεωρείτε επαρκείς δικαιολογίες για την υποχώρηση που έγινε;
– Αυτό είναι αλήθεια, όμως η ηγεσία του κόμματος -και αναφέρομαι στην πλειοψηφία- όφειλε να γνωρίζει τις δυσκολίες. Ήταν αφελές να πιστεύουν ότι στα πλαίσια της ευρωζώνης και των ευρωπαϊκών θεσμών θα μπορούσε να επιλυθεί το θέμα και μόνο με διαπραγμάτευση και φυσικά είναι εντελώς παράλογο να πηγαίνεις σε διαπραγματεύσεις χωρίς σχέδιο Β σε περίπτωση απόρριψης εκ μέρους των συνομιλητών των προτάσεων σου (πράγμα που λογικά είναι το πλέον πιθανό) ή να μην είσαι προετοιμασμένος και για γενικότερες ρήξεις.
Επομένως δεν είναι επαρκείς οι δικαιολογίες για τη μη προετοιμασία και πρέπει ακόμα και τώρα να υπάρξει σχέδιο και να ενημερωθεί ο λαός.
– Λέγεται επίσης ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε εντολή από τους ψηφοφόρους του για ρήξη με την ευρωζώνη και την ΕΕ. Άρα δεν μπορούσε να διαπραγματευτεί πιο σκληρά. Δεν συμφωνείτε;
– Ο ΣΥΡΙΖΑ πρώτα από όλα είχε εντολή για υλοποίηση του προγράμματός του. Αν υπαναχωρήσει για να μην έλθει σε ρήξη με την ευρωζώνη και την ΕΕ, σημαίνει ότι έρχεται στις θέσεις και τη λογική της προηγούμενης κυβέρνησης. Κατά τη γνώμη μου, αν συνεχιστούν οι εκβιασμοί πρέπει να είμαστε έτοιμοι και αποφασισμένοι για στάση πληρωμών.
– Πώς αξιολογούν οι ψηφοφόροι και τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ τον πρώτο μήνα της κυβέρνησης;
– Μέχρι στιγμής η αποδοχή της κυβέρνησης από την κοινή γνώμη και τους ψηφοφόρους είναι θετική. Ο ελληνικός λαός, ακόμη και ψηφοφόροι της ΝΔ είχαν ανάγκη να αισθανθούν περηφάνια και αξιοπρέπεια απέναντι σε όλη αυτή την ταπείνωση που είχαν υποστεί τα προηγούμενα χρόνια.
Εξαρτάται όμως από την κυβέρνηση αν αυτό θα συνεχισθεί. Αν έχουμε υπαναχώρηση και συμβιβασμούς, αυτό το πολιτικό κεφάλαιο θα εξαντληθεί πολύ γρήγορα.
Θέλω να τονίσω εδώ ότι η ανάγκη για συνέπεια και αγωνιστικότητα ώστε να μην έχουμε απογοητεύσεις δεν αφορά μόνο τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά ολόκληρη την Αριστερά και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, διότι υπάρχει μετά κίνδυνος συνολικής απαξίωσης και ενίσχυση των ακροδεξιών-ρατσιστικών μορφωμάτων.
– Όλα τα προηγούμενα χρόνια οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ στον Πειραιά είχαν τη δική τους σημαντική συμβολή στην πάλη ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του λιμανιού του Πειραιά. Είδαμε ωστόσο τον πρωθυπουργό να κάνει ανοίγματα στην Κίνα με αφορμή το χαιρετισμό του σε πλοίο του κινέζικου στόλου και τον υπουργό Οικονομικών Γ. Βαρουφάκη, σε ένα διάλειμμα από τις συνεντεύξεις του, να επισκέπτεται την COSCO, προαναγγέλλοντας την επέκτασή της στον Πειραιά. Δεν είναι όλα αυτά διάψευση των προεκλογικών εξαγγελιών;
– Το πρόβλημα δεν αφορά μόνο το λιμάνι του Πειραιά αλλά όλες τις ιδιωτικοποιήσεις. Ακόμη και να δεχθούμε ότι για το λιμάνι η κυβέρνηση δεν θέλει να έρθει σε ρήξη με την Κίνα, για να μην ανοίξει πολλά μέτωπα, υπάρχουν οι υπόλοιπες ιδιωτικοποιήσεις. Ήδη προχθές ο υπουργός Οικονομικών σε συνέντευξή του ανακοίνωσε την ιδιωτικοποίηση του ΟΣΕ, δήλωση που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, όπως ότι κι άλλες που έγιναν (ΟΠΑΠ) αντί πινακίου φακής, και για τις οποίες υπήρχαν δεσμεύσεις ότι θα επανεξετασθούν, δεν θα επανεξεταστούν. Το θέμα των ιδιωτικοποιήσεων είναι μέγα ζήτημα διότι μαζί με το θέμα των τραπεζών (που παραμένουν στους ίδιους τραπεζίτες) είναι η βασική προϋπόθεση για την όποια παραγωγική συγκρότηση της χώρας. Θα υπάρξουν αντιδράσεις -υπάρχουν ήδη και από τον αρμόδιο υπουργό Παν. Λαφαζάνη- αλλά απαιτούνται ολόκληροι αγώνες.
Το χρέος ούτε το αποφάσισε ούτε το δημιούργησε ο λαός – Η αποπληρωμή του σημαίνει συνέχιση των μνημονιακών πολιτικών
– Ποια εκτιμάτε πως είναι τα σχέδια των πιστωτών για το ελληνικό χρέος;
– Οι πιστωτές με βάση το χρέος θέλουν να πνίξουν τη χώρα, την κοινωνία ολόκληρη, και να επιβάλουν την πιο σκληρή μονεταριστική πολιτική που να αποτελέσει παράδειγμα και για τους υπόλοιπους ευρωπαϊκούς λαούς.
– Τι πρέπει να γίνει κατά τη γνώμη σας με το δημόσιο χρέος;
– Διαγραφή είναι η μόνη λύση. Ήδη από το 2011 είχε συγκροτηθεί επιτροπή για τον λογιστικό έλεγχο του χρέους, που όμως συνάντησε την αντίδραση της τότε κυβέρνησης. Ανεξαρτήτως όμως του ελέγχου, η μόνη λύση είναι η διαγραφή. Άλλωστε το χρέος αυτό ούτε το αποφάσισε ούτε το δημιούργησε ο ελληνικός λαός.
– Δεδομένου ότι στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ υπήρχε απόφαση για διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους με λογιστικό έλεγχο, ποια πρέπει να είναι η αντίδραση της κοινωνίας και του κόσμου του ΣΥΡΙΖΑ σε περίπτωση που η κυβέρνηση υποχωρήσει από αυτή τη δέσμευση;
– Η αντίδραση της κοινωνίας και του κόσμου του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι μεγάλη δεδομένου ότι από το χρέος εξαρτώνται τα πάντα. Αν όλα τα έσοδα προορίζονται για την αποπληρωμή του χρέους και εξαιτίας αυτού επιβάλλονται πολιτικές λιτότητας, τίποτε δεν μπορεί να γίνει. Θα συνεχισθούν οι μνημονιακές πολιτικές των τελευταίων ετών. Η μεγαλύτερη μάλιστα υπαναχώρηση που περιλαμβάνεται στο email του Γ. Βαρουφάκη είναι η ουσιαστική αναγνώριση του χρέους. Τα ζητήματα όμως εξακολουθούν να είναι «ανοικτά», οι μάχες είναι μπροστά μας και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι καταδικασμένος να αγωνιστεί, διαφορετικά δεν θα υπάρχει. Ο ΣΥΡΙΖΑ έφτασε από το 4,6% (2009) στο 36,8% (2015) λόγω των δεσμεύσεών του. Σε διαφορετική περίπτωση θα ακολουθήσει την πορεία του ΠΑΣΟΚ με ακόμα γρηγορότερο ρυθμό, όταν ένα πανίσχυρο κόμμα του 44% το 2009 έπεσε στο 4,68% το 2015.
Εμείς όλοι όμως, οι άνθρωποι που αγωνιστήκαμε τόσα χρόνια στην Αριστερά και στηρίξαμε τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα το επιτρέψουμε. Αποτελεί υποχρέωσή μας απέναντι στον ελληνικό λαό, στην Αριστερά και σεβασμό στη στάση ζωής που ακολουθήσαμε όλα αυτά τα χρόνια.