του Γιώργου Λαουτάρη
Ένα πολύτιμο στοιχείο από τον ριζοσπαστισμό της Μεταπολίτευσης, τραγικά επίκαιρο διαφύλαξε στο συρτάρι του για χρόνια ο συγγραφέας και στιχουργός Φώντας Λάδης. Το αντιφασιστικό ρεύμα που γεννήθηκε σε καθεστώς παρανομίας κατά τα χρόνια της δικτατορίας και εκδηλώθηκε ανοιχτά και δημιουργικά ως πολιτικό ρεύμα την περίοδο μετά την αποκατάσταση του κοινοβουλευτισμού, σήμερα έχει (δυστυχώς) ξανά πολλά να μας πει. Και η ποιητική συλλογή Καθημερινός φασισμός που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μετρονόμος είναι μια ζωντανή ιστορία αυτού του κινήματος.
Εντυπωσιάζουν οι αναλογίες μιας εποχής τόσο κοντινής και τόσο μακρινής ταυτόχρονα, όπως τα μέσα της δεκαετίας του ‘70, όταν γράφτηκαν αυτοί οι στίχοι. Άλλες εποχές, αλλά και τότε εκ των στυλοβατών του συστήματος ήταν τα μέσα ενημέρωσης, ακόμη και χωρίς την ύπαρξη τηλεπαραθύρων: Ο κοντυλοφόρος, στο ομώνυμο ποίημα “γράφει κι όλο γράφει / και το μελανάκι του / γίνεται χρυσάφι”, όταν φυσικά το περιεχόμενο της ειδησεογραφίας αποσκοπεί στην κοινωνική ειρήνη μεταξύ των ανταγωνιστριών τάξεων.
Μνήμες του κινήματος ή και συγκλονιστική προοικονομία της δολοφονίας Φύσσα αποτελούν οι στίχοι στο “Τα μεσάνυχτα και κάτι” όταν “έχουν σύσκεψη οι φασίστες”. “Βάζουν μπόμπες, ρίχνουν ξύλο / νοσταλγούν τα περασμένα / Μια τους δένουν, μια τους λύνουν, τα ‘χουνε κι αυτοί χαμένα”.
Αντί για ιστορική κατάθεση, οι στίχοι γίνονται σε πολλά σημεία μια σύγχρονη παρέμβαση.
Όπως στο “Το σύστημα περνάει κρίση”: “Πραξικοπήματα, πολέμοι / και στασιμοπληθωρισμός / το σύστημα το δόλιο τρέμει / Κάτω απ’ τα πόδια του σεισμός”. Και στο “Έκτακτο δελτίο ειδήσεων” όπου αποδομείται η ρητορική των δικτατόρων της επταετίας: “Την εξουσία πήραν δυνάμεις εθνικές” γράφει ο Φώντας Λάδης και συνεχίζει: “Η χώρα πρέπει να’ βρει / και πάλι δανεικά / Τις ζώνες σφίξτε μαύροι / για τα ιδανικά”.
Αλήθεια, πόσο πιο επίκαιρος μπορεί να γίνει ο σχολιασμός για τη σύνδεση της οικονομικής εξάρτησης, του δημοκρατικού ζητήματος και της επίκλησης εθνικών ιδανικών για την υπέρβαση της κρίσης;
Βέβαια, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι οι στίχοι αυτοί επιστρέφουν στη μορφή του βιβλίου και όχι του δίσκου. Ακόμη και μέσα στο περίφημο μεταπολιτευτικό κλίμα, το εμπορικό ένστικτο των δισκογραφικών εταιρειών άφησε αυτά τα μικρά διαμάντια εκτός κυκλοφορίας. Εξαίρεση αποτέλεσε το πλέον χαρακτηριστικό ποίημα, “Ο Φασισμός” με τον εμβληματικό καταληκτικό στίχο “Το φασισμό βαθιά κατάλαβέ τον / Δεν θα πεθάνει μόνος. Τσάκισέ τον!” που ευτύχησε να τον μελοποιήσει ο Θάνος Μικρούτσικος και να τον τραγουδήσει η Μαρία Δημητριάδη για να γίνει “σημαία”. Ίσως όμως από τότε κάποιοι οσμίζονταν την αλλαγή του κλίματος.
Όπως γράφει ο συγγραφέας εισαγωγικά, η αρχική του σύλληψη ήταν η παρουσίαση των ποιημάτων αυτών στο πλαίσιο ενός ορατορίου που θα ήταν “σατιρικό και δραματικό μαζί”. Και πράγματι, εντοπίζει κανείς εύκολα το σκωπτικό και σπιρτόζο ύφος που εισήγαγε ο Μπρεχτ στα πολιτικά ποιήματα και που αν τα κείμενα αυτά παρουσιάζονταν δραματοποιημένα, με λυρικές φωνές από βαρύτονο, τενόρο, λαϊκό τραγουδιστή, σοπράνο και χορωδία, όπως ήταν οι αρχικές σημειώσεις του Φώντα Λάδη δίπλα στους στίχους, θα τα καθιστούσε μια εντελώς πρωτοποριακή σκηνική πρόταση.
Πολύ δύσκολα όμως θα πραγματοποιούνταν σήμερα μια τέτοια παράσταση. Εξίσου δύσκολη είναι και η πρόσληψη του ίδιου του πολιτικού τραγουδιού, για τον ορισμό του οποίου αφιερώνεται ένα σημαντικό κομμάτι του βιβλίου, με ένα σχετικό δοκίμιο του συγγραφέα, αρχικά δημοσιευμένο στον Ριζοσπάστη το 1979. Η ουσία του φασισμού, όπως και του καπιταλισμού άλλωστε, μπορεί να μην αλλάζει, αλλάζουν όμως οι γενιές, οι κώδικες επικοινωνίας και τα ζητούμενα. Στις συγκεντρώσεις των σωματείων ακούγονται ακόμη τα εργατικά τραγούδια του Λοΐζου (σε στίχους Φώντα Λάδη φυσικά!) όμως η λεγόμενη “νέα βάρδια” των εργαζομένων, που δεν έχει ωράριο, σωματείο ή σύμβαση εργασίας, δεν συμμετέχει εκεί ή όταν συγκεντρώνεται στους δρόμους, βάζει άλλη μουσική ή και καθόλου. Ειδικά το “αντίφα” κίνημα έχει τραβήξει μια γραμμή με το παραδοσιακό εργατικό κίνημα και ό,τι το συνοδεύει στον πολιτισμό (με την ευρεία και την ειδική έννοια της λέξης πολιτισμός). Κατά βάση η επιρροή της Αριστεράς στο σημερινό αντιφασιστικό κίνημα είναι πολύ περιορισμένη και άλλα πολιτικά ρεύματα εκτός του μαρξισμού δίνουν τον τόνο. Είναι λοιπόν ίσως εύκολη η καταφυγή στο γνωστό “ίδια τα προβλήματα, ίδιες και οι λύσεις”, όμως η εποχή αλλάζει και αναζητούνται νέες μορφές. Μια διαπίστωση που δεν αφορά μόνο τα τραγούδια φυσικά.