του Γεράσιμου Λιβιτσάνου
Τα γράφαµε και τα ξαναγράφαµε: Η κυβέρνηση δεν είχε ποτέ πρόθεση να καταστρέψει τη Χρυσή Αυγή γιατί είναι πολιτικά «συγκοινωνούντα δοχεία». Αξιοποίησε τη δολοφονική της δράση για να ρίξει τη «φάπα του µάστορα προς τον παραγιό», να την επαναφέρει στο ρόλο του «µπράβου» του συστήµατος και να αποκαταστήσει τα ποσοστά της Ν∆ ώστε να αποφύγει την επικείµενη πολιτική ήττα στις εκλογές. Η καταγραµµένη συνοµιλία του Ηλ. Κασιδιάρη µε τον Τ. Μπαλτάκο απλώς επιβεβαίωσε αυτή την πολιτική εκτίµηση που… «έβγαζε µάτι». Πανικόβλητοι πλέον οι γαλαζοπράσινοι κυβερνώντες προσπαθούν µάταια να αποστασιοποιηθούν από τη φιγούρα του «αντικοµµουνιστή» γραµµατέα της κυβέρνησης σε ένα πολιτικό κλίµα που ίσως κυοφορεί επικίνδυνες πολιτικές εξελίξεις, µία από τις οποίες είναι το ποινικό και πολιτικό «ξελάσπωµα» των χρυσαυγιτών.
Μετά το αρχικό σοκ, το κυβερνητικό επιτελείο σε καθεστώς «κόκκινου συναγερµού διαχείρισης κρίσεων» θα επιδιώξει µε εξόφθαλµα ψέµατα να σώσει ό,τι διασώζεται. Πρώτος στόχος η αναστήλωση του προφίλ του Αντώνη Σαµαρά: τον εµφανίζουν ως πρωθυπουργό προσηλωµένο στη µάχη για τη σωτηρία της χώρας, που είχε την αφέλεια να διαλέξει «έναν ηλίθιο» -όπως χαρακτηριστικά λένε- για συνεργάτη. Μόνο που το χαρακτηριστικό γνώρισµα του Τ. Μπαλτάκου δεν είναι η «ηλιθιότητα» αλλά οι ακροδεξιές του αντιλήψεις. Οι ίδιες από τις οποίες εµφορείται µεγάλο µέρος του πρωθυπουργικού επιτελείου, ενώ χαρακτηρίζουν συνολικά την κυβερνηση. Το δόγµα περί «ανακατάληψης πόλεων», ο σκληρός αυταρχισµός, η ανασύσταση του παρακράτους, η κατάργηση του απεργιακού δικαιώµατος, ο περιορισµός δηµοκρατικών δικαιωµάτων, ο κοινοβουλευτικός ολοκληρωτισµός των πράξεων νοµοθετικού περιεχοµένου δεν είναι ιδέες του Μπαλτάκου αλλά η… εφαρµοζόµενη -ακόµη και αυτή τη στιγµή- κυβερνητική πολιτική. Αποτελούν την απαραίτητη προϋπόθεση για τη συνέχιση της «µνηµονιακής» βαρβαρότητας. Στο ίδιο πλαίσιο γίνεται προσπάθεια θα εµπεδωθεί µέσω επικοινωνιακού βοµβαρδισµού το γεγονός ότι «ο Σαµαράς δεν είναι φιλικά προσκείµενος προς τη Χρυσή Αυγή», εξ ου και οι δηλώσεις του πρωθυπουργού την Παρασκευή, όταν αποκάλεσε το κόµµα αυτό «εκβιαστές» στους οποίους δεν θα επιτρέψει να ρυθµίζουν την πολιτική. Παρ’ όλα αυτά την ίδια στιγµή στο εσωτερικό της Νέας ∆ηµοκρατίας συζητούν σενάρια περί «διόρθωσης πορείας» ως προς την αντιµετώπιση της Χρυσής Αυγής και το διαχωρισµό της σε… «καλή» και «κακή», µε κριτήριο τη δράση της που εµπίπτει στο ποινικό δίκαιο. Ο τρίτος στόχος του κυβερνητικού επιτελείου θα είναι το θέµα Μπαλτάκου να παραπεµφθεί στους «θεσµούς» (κοινοβουλευτικούς και δικαστικούς) ώστε να εκτονωθεί η όλη ιστορία και να αλλάξει το συντοµότερο δυνατόν η πολιτική ατζέντα. Σε αυτό το σηµείο η κυβέρνηση βρίσκει –αντικειµενικά– απροσδόκητο αρωγό τον ΣΥΡΙΖΑ που θέλει να «προσαρµόσει» το όλο θέµα στις άµεσες εκλογικές του ανάγκες.
Να «βγει από το κάδρο» προσπαθεί όσο µπορεί και το ΠΑΣΟΚ. Κατανοεί πως χάνει το προφίλ της «δηµοκρατικής συνιστώσας» που κατέθετε προτάσεις νόµου για την ποινικοποίηση του ρατσισµού. Αποκαλύπτεται η πραγµατικότητα που λέει ότι συµπράττει κυβερνητικά µε ακροδεξιούς οι οποίοι βρίσκονται σε ανοιχτό δίαυλο πολιτικής συνεννόησης µε φασίστες. Παρ’ όλα αυτά ο Ευάγγ. Βενιζέλος κατέστησε σαφές πως πάνω απ’ όλα µετράει η εξυπηρετήση των αναγκών του κεφαλαίου. Χαρακτηριστική ήταν η δήλωσή του µετά τη συνάντησή του µε τον Αντώνη Σαµαρά: «Εµάς µας ενδιαφέρει η προγραµµατική συµφωνία και η πορεία της χώρας. Τα κόµµατα που συνεργαζόµαστε έχουµε διαφορές µεταξύ µας. ∆ιαφορές αξιακές, διαφορές ιδεολογικές, διαφορές ιστορικές». Θυµίζουµε πως όταν προ ηµερών ο Τ. Μπαλτάκος δήλωνε «γεννηµένος αντικοµµουνιστής» ο Ευάγγελος Βενιζέλος είχε υποβαθµίσει το θέµα δηλώνοντας ότι είναι ένα «γνωστό πρόβληµα» για το οποίο δεν αξίζει να ενοχλήσει τον πρωθυπουργό. Όσον αφορά την ίδια τη Χρυση Αυγή και τις «πρακτορίστικες» πρακτικές του Κασιδιάρη, ανέδειξαν ένα ξεκάθαρο πολιτικό στοιχείο: ότι το πολιτικό σύστηµα, στην παρούσα ιδιαίτερα συγκυρία, είναι εξαιρετικά δύσκολο να τη βλάψει, ακριβώς γιατί το φασιστικό µόρφωµα αποτελεί αναπόσπαστο πλέον µέρος του εν λόγω συστήµατος. Μπορεί έτσι να αξιοποιήσει τη σαπίλα και τη διαφθορά του προς όφελός του. Ακριβώς αυτό κάνει τούτες τις ηµέρες εκθέτοντας κυβέρνηση και ∆ικαιοσύνη. Είναι φανερό πώς µετά τις τελευταίες εξελίξεις η Χρυσή Αυγή µπορεί να προσβλέπει σε πολύ καλύτερη αντιµετώπιση από τα δικαστήρια.
Για τους λόγους αυτούς, είναι εξαιρετικά επίκαιρη η ανάγκη της έντασης της δράσης του εργατικού κινήµατος, ώστε αντιπαλεύοντας την επίθεση στα στοιχειώδη δικαιώµατά του στη δουλειά και την καθηµερινή ζωή να αντιπαλεύει ταυτόχρονα τον εκφασισµό σε κάθε εκδοχή του. Μόνον έτσι θα στριµωχτούν στη γωνία οι φασίστες και οι συνοµιλητές τους. Γιατί οι «Μπαλτάκοι» είναι πολλοί, κι έφυγε µόνον ένας από αυτούς…