ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ
ΚΩΣΤΑΣ ΤΡΙΧΙΑΣ
To 11o Συνέδριο της ΚΝΕ διαπερνάται από δογματική ακινησία που μεταφράζεται στην εξής λογική: Η γραμμή είναι κατά βάση σωστή, συνεχίζουμε αμετακίνητοι όπως ξέρουμε… Βασικά πολιτικά εργαλεία ανάλυσης της πραγματικότητας όπως π.χ. τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης νεολαίας, τα ιδεολογικά ρεύματα εντός της κ.λπ., παραβλέπονται ως περιττά και κατά βάση το ντοκουμέντο εξαντλείται σε έναν απολογισμό των οργάνων.
Το ΚΚΕ έχει μια βασική αρχή από την οποία ξεκινά όλες τις σκέψεις και αναλύσεις του: ό,τι συμφέρει το κόμμα συμφέρει και τον λαό. Συνεπώς, όλα αρχίζουν και τελειώνουν γύρω από το κόμμα, με πρωταρχικό στόχο στη νεολαία την οικοδόμηση μιας Κομμουνιστικής Νεολαίας «παντός καιρού» όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά. Η έννοια της κομματικής οικοδόμησης από αναγκαίο μέσο για τη νεολαία και το κίνημα της μετατρέπεται σε αυτοσκοπό για την ενίσχυση του κόμματος-«φρουρίου». Αυτή η μεσσιανική αντίληψη για την κομμουνιστική οργάνωση της νεολαίας καταλήγει και στον ίδιο τον οργανωτικό απολογισμό να βλέπει παντού ανοδικές τάσεις για την ΚΝΕ, ακόμα και όπου εξόφθαλμα κάτι τέτοιο δεν ισχύει (π.χ. μαθητικό κίνημα).
Παράλληλα, αφού μόνο το κόμμα μπορεί να οργανώσει απελευθερωτικούς αγώνες, όλοι οι υπόλοιποι είναι εξ ορισμού καταδικασμένοι σε αποτυχία (αν δεν συνεπικουρούν τα σχέδια της αντίδρασης). Λογική συνέπεια αποτελεί επομένως η αδιαφορία για μορφές άσκησης πολιτικής από την ίδια τη νεολαία, για μορφές ενοποίησης της κατακερματισμένης νέας εργατικής βάρδιας και της εργατικής τάξης συνολικά (πολιτικό αντικαπιταλιστικό μέτωπο), αλλά και η ενιαία-ισοπεδωτική κριτική όλων των διαφορετικών απόψεων στο κίνημα. Έτσι, το κείμενο καταλήγει να κουνάει το δάχτυλο σε ό,τι δεν ανταποκρίνεται στον ιδεότυπο της «καθαρής ταξικής πάλης». Από τους αγανακτισμένους έως την Αραβική Άνοιξη, όλα εντάσσονται στο «αντικομματικό» τσουβάλι, χωρίς καμία διάκριση στα γεγονότα (π.χ. Τυνησία ή Λιβύη) ή ανάμεσα στα επίπεδα συνείδησης και στις τάσεις υποταγής και χειραφέτησης που αναπτύσσονται εντός του κινήματος. Μάλλον για τους συναγωνιστές της ΚΝΕ και η εξέγερση του Πολυτεχνείου θα έπρεπε να καταδικαστεί επειδή «έβγαλε Καραμανλή» και αντίστοιχα ο Μαης του ’68 για τον Ντε Γκολ. Έτσι όμως η ΚΝΕ εμφανίζει τάσεις μερικής απόσπασης συνεχώς από την πραγματικότητα, τις άμπωτες και πλημμυρίδες της ταξικής πάλης και τα όσα πρωτότυπα, ενδιαφέροντα και περίεργα αυτή γεννάει.
«Επιβεβαιώθηκε ότι ορισμένα νεανικά ξεσπάσματα που είχαν προηγηθεί, κινητοποιήσεις στα ΑΕΙ-ΤΕΙ για το άρθρο 16 το 2006 και τον Δεκέμβρη του 2008 για την δολοφονία Γρηγορόπουλου, δεν έδωσαν πραγματική ώθηση στο φοιτητικό ή μαθητικό κίνημα, γρήγορα ξεφούσκωσαν» (σελ. 8). Αλλού γίνεται λόγος για διάλυση του οργανωμένου μαθητικού, φοιτητικού και σπουδαστικού κινήματος. Μια τέτοια κριτική, που εμφορείται από εκδικητική-χαιρέκακη στάση, δεν μπορεί να συμβάλει στην ουσιαστική συζήτηση για τις πραγματικές ανεπάρκειες του κινήματος, πόσο μάλλον να έρθει σε διάλογο με τις υπαρκτές σημερινές ανοδικές τάσεις στο κίνημα της νεολαίας (μαθητικές-φοιτητικές καταλήψεις του προηγούμενου διαστήματος, κίνημα αλληλεγγύης στον Ν. Ρωμανό κ.λπ.). Ειδικά όταν δεν συνοδεύεται από καμία αυτοκριτική στην αδυναμία της ΚΝΕ να πυροδοτεί και να ενοποιεί αντιστάσεις και στον αυτοπεριορισμό της σε έναν αγώνα κατά βάση μικρών οικονομικών διεκδικήσεων ο οποίος, την ίδια στιγμή που δεν περιέχει αντικαπιταλιστικό πλαίσιο πάλης, αρνείται τη συνεργασία με άλλες πολιτικές δυνάμεις.
Το συνέδριο, τέλος, ήρθε να επικυρώσει το ρόλο της ΚΝΕ ως εκλαϊκευτή της στρατηγικής του Κόμματός στη νεολαία. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα από την απόφαση της «Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης του ΚΚΕ: Για τη δουλειά του κόμματος στη νεολαία» (7/12/2013): «Πρωταρχικό και στρατηγικής σημασίας καθήκον για το Κόμμα να συγκεντρώσει το κύριο μέρος της δουλειάς του στη νεολαία της εργατικής τάξης […] προϋπόθεση ώστε το Κόμμα να ανταποκριθεί και στην ευθύνη καθοδήγησης της ΚΝΕ, προκειμένου η νεολαία του Κόμματος να επιτελέσει το δικό της καθήκον: Την εξειδίκευση της στρατηγικής και τακτικής του Κόμματος στις νεότερες ηλικίες».
Για εμάς η ύπαρξη αυτοτελούς κομμουνιστικής οργάνωσης νεολαίας δεν αποτελεί κάποιο φετίχ ανεξαρτησίας. Έχει να κάνει με τα νέα χαρακτηριστικά που κάθε φορά έχει η νέα εργατική βάρδια, και πολύ περισσότερο με την ιστορική τάση η οποία διαμορφώνεται στους αγώνες, με την κάθε γενιά να ανακαλύπτει από δικούς της δρόμους και αφετηρίες την επαναστατική πάλη. Η ανάγκη των νεολαίων κομμουνιστών να συνδεθούν με τις πολύπλοκες νεολαιΐστικες αντισυστημικές διαθέσεις και να τις μετασχηματίσουν σε ένα επαναστατικό ρεύμα που θα βρει τους συμμάχους του στην εργατική τάξη απαιτεί και τις αντίστοιχες οργανωτικές πολιτικές μορφές.
Μπορεί άραγε η ΚΝΕ και το ΚΚΕ να απεγκλωβιστούν από αυτή την αδιέξοδη πορεία; Να σκεφτεί και να πράξει με όρους κινήματος και όχι με όρους κομματικής ιδιοκτησίας; Η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα δεν μπορεί να δοθεί με όρους αναπαραγωγής ενός άγονου ενδοαριστερού εμφυλίου. Θα δίνεται μέσα από την πορεία αγώνων και διεκδικήσεων με διάλογο, κοινή δράση και ταυτόχρονη ιδεολογική και πολιτική κριτική στη βάση αρχών, με κριτήριο την ενεργοποίηση της νεολαίας στη πάλη