Στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου οι εργαζόμενοι δεν έχουν πολλές επιλογές. Πρώτον πρέπει να στρέψουν την πλάτη σε όλα τα κόμματα που με διάφορους τρόπους υποστήριξαν ή υποστηρίζουν την ασκούμενη εδώ και χρόνια πολιτική. Σε όλους αυτούς που μαζί με την Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΔΝΤ και το παγκόσμιο κεφάλαιο (διάβαζε αγορές) κήρυξαν ανοιχτό πόλεμο στους εργαζόμενους και το λαό. Έστειλαν στην ανεργία πάνω από 1 εκατομμύριο εργαζόμενους, οδήγησαν στο κλείσιμο εκατοντάδες χιλιάδες μαγαζιά και μικρές επιχειρήσεις, μείωσαν στο 50% τους μισθούς όσων εργάζονται αλλά και τις συντάξεις, διέλυσαν το κοινωνικό σύστημα ασφάλισης, ιδιωτικοποιούν την παιδεία και την υγεία, ξεπουλάνε τη δημόσια περιουσία, διέλυσαν την παραγωγική βάση της χώρας καθώς και την αγροτική οικονομία. Περιόρισαν τη δημοκρατία και έχτισαν αστυνομικό κράτος, ενίσχυσαν το φασισμό, καταλήστευσαν τους πολίτες και παραχωρούν όλο και περισσότερα κυριαρχικά δικαιώματα σε ιμπεριαλιστικούς υπερεθνικούς σχηματισμούς περιορίζοντας συνεχώς τη δυνατότητα του λαού να αποφασίζει για την τύχη του. Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ Βενιζέλου και Παπανδρέου, Ποτάμι, Χρυσή Αυγή, αλλά και ΔΗΜΑΡ είναι πολιτικά κόμματα που γι’ αυτούς τους λόγους πρέπει ο εργαζόμενος, ο συνταξιούχος, ο άνεργος και ο αγρότης να τα μαυρίσουν, να τα θέσουν εκτός νόμου στη συνείδησή τους.
Έχει λοιπόν να επιλέξει μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Με ποιο κριτήριο θα επιλέξει; Ποιο είναι το μεγαλύτερο άρα και πιθανότερο να κυβερνήσει; Γι’ αυτό το λόγο να ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ; Είναι πράγματι ένας σημαντικός λόγος. Αρκεί από μόνος του; Θα μπορούσε, αν φρόντιζε παράλληλα να εξασφαλίσει τους όρους να υλοποιήσει αυτά που υπόσχεται. Κι αν αυτά που υπόσχεται έρχονται σε σύγκρουση με τα συμφέροντα, μέσα κι έξω από τη χώρα μας, μια θα ήταν η κύρια εγγύηση. Ένα εργατικό και λαϊκό κίνημα ικανό να στηρίξει ένα τέτοιο πρόγραμμα. Το ίδιο ισχύει σε μεγάλο βαθμό και για το ΚΚΕ που μιλάει για λαϊκή εξουσία. Ποια ήταν όμως η πρακτική τους μέχρι τώρα πάνω σε αυτό;
Και οι δυο όχι μόνο δεν ενίσχυσαν μια τέτοια προοπτική αλλά στην πράξη την υπονόμευσαν. Συμμαχώντας στο κίνημα με τις δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ όλα αυτά τα χρόνια, ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ προκρίνουν σαν μοναδική μορφή αγώνων για τους εργαζόμενους τη διαμαρτυρία. Αποτέλεσμα της επιλογής τους που έχει μόνο κοινοβουλευτικά χαρακτηριστικά καλλιέργειας δυσαρέσκειας στο λαό απέναντι στους κυβερνώντες για την άγρα ψήφων. Παράλληλα όμως είναι μια επιλογή που απογοητεύει τους εργαζόμενους και τους καλλιεργεί την αίσθηση της αναποτελεσματικότητας των αγώνων, με τελικό αποτέλεσμα την υπονόμευσή τους και την αδρανοποίηση του κινήματος.
Οι δυνάμεις που κινούνται στο πλαίσιο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ τόσα χρόνια δίνουν όλες τους τις δυνάμεις για να αναπτυχθεί ένα εργατικό και λαϊκό κίνημα με κύριο χαρακτηριστικό του τη σύγκρουση και τη ρήξη με τις προωθούμενες πολιτικές. Όλη η προσπάθειά μας επικεντρώθηκε στη δημιουργία του όσο γίνεται ευρύτερου μετώπου εργαζομένων και ανέργων με αποφασιστικού χαρακτήρα αγώνες για την ανατροπή των κυβερνήσεων και των πολιτικών τους, με αιτήματα που να απαντούν στις πραγματικές ανάγκες του λαού και των εργαζομένων και όχι στο πλαίσιο του «εφικτού» και των ανοχών του συστήματος.
Οι εργαζόμενοι εκτιμώντας τη συνεπή αλλά και ορθή στάση μας εμπιστεύονται όλο και περισσότερο τις δυνάμεις μας στα συνδικάτα. Με ταχύτατο ρυθμό κατανοούν την αναγκαιότητα οργάνωσης ενός νέου συνδικαλιστικού κινήματος, στηριγμένου σε ταξική βάση και οργανωμένου από τα κάτω μέσα από γενικές συνελεύσεις και επιτροπές αγώνα.
Γι’ αυτό πρέπει σε αυτές τις εκλογές να ενισχυθεί η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, για να μπορέσει να συνεχίσει και να βαθύνει την παρέμβασή της στο κίνημα με στόχο την εργατική και λαϊκή εξουσία και την κομμουνιστική απελευθέρωση.