του Μιχάλη Ψύλου
Τον «στρατιωτικό επεμβατισμό για… ανθρωπιστικούς λόγους» ανακαλύπτει τώρα η Γερμανία, για να δικαιολογήσει την αλλαγή στρατηγικής του Βερολίνου στη διεθνή σκηνή. Ο γερμανός πρόεδρος Γιόαχιμ Γκάουκ δήλωσε ότι η Γερμανία πρέπει πλέον να εγκαταλείψει τη λογική των παλιότερων δεκαετιών και να ανταποκριθεί στις νέες «υποχρεώσεις» της στο στρατιωτικό πεδίο. «Η Γερμανία είναι μια υγιής και αξιόπιστη δηνα δικαιώματα. Σε αυτό τον αγώνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα ή για την επιβίωση αθώων ανθρώπων είναι μερικές φορές απαραίτητο να πάρεις τα όπλα» .
Τη μυθολογία της δήθεν υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με στρατιωτικές επεμβάσεις, που πρώτοι χρησιμοποίησαν οι Αμερικανοί στη δεκαετία του 1990 στην πρώην Γιουγκοσλαβία, αναλαμβάνουν τώρα να προωθήσουν οι Γερμανοί. Ο γερμανός πρόεδρος ζήτησε να αφήσει το Βερολίνο πίσω την απροθυμία του να αναλάβει τέτοιου είδους δράση μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτό θα γίνει «με την ενεργό συμμετοχή στην επίλυση των συγκρούσεων σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, μαζί με τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΝΑΤΟ» τόνισε χαρακτηριστικά. Το Βερολίνο, ελέγχοντας οικονομικά την Ευρωπαϊκή Ένωση, αισθάνεται πλέον επαρκή αυτοπεποίθηση ώστε να αναλάβει διεθνή ρόλο υπερδύναμης και να αλλάξει το μεταπολεμικό στρατιωτικό δόγμα της Γερμανίας. Έχοντας μάλιστα μια κυβέρνηση «Μεγάλου Συνασπισμού» Χριστιανοδημοκρατών – Σοσιαλδημοκρατών μπορεί να εμφανίζεται ενιαία και ευρείας βάσης η γερμανική ιμπεριαλιστική πολιτική. Όπως είπε κυνικά ο Γκάουκ, «η Γερμανία πρέπει πλέον να εγκαταλείψει τη λογική των παλιότερων δεκαετιών και να ανταποκριθεί στις νέες “υποχρεώσεις” της στο στρατιωτικό πεδίο. Η χώρα μου είναι μια δύναμη που πρέπει να αναλάβει μεγάλες ευθύνες Και θα το πράξει».
Πριν από τέσσερα χρόνια, στις 22 Μαΐου του 2010, ο τότε πρόεδρος της Γερμανίας Χορστ Κέλερ είχε αναγκαστεί βέβαια να παραιτηθεί μετά το σάλο που είχαν προκαλέσει οι «πρόωρες» δηλώσεις του για την ανάγκη ανάληψης γερμανικής στρατιωτικής δράσης στο εξωτερικό για την προάσπιση των οικονομικών συμφερόντων του Βερολίνου. Σήμερα όμως το Βερολίνο δεν νοιάζεται να αποκρύψει τους στόχους του. Απλώς τους καλύπτει με διαφορετικό περιτύλιγμα, καθώς εισερχόμαστε πλέον στην περίοδο του πλήρους στρατιωτικού επανεξοπλισμού της Γερμανίας για πρώτη φορά μετά το 1945. Ο δηλώσεις Γκάουκ δεν θα έπρεπε βέβαια να προκαλούν έκπληξη, με δεδομένο ότι στο πρόσφατο παρελθόν αρκετές γερμανικές κυβερνήσεις έχουν δώσει το πράσινο φως για τη συμμετοχή του γερμανικού στρατού σε αποστολές στο Αφγανιστάν κι αλλού. Τόσο ο σοσιαλδημοκράτης υπουργός Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαγερ όσο και η χριστιανοδημοκράτισσα υπουργός Άμυνας Ούρσουλα φον ντερ Λάγεν συμμερίζονται την άποψη ότι μια οικονομική υπερδύναμη σαν τη Γερμανία δεν έχει την πολυτέλεια να παρακολουθεί από το περιθώριο, ενώ πρέπει και να αποδείξει την αξιοπιστία και την αφοσίωσή της και στους εταίρους της. Η γερμανίδα υπουργός Άμυνας εξετάζει το ενδεχόμενο να αυξηθεί η γερμανική συμμετοχή στην ευρωπαϊκή δύναμη στο Μαλί που σήμερα περιορίζεται σε 180 άτομα, με το βάρος να δίνεται τις αερομεταφορές και τον ανεφοδιασμό εν πτήσει. Ο υπουργός Εξωτερικών Στάινμαγερ τόνισε μάλιστα ότι «η Ευρώπη δεν μπορεί να αφήσει τη Γαλλία μόνη» στο Μαλί. Μπορεί τα αντιγερμανικά αισθήματα να εξαπλώνονται ραγδαία σε ολόκληρη την Ευρώπη σαν συνέπεια της νέας πορείας του Βερολίνου, αλλά η Γερμανία δεν δείχνει να το αντιλαμβάνεται…