του Λεωνίδα Βατικιώτη
Στροφή 180 μοιρών στις εξαγγελίες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ σηματοδοτεί η απόφαση του συμβουλίου των υπουργών Οικονομικών της Παρασκευής 20 Φεβρουαρίου. Μια απόφαση χτισμένη πάνω στις απαράδεκτες υποχωρήσεις της ταπεινωτικής επιστολής που έστειλε ο έλληνας υπουργός Οικονομικών Γ. Βαρουφάκης προς τους ομολόγους του. Ειδικότερα, περιλαμβάνονται επτά συγκεκριμένοι και αυστηροί όροι που εξασφαλίζουν στο ακέραιο τα συμφέροντα των πιστωτών, βάσει των οποίων συμφωνήθηκε να δοθεί παράταση τεσσάρων κι όχι έξι μηνών όπως ζητούσε η ελληνική πλευρά στη υφιστάμενη δανειακή σύμβαση. Η επιλογή του Γιούρογκρουπ να έχουν ολοκληρωθεί οι διαπραγματεύσεις προτού μπει ο Ιούλιος ερμηνεύεται λόγω των λήξεων ομολόγων αξίας 6,7 δισ. ευρώ τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, που δίνει τη δυνατότητα στους πιστωτές να αυξήσουν τα μέσα πίεσης στην Αθήνα.
Κι αυτή η αναγνώριση του χρέους είναι η σημαντικότερη υποχώρηση που περιλαμβάνει η απόφαση του Γιούρογκρουπ. «Οι ελληνικές αρχές επαναλαμβάνουν την κατηγορηματική δέσμευσή τους να τηρήσουν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις προς όλους τους πιστωτές τους πλήρως και εγκαίρως» αναφέρει κατά λέξη η απόφαση που παρέχει στους δανειστές τη σημαντικότερη εξασφάλιση: ότι οι δανειακές υποχρεώσεις γίνονται σεβαστές και δεν πρόκειται να αμφισβητηθούν.
Η διαχωριστική γραμμή που ήθελε να χαράξει η κυβέρνηση από τη μέχρι τώρα αξιολόγηση εξαφανίστηκε πρόωρα. Κι αυτή είναι η επόμενη υποχώρηση. «Ο σκοπός της παράτασης είναι η επιτυχής ολοκλήρωση της αξιολόγησης στη βάση των όρων της παρούσας συμφωνίας» αναφέρεται στη δεύτερη κιόλας παράγραφο, με τη συμπλήρωση της φράσης «με την καλύτερη δυνατή χρήση της δεδομένης ευελιξίας» να είναι υπερβολικά ασαφής.
Ο τρίτος όρος, για υποβολή συγκεκριμένων προτάσεων μεταρρυθμίσεων από την ελληνική πλευρά μέχρι αύριο, Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου, θα λειτουργήσει σαν θηλιά στο λαιμό της κυβέρνησης εγκαινιάζοντας νέο γύρο πιέσεων και αμφισβητήσεων. Αποτέλεσμα θα είναι νέες υποχωρήσεις που σιγά σιγά θα επιβάλλουν την υιοθέτηση των μέτρων του μέιλ Χαρδούβελη.
Για να είναι μάλιστα αποτελεσματικές οι πιέσεις ορίζεται ότι οι προσδοκώμενες δόσεις θα απελευθερωθούν, εάν κι εφόσον υποβληθούν τα δέοντα μέτρα. «Μόνο η έγκριση της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης της παραταθείσας συμφωνίας από τους θεσμούς θα επιτρέψει με τη σειρά της οποιαδήποτε εκταμίευση εκκρεμούσας δόσης του τρέχοντος προγράμματος του EFSF και τη μεταβίβαση των κερδών SMP γα το 2014».
Η επόμενη πέμπτη υποχώρηση αφορά τη συνέχιση της εποπτείας που στο εξής θα υλοποιείται από τους αποκαλούμενους θεσμούς, δηλαδή Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κι όχι την τρόικα, που ακόμη και για κορυφαίους αξιωματούχους της ΕΕ (Ζ. Κ. Γιουνκέρ, Π. Μοσκοβισί) είχε κλείσει τον κύκλο της. Οι διατυπώσεις που υπάρχουν μπορεί να είναι πιο διπλωματικές, με κανένα τρόπο όμως δεν εξαφανίζουν από το κάδρο το ΔΝΤ. «Υπό αυτό το πρίσμα, καλωσορίζουμε τη δέσμευση των ελληνικών αρχών να εργαστούν σε στενή συνεννόηση με τους ευρωπαϊκούς και διεθνείς θεσμούς και εταίρους. Σε αυτό το πλαίσιο υπενθυμίζουμε την ανεξαρτησία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Συμφωνήσαμε επίσης ότι το ΔΝΤ θα συνεχίσει να διαδραματίζει το ρόλο του» αναφέρεται κατά λέξη.
Το δρόμο για την υιοθέτηση των πιο αντιλαϊκών πολιτικών ανοίγει επίσης η αποδοχή των πρωτογενών πλεονασμάτων. «Οι ελληνικές αρχές έχουν επίσης δεσμευτεί να διασφαλίσουν τα κατάλληλα δημοσιονομικά πρωτογενή πλεονάσματα ή τα χρηματοδοτικά έσοδα που απαιτούνται για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους, σύμφωνα με το ανακοινωθέν του Γιούρογκρουπ του Νοεμβρίου του 2012» αναφέρεται στην ανακοίνωση, σε μια σύνδεση της βιωσιμότητας του χρέους με την αυστηρή δημοσιονομική πολιτική. Κανένα πρόβλημα επομένως δεν γεννάται από την εκτόξευσή του στο 180% του ΑΕΠ. Η προσθήκη πως «για το στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος του 2015 οι θεσμοί θα λάβουν υπόψη τις οικονομικές συνθήκες το 2015» και πάλι μπορεί να εμφανίζεται σαν επιτυχία της ελληνικής πλευράς, δεν παραπέμπει ωστόσο σε καμία συγκεκριμένη ελάφρυνση.
Η έβδομη και τελευταία υποχώρηση της ελληνικής πλευράς σχετίζεται με την εξευτελιστική παραίτηση της από την ψήφιση φιλολαϊκών μέτρων, όπως τις εξαγγελίες που περιλαμβάνονταν στο Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης. Η ακόλουθη φράση που υπάρχει στην τρίτη παράγραφο από το τέλος «οι ελληνικές αρχές δεσμεύονται να απέχουν από οποιαδήποτε κατάργηση μέτρων και μονομερείς αλλαγές στις πολιτικές και στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τους δημοσιονομικούς στόχους, την οικονομική ανάκαμψη και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα» δεν ισοδυναμεί μόνο με το τέλος των αυταπατών για την κυβέρνηση ΣΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Ισοδυναμεί επίσης και με το τέλος των αυταπατών για τη δυνατότητα παραχωρήσεων εντός ευρωζώνης και ΕΕ ως αποτέλεσμα συναινετικών διαδικασιών κι όχι ρήξεων.