του Θανάση Σκαμνάνη
Σχολεία αδειάζουν και κλείνουν, μαθητές συγκεντρώνονται σε μεγάλα ή μικρότερα συγκροτήματα, σαν τον «παλιό καλό καιρό», 30, 35, 40 σε κάθε τάξη. Στις τάξεις λιγοστεύουν οι καθηγητές. Στους καθηγητές λιγοστεύει το κουράγιο και ο μισθός. Και το κυριότερο οι προοπτικές για τα παιδιά είναι περιορισμένες και το ξέρουν. Μπορεί να φανταστεί κανείς πόσο μέσα σ’ αυτό το θλιβερό τοπίο οι νέοι άνθρωποι χάνουν την ατομικότητά τους. Κι από την άλλη, αναζητούν τρόπους να εκφράσουν και να εκτονώσουν όλη την καταιγίδα που εισβάλλει στα εφηβικά μυαλά και σώματα. Θηρία σε κλουβιά που γίνονται όλο και πιο στενά. Έξω, καμιά Αριστερά δεν βγαίνει για να τους υπερασπιστεί επί της ουσίας. Ο δρόμος σωπαίνει και οι αίθουσες προκαλούν ασφυξία. Συσσωρεύεται εκρηκτικό μείγμα. Ποια διέξοδο θα βρει;
Οι δάσκαλοι των καναλιών, χωρίς να ξέρουν και χωρίς να θέλουν να μάθουν, υποκινητές της άγνοιας και οργανωτές της ουσιαστικής ψυχολογικής (και όχι μόνο) βίας, εντοπίζουν παραβατικές συμπεριφορές και κάνουν ρεπορτάζ, χωρίς ψυχή, χωρίς ουσία και εντέλει χωρίς λόγο. Τα παιδιά δυσκολεύονται σε έναν κόσμο δύσκολο. Ψάχνουν και βρίσκουν συχνά την ατομική βία, που αντανακλά την υπάρχουσα κοινωνία, τις καθυστερήσεις και τις άγνοιές της, τις φοβίες και την αντιπαλότητα. Μπούλινγκ, ναζιστικές ομάδες, μικρές συμμορίες επίδοξων νταήδων προσφέρουν έναν ορατό τρόπο αντίδρασης. Δεν είναι αντίσταση, αλλά δεν παριστάνουν πως αντιστέκονται. Ορμούν κι όπου τους βγάλει. Αυτή είναι η πιο δύσκολη εικόνα ενός ούτως ή άλλως δύσκολου παρόντος. Και η πιο απογοητευτική. Ωστόσο δεν μπορεί να βλέπουμε μια στεκούμενη εντύπωση κόσμου. Μερικές φορές είναι όπως όταν παγώνει η εικόνα στην οθόνη κι όλα δείχνουν στέρεα, αθόρυβα κι αμετακίνητα. Κι ύστερα, αφού βαρεθεί την ακινησία της αρχίζει ξαφνικά να παίζει και να παίρνουν όλα ζωή, να τρέχουν, ν’ αναστατώνουν την ησυχία. Και δεν μπορούμε να περιμένουμε πότε θα ξεπαγώσει η εικόνα.
Τέλος πάντων, τα έχουμε πει χίλιες φορές αυτά. Μονάχα που τώρα, περισσότερο από άλλοτε, χρειαζόμαστε να ξαναβρούμε τα νήματα της αισιοδοξίας. Και τα γεγονότα που την τροφοδοτούν. Όχι σαν τους ναυαγούς που από την επιθυμία βλέπουν μπροστά τους συνεχώς κάποια στεριά, ούτε σαν τους καταδικασμένους που συνεχώς μιλούν και περιμένουν χάρη. Αλλά ούτε και τυφλοί σ’ εκείνα τα σημάδια που προειδοποιούν ότι το μαύρο δεν είναι χρώμα της πραγματικότητάς μας.
Μια είδηση που δεν τίμησε τις σελίδες του αθηναϊκού Τύπου ούτε και τα πολύτιμα λεπτά των τηλεοπτικών αφηγήσεων. Οι μαθητές του 1ου Γυμνασίου Πύργου, που εδώ και οκτώ χρόνια κάνουν μαθήματα σε λυόμενο σχολείο, βγήκαν στους δόμους της πόλης για να διαδηλώσουν κατά του ρατσισμού, της ξενοφοβίας και του μπούλινγκ. «Όλοι διαφορετικοί, όλοι ίσοι» έγραφε το πανό τους. Αν στα σχολεία που δρουν ναζιστικές συμμορίες και απλώνεται το μπούλινγκ υπήρχαν συλλογικές αντιδράσεις παρόμοιου τύπου τα φαινόμενα θα είχαν δραστικά περιοριστεί. Αλλά κοινωνία και Μέσα βγάζουν από τη λογική τους και τη λογική των παιδιών τη συλλογική αντίσταση. Τους βολεύει προκειμένου να βιάζουν ανενόχλητοι μια κοινωνία χωρίς αντίσταση.
Κι όμως, δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Κι αργά ή γρήγορα θα επανακτηθεί…