του Θανάση Σκαμνάκη
«Ο Ούλριχ είχε την εντύπωση ότι στην αρχή της ενήλικης ζωής του επικρατούσε σχεδόν παντού πλήρης άπνοια, διότι, παρά τους ευκαιριακούς ανεµοστρόβιλους που σύντοµα κόπαζαν, ο γενικός παλµός γινόταν όλο και πιο άκεφος και άτακτος. ∆εν µπορούσες να πεις σε τι συνίστατο η αλλαγή. Μήπως ξαφνικά είχαν λιγοστέψει οι σηµαντικοί άντρες; Σε καµία περίπτωση! Εξάλλου αυτοί δεν µετράνε· το ύψος στο οποίο φτάνει µια εποχή δεν εξαρτάται απ’ αυτούς. (Παραδείγµατος χάριν, η πνευµατική φτώχεια των ανθρώπων της δεκαετίας του ’60 και του ’80 δεν κατάφερε να παρεµποδίσει τη γένεση του Χέµπελ και του Νίτσε, ούτε όµως και κανένας απ’ αυτούς αναίρεσε την πνευµατική ανεπάρκεια των συγχρόνων του.) Μήπως η ζωή εν γένει µένει στάσιµη; Όχι, έχει γίνει πιο δυνατή!… Μήπως παλιότερα δεν είχαν διαπραχθεί στραβά; Πλήθος! Μεταξύ µας: ο κόσµος έκανε τα πάντα για τους αδύναµους άντρες και αγνοούσε τους δυνατούς· συνέβαινε βλάκες να παίζουν ρόλο ηγέτη και µεγάλα ταλέντα ρόλο εκκεντρικού· ο Γερµανός, χωρίς να τον βάζουν σε έγνοια όλες οι ωδίνες του τοκετού, που τις χαρακτήριζε παρακµή και νοσηρές υπερβολές, συνέχισε να διαβάζει τα οικογενειακά περιοδικά και να επισκέπτεται κατά ασύγκριτα µεγαλύτερα πλήθη τα «κρυστάλλινα µέγαρα» και τα µέγαρα της Ακαδηµίας απ’ ό,τι τις αίθουσες τέχνης των αποσχισθέντων καλλιτεχνών της αβάν γκαρντ· ειδικά δε της πολιτικής δεν της καιγότανε καρφί για τις αντιλήψεις των νέων ανδρών και των περιοδικών τους, ενώ οι δηµόσιοι θεσµοί έµεναν µακριά από το νέο πνεύµα σαν µέσα σε έναν κλοιό προστασίας από την πανούκλα. ∆εν θα µπορούσαµε να πούµε ότι είναι όλα καλύτερα από τότε; Άτοµα που παλιά ήταν επικεφαλής µικρών αιρέσεων έγιναν στο µεταξύ παλιές διασηµότητες· εκδότες και έµποροι έργων τέχνης πλούσιοι· καινούργια πράγµατα συνεχίζουν να δηµιουργούνται· όλος ο κόσµος επισκέπτεται τόσο τα κρυστάλλινα µέγαρα όσο και τις γκαλερί των αποσχισθέντων από τους αποσχισθέντες· οι κρατικοί λειτουργοί αρέσκονται στο να εµφανίζονται ειδήµονες σε θέµατα τέχνης και κουλτούρας και οι εφηµερίδες κάνουν ιστορία της λογοτεχνίας.
Τι είναι λοιπόν αυτό που χάθηκε; Κάτι αστάθµητο. Ένας οιωνός. Μια αυταπάτη. Όπως όταν ο µαγνήτης αφήνει τα ρινίσµατα σιδήρου κι αυτά ανακατεύονται πάλι… Κανείς δεν θα µπορούσε να αποδείξει την ύπαρξη κάποιων µεµονωµένων στοιχείων που δεν θα ήταν δυνατά και παλιότερα, αλλά όλοι οι συσχετισµοί είχαν λίγο µετατοπιστεί. Ιδέες ισχνές παλιότερα τώρα είχαν παχύνει. Πρόσωπα που παλιά δεν τα έπαιρναν στα σοβαρά τώρα αποκόµιζαν φήµη. Οι ανεξάρτητοι πλήρωναν το χειροκρότηµα µε υποχωρήσεις, η ήδη διαµορφωµένη αισθητική έπασχε από αβεβαιότητα. Οι σαφείς οροθετήσεις έγιναν παντού συγκεχυµένες, και µία νέα, αδύνατο να περιγραφεί ικανότητα συµπεθεριάσµατος ανέδειξε νέους ανθρώπους και νέες ιδέες. ∆εν ήταν ιδέες κακές, σίγουρα όχι· µόνο που είχε ανακατευτεί λίγο παραπάνω απ’ όσο έπρεπε το κακό µε το καλό, αυταπάτη µε την αλήθεια, πνεύµα βολέµατος µε σηµασία… ∆εν λείπουν ούτε το ταλέντο ούτε η καλή θέληση, ούτε καν οι χαρακτήρες. Μόνο που λείπουν τόσο τα πάντα όσο και τίποτε· είναι σαν να έχει αλλάξει το αίµα ή ο αέρας· µια µυστηριώδης ασθένεια έχει φάει τον µικρό βλαστό της µεγαλοφυΐας της προηγούµενης εποχής, όµως όλα αστράφτουν νεότητα, και στο τέλος δεν ξέρεις πια αν όντως έχει χειροτερέψει ο κόσµος ή αν έχεις απλώς γεράσει εσύ. Τότε έχει φτάσει οριστικά µια νέα εποχή».
Το απόσπασµα αυτό προέρχεται από το µυθιστόρηµα του Ρόµπερτ Μούζιλ Ο άνθρωπος χωρίς ιδιότητες (εκδ. Οδυσσέας) και µιλάει για τις αρχές του 20ού αιώνα. Μια ενδιαφέρουσα σπουδή που µας αφορά, για την εποχή που αλλάζει… η εποχή.