Αποστολή: Θάνος Ανδρίτσος
Κώστας Γούσης
Συνέντευξη Τύπου παραχώρησαν τα μέλη της ελληνικής αποστολής λίγες μέρες μετά την επιστροφή τους από τις εξεγερμένες περιοχές της Ανατολικής Ουκρανίας. Αρκετά αριστερά και εναλλακτικά μέσα ενημέρωσης την παρακολούθησαν, ωστόσο και πάλι αδιαφορία επέδειξαν τα κυρίαρχα ΜΜΕ συνεχίζοντας το τείχος σιωπής απέναντι στις εξελίξεις στο Ντονμπας, καθ’ υποδειξη των κυβερνητικών δυνάμεων.
Και τα τέσσερα μέλη της αποστολής πήραν το λόγο περιγράφοντας τις εμπειρίες και τα πολιτικά συμπεράσματα από το ταξίδι τους, ενώ ακολούθησαν απαντήσεις στις ερωτήσεις των παρευρισκομένων.
Πρώτος πήρε το λόγο ο Κώστας Φουρίκος, που ενημέρωσε αναλυτικά για την αντιφασιστική καμπάνια στην Ελλάδα, τη σημαντική συμβολή της στην κοινή δράση αγωνιστών και οργανώσεων της Αριστεράς και του αντιεξουσιαστικού χώρου στο θέμα της διεθνιστικής αντιφασιστικής δράσης. Παρουσίασε την πρωτοβουλία του συγκροτήματος των Banda Bassotti για το καραβάνι στο Ντονμπάς και ανέφερε τις προηγούμενες δράσεις αλλά και αυτές κατά τη διάρκεια της διαμονής τους στη Ρωσία και την Ανατολική Ουκρανία. Ιδιαίτερα συγκινητικές ήταν οι μαρτυρίες του από τις συναντήσεις με τους αντάρτες της Λαϊκής \Δημοκρατίας του Λουγκάνσκ.
Στη συνέχεια μίλησε ο Θάνος Ανδρίτσος, ο οποίος περιέγραψε τις δικές του εμπειρίες από το Ντονιέτσκ όπου μπόρεσε να περάσει μαζί με δημοσιογραφική αντιπροσωπεία και να μείνει τέσσερεις μέρες. Εστίασε στα γεγονότα που έζησαν και τη διαστρέβλωσή τους από τον διεθνή Τύπο, ενώ αναφέρθηκε ειδικά στον τρόπο και το περιεχόμενο της αλληλεγγύης προς τον αγώνα του λαού του Ντονμπάς και την ελπίδα για βαθύτερη ριζοσπαστικοποίησή του.
Τρίτος τοποθετήθηκε ο δημοσιογράφος Άρης Χατζηστεφάνου, που συνόδευσε την αποστολή και έφτασε μέχρι το Ντονιέτσκ από το οποίο έστελνε ανταποκρίσεις σε ελληνικά Μέσα. Ξεκίνησε αναφερόμενος στις νεότερες εξελίξεις από την περιοχή, δίνοντας έμφαση στον τρόπο που καλύπτονται από τα ΜΜΕ τα όσα διαδραματίζονται στη Νοβορωσία. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έδειξε στους ίδιους τους πολιτοφύλακες με τους οποίους συναντήθηκε αναγνωρίζοντας τη δυναμική που παρουσιάζουν αλλά και τις αντιφάσεις που τους διαπερνούν.
Στη συνέχεια οι ομιλητές απάντησαν σε ερωτήσεις που κατατέθηκαν. Ο Κώστας Γούσης, τέταρτος συμμετέχων στο καραβάνι, έκανε μια ομιλία ειδικά για τις αριστερές και κομμουνιστικές δυνάμεις στην περιοχή, τις πολιτικές επαφές που έλαβαν χώρα και τα κρίσιμα συμπεράσματα για τα σημαντικά καθήκοντα της αντιιμπεριαλιστικής πάλης στην Ελλάδα.
Ανταπόκριση από το Ντονιέτσκ
του Θάνου Ανδρίτσου
Για τους δημοσιογράφους, δεν έχει ποτέ σημασία η δική τους ιστορία. Το μόνο που έχει σημασία είναι η είδηση» μου είπε ο Άρης όταν πατήσαμε σε ρώσικο έδαφος. Είχαν μόλις ολοκληρωθεί τέσσερεις μέρες με ένοπλους πολιτοφύλακες, συνεχή ήχο όλμων, γρήγορες διαδρομές μέσα σε άβολα βανάκια, προσπάθειες ύπνου σε ιατρικά κρεβάτια, περίεργα περάσματα συνοριογραμμών, ρώσικα ποιήματα, ζεστές σούπες σε αρχηγεία ή κρύα διεθνή πιάτα στο αγαπημένο στέκι (και άλλα που για να προσδώσουμε περισσότερο εντυπωσιασμό μπορούμε να λέμε ότι δεν γίνεται να τα πούμε).
Είναι καλοί δημοσιογράφοι ο Άρης Χατζηστεφάνου και ο Θανάσης Αυγερινός, που βρεθήκαμε μαζί στην αυτοανακηρυχθείσα Λαϊκή Δημοκρατία του Ντονιέτσκ, και γι’ αυτό μένουν στην είδηση. Εγώ που δεν είμαι δημοσιογράφος, αλλά τον υποδύθηκα κατά το ήμισυ μαζί με το ρόλο του εκπροσώπου ενός αντιφασιστικού καραβανιού που δεν ήρθε ποτέ, επιτρέπεται να γράψω ένα συνδυασμό εμπειριών και πολιτικών εκτιμήσεων.
Στο κέντρο του Ντονιέτσκ φτάσαμε βράδυ κι ενώ στους δρόμους συναντούσες κυρίως άνδρες των πολιτοφυλακών επιφορτισμένους με την αποστολή της ανίχνευσης τυχόν ομάδων δολιοφθορέων. Στον τόπο διαμονής μας, ένα πρώην ξενοδοχείο, η σημαία της Ουκρανίας στη ρεσεψιόν είχε αντικατασταθεί από την καινούρια της Λαϊκής Δημοκρατίας, ωστόσο είχαν παραμείνει αναμνηστικά από μεγάλες διεθνείς ομάδες ποδοσφαίρου που διέμειναν εκεί σε παλαιότερες αναμετρήσεις με την τοπική ομάδα, τη Σαχτάρ. Ρώτησα για τον αγώνα με την Πόρτο δύο μέρες μετά, αλλά ένας από τους πολιτοφύλακες μου είπε ότι δεν τη στηρίζει ο λαός γιατί είναι ομάδα του προδότη του Αχμέτοφ, ο οποίος την πήρε και άλλαξε έδρα.
Μας υποδέχτηκε μια αντιπροσωπεία από τη στρατιωτική και πολιτική ηγεσία της πόλης, χαρούμενη που επιτέλους κάποιοι από την Ευρώπη θα πουν την αλήθεια για το τι συμβαίνει. Πιο χαρούμενος από όλους, ένας τεράστιος άνδρας που μας καλωσόρισε θερμά, ο Γκρεκ ο Έλληνας: ένας από τους ηγέτες των ανταρτών και συγκεκριμένα διοικητής της Μακίεφκα, μιας πόλης-προαστίου του Ντονιέτσκ. Θα φάμε και θα πιούμε μαζί σήμερα, μας είπε. Είναι η μόνη μέρα που θα πιούμε κάτι, γιατί απαγορεύεται.
Η πρώτη ερώτηση ήταν από αυτούς και όχι από εμάς. «Πώς και σηκωθήκατε και φύγατε για να έρθετε εδώ, σε μια εμπόλεμη περιοχή»; «Στην Ελλάδα ακούμε μόνο την εκδοχή του Κιέβου και θέλαμε να δούμε και τη δική σας πλευρά» ήρθε η δημοσιογραφική απάντηση. Δεν την έδωσα εγώ. Στη συνέχεια φάγαμε κονσέρβες, τυρί και ψωμί και τσουγκρίζαμε τα ποτήρια κάθε φορά πίνοντας σε κάτι. «Η τρίτη φορά, σε καιρούς ειρήνης, είναι για τον έρωτα. Σε καιρούς πολέμου είναι για τους χαμένους συντρόφους». Με τέτοια λόγια πήγαμε για ύπνο.
Έλεγαν ότι είναι σε πόλεμο, αλλά εμείς σκεφτόμασταν ότι τώρα δεν υπάρχει πρόβλημα γιατί λίγες βδομάδες πριν είχε υπογραφεί η εκεχειρία. Κι έτσι καθησυχάζαμε τον εαυτό μας. Έπρεπε να ξημερώσει για να καταλάβουμε ότι όλο και συχνότερα ακούγαμε ήχους όλμων. Οι δημοσιογράφοι έχουν ίσως αναπτύξει μια ψυχραιμία λόγω επαγγέλματος, ενώ οι μαχητές και οι κάτοικοι εμπόλεμων περιοχών έχουν συνηθίσει. Για μένα, η κατανόηση της προέλευσης των ήχων που ακούγονταν όλο και πιο συχνά και όλο και πιο δυνατά σηματοδότησε την έναρξη μιας περιόδου αγωνίας και σφιγμένου στομαχιού, που χρειάστηκε πολλές μέρες για να τερματιστεί.
Θα κατανοούσαμε καλύτερα τι επιπτώσεις έχουν αυτοί οι ήχοι μερικές ώρες αργότερα. Πρώτα είχαμε να επισκεφτούμε το όρος Σαούρ Μαγκίλα. Είναι το ψηλότερο σημείο μιας επίπεδης περιοχής, που θεωρείται μνημείο ιστορικής σημασίας καθώς στο έδαφός της εκτυλίχθηκαν μερικές από τις σφοδρότερες μάχες τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. «Αυτά εδώ τα εδάφη είναι ιερά. Εκατοντάδες χιλιάδες σκοτώθηκαν πολεμώντας το φασισμό» μας έλεγε ο οδηγός μέχρι να φτάσουμε. Αυτές οι ατέλειωτες στέπες για τις οποίες έγραψαν οι συγγραφείς, όπου το χειμώνα όλα είναι παγωμένα. Πόσοι και πόσοι δεν χάθηκαν σε αυτά τα εδάφη με το όπλο στο χέρι; Και πώς τα έφερε η ιστορία, να σκοτώνονται και πάλι με τον ίδιο τρόπο…
Δεν είναι η δική μας εξιδανικευμένη εκτίμηση. Τέτοιες εκτιμήσεις αφήσαμε στην Ελλάδα. Ο αντιφασισμός, τουλάχιστον με τον τρόπο που τον ορίζουν, είναι το πιο ισχυρό ενοποιητικό χαρακτηριστικό των ανταρτών του Ντονμπάς. Γι’ αυτό και το βασικό διακριτικό είναι το πορτοκαλί και μαύρο σήμα του Αγίου Γεωργίου, σύμβολο του μεγάλου αντιφασιστικού αγώνα, γι’ αυτό και συνθήματα ενάντια στο φασισμό είναι γραμμένα σε όλα τα οδοφράγματα. Σχεδόν για το σύνολο των Νοβορώσων αλλά και των Ρώσων, η κληρονομιά του «μεγάλου πατριωτικού πολέμου» και του αντιναζισμού αποτελεί βασικό στοιχείο της ταυτότητάς τους. Η 9η του Μάη ήταν και παραμένει η βασική εθνική γιορτή της Ρωσίας. Και αν αυτό φαντάζει προφανές στους αριστερούς και τους κομμουνιστές –είτε τους πραγματικούς είτε όσους απλά διατηρούν τον τίτλο ενώ είναι κομμάτι του συστήματος του Πούτιν– προκαλεί εντύπωση ότι αυτή η κληρονομιά ενσωματώθηκε και σε μια νέα ιδιόμορφη εθνική αφήγηση την οποία ασπάζεται η συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού. Μια αφήγηση που χωρά και τον τσάρο και τον Λένιν και την ορθοδοξία και τις σοβιετικές κατακτήσεις και τη σύγχρονη πολιτική της Ρωσίας.
«Πάρε αυτό σαν δώρο, είναι ένα κομμάτι από τα συντρίμμια του μνημείου» μου είπε μια γυναίκα που βρισκόταν δίπλα μου. Τα γλυπτά όπου αναγράφονταν τα ονόματα των νεκρών από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχαν ρωγμές από σφαίρες από την επίθεση του ουκρανικού στρατού. «Γιατί τα βάζετε με την ιστορία μας, οι γονείς και οι παππούδες μας πιστεύανε σ’ αυτόν» απορούσε ένας πολιτοφύλακας την επόμενη μέρα, έπειτα από την αποκαθήλωση του αγάλματος του Λένιν στο Χάρκοβο. Και ο διπλανός μου, που είχε μόλις έρθει από το Χάρκοβο με ανταλλαγή κρατουμένων, περιέγραφε οργισμένος ότι πήρε τηλέφωνο το δήμαρχο και του είπε πως, όταν πάρουν την πόλη, θα χτίσουν νέο μεγαλύτερο και θα σκοτώσουν τους προδότες. Δεν νομίζω κανείς από τους δύο να δήλωνε κομμουνιστής.
Ας γυρίσουμε όμως στους όλμους. Ήταν σε εξέλιξη η μάχη του αεροδρομίου, όπου ισχυρές δυνάμεις του Δεξιού Τομέα είχαν μείνει αποκλεισμένες. Δεν γνωρίζαμε όμως ότι, παρά την εκεχειρία, οι δυνάμεις αυτές αντί να παραδοθούν έβαλαν συχνά κατά κατοικημένων περιοχών. Βρεθήκαμε μαζί με την πολιτοφυλακή σε μια γειτονιά η οποία είχε μόλις χτυπηθεί. Εκεί γνωρίσαμε έναν άνδρα που θρηνούσε για την απώλεια της μητέρας του λίγη ώρα πριν. Ήμασταν στην πόλη την 1η του Οκτώβρη που χτυπήθηκε ένα σχολείο την πρώτη μέρα της σχολικής χρονιάς και μια στάση λεωφορείου, με αποτέλεσμα δώδεκα νεκρούς από τις δύο επιθέσεις. Και οργιστήκαμε όταν είδαμε τον διεθνή Τύπο να αναρωτιέται αν φταίνε οι αντάρτες που ελέγχουν το σύνολο της πόλης με τη στήριξη των κατοίκων ή οι φασίστες που βρίσκονται κλεισμένοι σε ένα άκρο της και στοχεύουν προς τις περιοχές που χτυπήθηκαν…
Λογικό είναι βέβαια. Το Κίεβο δεν δρα αυτοτελώς. Δρα υπό τις οδηγίες των ΗΠΑ και της ΕΕ, αξιοποιώντας διεθνείς στρατιωτικές ομάδες φασιστών και προετοιμάζοντας εμπλοκή του ΝΑΤΟ. Ποιους αντιμετωπίζει; Πάντως όχι ρώσους πράκτορες και στρατιώτες, πιόνια του Πούτιν και φανατικούς υπερκακούς. Δεν λέει κανείς ότι δεν εμπλέκονται τεράστια γεωπολιτικά συμφέροντα και δεν επηρεάζει η Ρωσία πολλαπλώς την έκβαση της μάχης. Ωστόσο εμείς γνωρίσαμε πρωταγωνιστές στις μάχες, που σκοτώνονται και νικούν, ανθρώπους οι οποίοι άφησαν τις δουλειές τους, οικοδόμοι, μανάβηδες ή ασφαλιστές και προγραμματιστές, όταν δεν είχαν άλλη επιλογή παρά να πολεμήσουν, να γίνουν ειδικοί στα άρματα μάχης ή στα εκρηκτικά.
Μην περιμένετε από αυτούς να σηκώσουν πάνω τους το βάρος της ήττας και συντριβής της Αριστεράς και του κομμουνιστικού κινήματος. Ποιος μπορεί να τους κουνήσει το δάχτυλο και να θέσει τόσο βαρύ φορτίο στους ώμους τους; Η Αριστερά των ίσων αποστάσεων έχει ξεκαθαρίσει πρώτον και κύριον αυτή ποια ήταν και είναι τα καθήκοντά της προτού δασκαλέψει έναν ένοπλο λαό; Αλλά μην υποτιμάτε και τη δυναμική των πραγμάτων. Η ακραία νεοφιλελεύθερη ατζέντα που φέρνει μαζί της η χούντα του Κιέβου οδηγεί και σε κοινωνικό ριζοσπαστισμό. «Θέλουν να μας σκοτώσουν εμάς τους συνταξιούχους» μας έλεγε μια ηλικιωμένη στο δρόμο. Και δεν εννοούσε τους φανατικούς δολοφόνους του Δεξιού Τομέα αλλά τους πιο φανατικούς οικονομικούς δολοφόνους του ΔΝΤ.
Δεν ξέρουμε τι θα συμβεί. Ξέρουμε όμως ότι, αν κάτι θετικό είναι να έλθει γι’ αυτό τον δοκιμασμένο τόπο, σαν πρώτο βήμα έχει τη νίκη αυτών των ανδρών και γυναικών που παλεύουν. Εκτός από το να εκφράσουμε την αλληλεγγύη μας πρέπει να πάρουμε και δύναμη από αυτούς. Έτσι, αν με ρωτήσουν ξανά κάποιοι γιατί πήγαμε εκεί πέρα, θα απαντήσω: «Πήγα γι’ αυτούς. Αλλά περισσότερο πήγα για εμάς».
Οι εξεγερμένοι του Ντονμπάς και οι Αριστεροί του σωλήνα
του Κώστα Γούση
Το γεγονός ότι η Αριστερά σήμερα στην Ελλάδα και διεθνώς βρίσκεται στο ναδίρ από πλευράς αναλύσεων, θέσεων και πρωτοβουλιών φαίνεται ξεκάθαρα από το δεδομένο πως ήταν οι Banda Bassotti, μια πολιτικοποιημένη μουσική μπάντα από την Ιταλία, που έκαναν το στοιχειώδες και αυτονόητο αντιιμπεριαλιστικό, αντιφασιστικό και αντιπολεμικό καθήκον για τα κομμουνιστικά κόμματα και τα συνδικάτα. Γιατί όταν ΗΠΑ, ΕΕ και ΝΑΤΟ στηρίζουν πραξικοπήματα και ενισχύουν – καλύπτουν την επίθεση του ουκρανικού στρατού, φασιστικών ταγμάτων και μισθοφόρων στο λαό της Αν. Ουκρανίας, είναι στοιχειώδες το γεγονός ότι απαιτούνται πρωτοβουλίες του μαζικού κινήματος σε κάθε χώρα και διεθνιστική αλληλεγγύη. Κάποιες λίγες συλλογικότητες έσωσαν την τιμή της Αριστεράς σηκώνοντας το γάντι από τον σκληρά δοκιμαζόμενο ευρωπαϊκό Νότο.
Στην Ελλάδα ανταποκρίθηκε η Αντιφασιστική Καμπάνια για την Ουκρανία, ένα ενωτικό εγχείρημα με συμμετοχή πολλών συλλογικοτήτων της Αριστεράς και ανένταχτων αγωνιστών, που λειτουργεί με ανοικτές διαδικασίες συνέλευσης κι έχει ήδη δώσει δείγματα γραφής στο δρόμο, σε εκδηλώσεις και πρωτοβουλίες. Για ποιο λόγο το ΚΚΕ, η πλειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και ορισμένες οργανώσεις της ευρύτερης αντικαπιταλιστικής Αριστεράς δεν συμβάλλουν στη λειτουργία και δράση της Καμπάνιας ή δεν παίρνουν τουλάχιστον αυτοτελείς πρωτοβουλίες; Γιατί η ΚΝΕ δεν συμμετείχε στο Διεθνές Καραβάνι Αλληλεγγύης, όταν μάλιστα οργανώσεις με τις οποίες έχει άριστες σχέσεις σε διεθνές επίπεδο, όπως το FGC (Ιταλία) και το ΚΕΚΡ (Ρωσία), πρωταγωνίστησαν στη διεθνιστική-αντιιμπεριαλιστική αλληλεγγύη; Γιατί το ανοικτό γράμμα με το οποίο η νΚΑ απευθύνθηκε στην ΚΝΕ και τη ν. ΣΥΡΙΖΑ για κοινή δράση πάνω σε αντιιμπεριαλιστικούς – αντιπολεμικούς στόχους έμεινε αναπάντητο;
Η ουσία της απάντησης σε τέτοια ερωτήματα βρίσκεται στη γραμμή των ίσων αποστάσεων που από διαφορετικές αφετηρίες και αναλύσεις έχει δυστυχώς ηγεμονεύσει στις κυρίαρχες εκφράσεις της Αριστεράς στην Ελλάδα και διεθνώς. Η ακραία φιλοΕΕ προσκόλληση του ΣΥΡΙΖΑ, οι όρκοι πίστης στο ΝΑΤΟ και το κυρίαρχο πλαίσιο του «πολιτισμένου δυτικού κόσμου» οδηγούν τις επίσημες φωνές-θέσεις του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε αόριστες επικλήσεις ανθρωπισμού, καλέσματα στην ΕΕ να ακολουθήσει φιλειρηνική πολιτική και στην υιοθέτηση του χαρακτηρισμού περί «φιλορώσων αποσχιστών», ξεκάθαρη ορολογία του Κιέβου και του ευρωατλαντικού ιμπεριαλισμού.
Κι αν για τον ΣΥΡΙΖΑ μια τέτοια γραμμή και πρακτική απορρέει από τη φυσιογνωμία και τα συστημικά όρια των αναλύσεων και των στόχων του, ακόμη πιο θλιβερή είναι η γραμμή και πρακτική του ΚΚΕ, καθώς έρχεται σε ευθεία αντιπαράθεση με τις αντιμπεριαλιστικές παραδόσεις και τη δράση αυτού του κόμματος στο παρελθόν. Το ΚΚΕ σε πλήθος παρεμβάσεων, με πιο πρόσφατο κι ενδεικτικό το άρθρο του υπευθύνου του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων της ΚΕ Ελισαίου Βαγενά, υποτιμά ξεκάθαρα τη λαϊκή δυναμική του αντιφασιστικού αγώνα βλέποντας τη σύγκρουση απλά και μόνο ως ενδοϊμπεριαλιστική. Κι αφού φτάνει σε κρεσέντο απλοϊκής και αντιδιαλεκτικής σκέψης χωρίς να αντλεί πείρα από τα διδάγματα της ιστορίας (π.χ. αναλογία ένοπλων ανταρτών / πληθυσμού), καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το εργατικό – λαϊκό κίνημα πρέπει να απορρίψει το δίλημμα της επιλογής κάποιας από τις δύο μεριές της ιμπεριαλιστικής σύγκρουσης, χρεώνοντας στην πλευρά των εξεγερμένων του Ντονμπάς ανειλικρινή αντιφασισμό κι εθνικισμό.
Η θέση του ΚΚΕ, αναπαράγοντας λανθασμένες εκτιμήσεις προσφιλείς σε ορισμένες μερίδες του τροτσκιστικού και αναρχικού χώρου, αυτοεπιβεβαιώνεται γύρω από μια «καθαρή» απάντηση, τη στιγμή που έχει θέσει αφετηριακά το δίλημμα σε λάθος βάση, καθώς έχει εξοβελίσει απ’ την οπτική του τη δυνατότητα των λαών να ανατρέπουν ιμπεριαλιστικά σχέδια και να αλλάζουν τους όρους του παιχνιδιού. Η κατάσταση στα εξεγερμένα προλεταριακά κέντρα του Ντονμπάς είναι πράγματι εξόχως αντιφατική. Ερωτήματα όπως «πόσο δυνατή είναι η Αριστερά στο ένοπλο κίνημα, πόσο λαϊκές είναι οι λαϊκές δημοκρατίες, θα προχωρήσουν όντως σε εθνικοποιήσεις της περιουσίας των ολιγαρχών, υπάρχει κίνδυνος να ενσωματωθούν-υποταχθούν στα σχέδια της Ρωσίας, να οδηγηθούν σε γραμμή συμβιβασμού και συνδιαλλαγής με μερίδες ολιγαρχών;» είναι καίρια και οι απαντήσεις δεν είναι εύκολες. Είναι δεδομένο ότι εντός αυτής της εξαιρετικά δυναμικής διαδικασίας, όπου ο λαός πολεμάει με τ’ όπλο στο χέρι το φασισμό, διεξάγεται μια εσωτερική διαπάλη για τις προοπτικές του αγώνα. Και σίγουρα υπάρχουν αντιδραστικές δυνάμεις συνδιαλλαγής, που έχουν αναρριχηθεί και σε καίριες πολιτικές θέσεις και μπορεί να οδηγήσουν στην ήττα και το συμβιβασμό. Άλλωστε η στάση του ΚΚ Ουκρανίας δεν βοηθάει καθόλου στη ριζοσπαστικοποίηση της διαδικασίας.
Ωστόσο υπάρχει μια αξιοσημείωτη ριζοσπαστικοποίηση στις τάξεις των λαϊκών πολιτοφυλακών και ορισμένων οπλαρχηγών (π.χ. Μοζγοβόι), ένα μένος ενάντια στην ολιγαρχία που αντανακλά την προλεταριακή σύνθεση της πλειοψηφίας του πληθυσμού και μια απόπειρα αυτοτελούς συγκρότησης των κομμουνιστικών δυνάμεων, ειδικά όσων αποχώρησαν ή διαγράφηκαν από το ΚΚ Ουκρανίας λόγω συμμετοχής στο ένοπλο αντάρτικο (ΚΚ Λουγκάνσκ – Εργατικό Μέτωπο). Όποια Αριστερά, με βάση αυτές τις πλευρές του αγώνα, αλλά και έχοντας πάντα κατά νου την επίθεση ΗΠΑ, ΕΕ, ΝΑΤΟ και φασιστών, δεν μπορεί ακόμη να ξεχωρίσει την ήρα απ’ το στάρι, να ορίσει τη διάταξη δυνάμεων, τις συνέπειες της νίκης τού ενός ή του άλλου στρατοπέδου και να πάρει θέση, είναι άξια χλεύης. Ο πόλεμος μαίνεται και οι μη ουσιαστικές συζητήσεις από ένα σημείο και μετά περιττεύουν.