του Μάκη Γεωργιάδη
Ορατός είναι ο κίνδυνος της αποφυλάκισης των περισσότερων εκ των 26 προφυλακισμένων στελεχών και βουλευτών της ναζιστικής Χρυσής Αυγής καθώς πλησιάζει η παρέλευση του οριζόμενου από το νόμο 18μήνου. Αν και το Συμβούλιο Εφετών με πλειοψηφία δύο έναντι ενός αποδέχτηκε την εισήγηση του ειδικού εφέτη-ανακριτή Ισίδωρου Ντογιάκου και παρέπεμψε σε δίκη με βαρύτατες κατηγορίες κακουργηματικού χαρακτήρα τους 12 από τους 89 αρχικούς κατηγορουμένους, εντούτοις τα χρονικά περιθώρια για την έναρξη αυτής της δίκης πριν από τη λήξη του 18μηνου έχουν στενέψει απελπιστικά. Το πλέον ανησυχητικό ωστόσο, πέραν της εξαιρετικά αργόσυρτης διαδικασίας, είναι οι αμφιβολίες για τη νομική ισχύ του κατηγορητηρίου το οποίο, σύμφωνα με ορισμένους νομικούς κύκλους, εμφανίζεται ιδιαιτέρως αδύναμο. Άποψη άλλωστε την οποία εξέφρασε, με το δικό του τρόπο, και ο εφέτης ο οποίος μειοψήφησε στο Συμβούλιο Εφετών θεωρώντας ότι δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί η κατηγορία της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης εφόσον δεν προκύπτει οικονομικό όφελος. Όλα αυτά, όπως είναι φυσικό, θα τεθούν στην ακροαματική διαδικασία η οποία έχει αποφασιστεί να πραγματοποιηθεί στην ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα των Φυλακών Κορυδαλλού.
Το ζήτημα της καταδίκης της Χρυσής Αυγής και του φασισμού είναι πρωτίστως πολιτικό και όχι διοικητικό. Η κατάσταση ενόψει της δίκης είναι αρκετά ιδιόρρυθμη, καθώς τη διαδικασία καλείται να φέρει σε πέρας μια κυβέρνηση και ένα υπουργείο που πρώτη φρά δεν ανήκουν στον παλιό δικομματισμό και αυτοπροσδιορίζονται Αριστερά. Παρατηρείται δηλαδή, για πρώτη φορά στην ελληνική ιστορία, η Αριστερά να δικάζει φασίστες και ναζιστές σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε επί δεκαετίες μετά τον πόλεμο.
Είναι εμφανές ότι σε αυτά τα σημεία θα επικεντρωθεί η ηγεσία της Χρυσής Αυγής η οποία δυστυχώς δείχνει να παγιώνει μια σημαντική εκλογική διείσδυση σε φτωχά και περιθωριοποιημένα λαϊκά στρώματα αλλά και σε άλλες κοινωνικές κατηγορίες, παρά το γεγονός ότι είναι εμφανής η κάμψη της σε κινηματικό επίπεδο και σε επίπεδο παρέμβασης σε κρίσιμες γειτονιές.
Υπό αυτό το πρίσμα και επειδή ο φασισμός δεν είναι μόνο η Χρυσή Αυγή, η λύση δεν είναι μονοσήματα τα διοικητικά μέτρα και μια καταδικαστική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου κακουργημάτων όποτε ολοκληρωθεί η δίκη. Η απαίτηση για την καταδίκη των φυσικών και ηθικών αυτουργών της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα και τόσων άλλων πρέπει πρώτα και κύρια να εκφραστεί σε μαζικό επίπεδο από το λαϊκό κίνημα. Με όρους μετωπικούς και ξεκάθαρο πολιτικο προσανατολισμό απομόνωσης και τσακίσματος κάθε φασιστικής αντίληψης. Η κοινή μετωπική δράση και ένα ευρύ αντιφασιστικό κίνημα θα δημιουργήσουν τις πρϋποθέσεις και για τη δικαστική καταδίκη των ναζιστών, οι οποίοι πολύ θα ήθελαν να εμφανιστούν ως θύματα και πολιτικώς διωκόμενοι από ένα σύστημα εξουσίας το οποίο υποτίθεται ότι αμφισβητούν. Η αποκάλυψη της δράσης και της αντιδραστικής πολιτικοϊδεολογικής τους προσέγισης είναι καθήκον αυτού του κινήματος και αυτού του μετώπου, που με συνεχή παρουσία και παρέμβαση μπορεί να ξεριζώσει οριστικά κάθε φασιστικό καρκίνωμα από τις γειτονιές των πόλεων αλλά και της υπαίθρου.