του Γεράσιμου Λιβιτσάνου
Ο ΣΥΡΙΖΑ µπορεί να άγεται και να φέρεται µε τεράστιες ταλαντώσεις, όταν συγκροτεί το ευρωψηφοδέλτιό του, δεν έχει όµως τέτοια προβλήµατα όταν «συγκροτεί» την ευρωπαϊκή πολιτική του: Είναι σαφώς ταγµένη στο µονόδροµο του ευρώ και της ευρωζώνης! Το κόµµα της αξιωµατικής αντιπολίτευσης το απέδειξε περιτρανα τις προηγούµενες µέρες. Ξεκίνησε την εβδοµάδα του µε εσωκοµµατική φαγωµάρα για την υποψήφια του στη Θράκη και την έκλεισε φορώντας… ευρωπατριωτικό καπέλο!
«Αντιµετωπίζουµε αυτή την εκλογική µάχη όχι σαν µια απλή αναµέτρηση ευρωεκλογών, αλλά µια αναµέτρηση µε ιδιαίτερα πατριωτικό και εθνικό χαρακτήρα. Καλούµε όλους τους Έλληνες και τις Ελληνίδες, όλους τους έλληνες πατριώτες να ενισχύσουν το ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ». Με αυτή τη φράση –που προηγήθηκε της ανακοίνωσης της συµµετοχής του Μ. Γλέζου στο ευρωψηφοδέλτιο– ο Αλ. Τσίπρας… εµβάθυνε ακόµη περισσότερο στο σύνθηµα «Ελλάδα ή Μέρκελ» που έχει λανσάρει τις τελευταίες εβδοµάδες, εξαφανίζοντας ως διά µαγείας κάθε ταξική διάσταση από την πολιτική ατζέντα ενόψει των ευρωεκλογών.
Θέτοντας τέτοιου είδους διλήµµατα, που προσπερνούν και κρύβουν την πραγµατική αιτία της εφαρµογής των µνηµονιακών πολιτικών, δηλαδή τη φύση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωζώνης σαν µηχανισµών «εγγύησης» της κυριαρχίας του κεφαλαίου σε βάρος του κόσµου της εργασίας, η ηγετική όµαδα του ΣΥΡΙΖΑ καλύπτει δύο πολύ συγκεκριµένες ανάγκες της: Καταρχήν «θολώνει τα νερά» ακόµη περισσότερο, για τη δεδοµένη επιλογή της να αποτελέσει δύναµη διαχείρισης του συστήµατος και κατά επίσης απαντά –στο επικοινωνιακό επίπεδο– στην κριτική που της ασκείται από τη Νέα ∆ηµοκρατία, περί «επιζήµιων για τα εθνικά ζητήµατα» χειρισµών µε αφορµή τα θέµατα των µειονοτήτων της Θράκης.
Όσον αφορά το πρώτο σκέλος σαφέστατη είναι και η διακήρυξη του ΣΥΡΙΖΑ για τις ευρωεκλογές, που δόθηκε στη δηµοσιότητα την Παρασκευή. Γίνεται λόγος για «Ευρώπη της Μέρκελ και του Σουλτς, Ευρώπη της γερµανικής επικυριαρχίας και του ιµπεριαλισµού» της οποίας το πρόβληµα είναι πως «από τον συναινετικό καπιταλισµό έχουµε περάσει στον ολοκληρωτικό νεοφιλελεύθερο καπιταλισµό», έτσι ώστε «η Ευρώπη σήµερα δεν έχει πια καµία σχέση µε το µοντέλο σταθερής εργασίας, ισχυρών κοινωνικών εγγυήσεων, αξιοπρεπών συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας, αλληλεγγύης και οικολογικής ευαισθησίας». Στο ίδιο κείµενο παρότι οµολογείται πως «η νέα ΟΝΕ, µε το νέο δηµοσιονοµικό σύµφωνο, µε τους κανονισµούς εποπτείας και τιµωρίας των κρατών που αντιµετωπίζουν ελλείµµατα και υψηλό χρέος και µε τον αυστηρό έλεγχο των κρατικών προϋπολογισµών […] εξοβελίζει τη δυνατότητα άσκησης εναλλακτικής πολιτικής» γίνεται… επανερµηνεία του συνθήµατος «καµία θυσία για το ευρώ» µε τρόπο τέτοιο που να σηµαίνει… «οπωσδήποτε µέσα στο ευρώ»! Χαρακτηριστική είναι η διατύπωση του κειµένου της διακήρυξης: «Εµείς θέλουµε να σώσουµε τη χώρα µέσα στο ευρώ και όχι µε πρόσχηµα τη σωτηρία του ευρώ να οδηγήσουµε τη χώρα σε καταστροφή. Όπως συµπυκνώνει το σύνθηµα “καµιά θυσία για το ευρώ”, απόλυτη προτεραιότητα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι η αποτροπή της ανθρωπιστικής καταστροφής και η ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών και όχι η υποταγή σε υποχρεώσεις που ανέλαβαν άλλοι υποθηκεύοντας τη χώρα. ∆εσµευόµαστε ότι θα αντιµετωπίσουµε τις ενδεχόµενες απειλές και τους εκβιασµούς των δανειστών µε όλα τα δυνατά όπλα».
Ουσιαστικά ο ΣΥΡΙΖΑ προδιαγράφει και οριοθετεί µε περισσή σαφήνεια την κυβερνητική πολιτική που φιλοδοξεί να ασκήσει: Μια πολιτική «συναινετικού καπιταλισµού», που στις παρούσες συνθήκες υπέρµετρης έντασης της επίθεσης στα εργασιακά και δηµοκρατικά δικαιώµατα ελέω καπιταλιστικής κρίσης δεν µπορεί να είναι παρά «µία από τα ίδια».
Απαραίτητη προϋπόθεση για όλα αυτά είναι βέβαια η… εκλογική αποτελεσµατικότητα στις επικείµενες αναµετρήσεις. Έτσι το άγχος για την επίτευξή της είναι προφανές ότι οδήγησε την ηγετική οµάδα του ΣΥΡΙΖΑ στο µπάχαλο µε τις υποψηφιότητες στη Βορεια Ελλάδα, και συγκεκριµένα στην αποποµπή από το ευρωψηφοδέλτιο της Σαµπίχα Σουλεϊµάν και στη συνέχεια στην παραίτηση του περιφερειακού συµβούλου Αν. Μακεδονίας Αχµέτ Κουρτ ύστερα από τη δηµοσιοποίηση φωτογραφιών του µε τον τούρκο εθνικιστή Ντ. Μπαχτσελί. Η υπόθεση αυτή ουσιαστικά ανέδειξε αφενός την ευκολία και την προχειρότητα µε τις οποίες αντιµετωπίστηκε συνολικά το θέµα –αφού ο ΣΥΡΙΖΑ δύσκολα µπορεί να επικαλεστεί άγνοια για τις δραστηριότητες των δύο υποψηφίων– και αφετέρου την υποταγή των όποιων κινήσεων στις ανάγκες της κάλπης. Όσον αφορά τις αντιδράσεις του «κοσµοπολίτη» υποψηφίου ∆. Χριστόπουλου για την υποψηφιότητα Σαµπιχά και τις κατηγορίες που εξαπέλυσε περί εθνικίστριας υποψήφιας, πρόκειται για καταστάσεις αναµενόµενες όταν ένα ψηφοδέλτιο καταρτίζεται µε τη λογική «να χωρέσουν οι πάντες» προκειµένου να διευρυνθεί η δυνατότητα συλλογής ψήφων.