Για τη χώρα αυτή τα «µαργαριτάρια» είναι παντοτινά – στα τηλεοπτικά δελτία
του Διονύση Ελευθεράτου
Σκεφθείτε έναν σηµαντικό αθλητικό σύλλογο, που «βουλιάζει» εξαιτίας των επιλογών κάποιου ανεκδιήγητου µεγαλοπαράγοντα. Η οµάδα υποβιβάζεται, καταχρεώνεται, κινδυνεύει να διαλυθεί. Ο «τιµονιέρης» αποκαθηλώνεται, ο σύλλογος αναστυλώνεται, ανακάµπτει και σταθεροποιείται –επί χρόνια– σε υψηλά επίπεδα. Αργότερα αρχίζει να «αγχοµαχά». Χάνει έδαφος, χωρίς όµως να έχει έως τώρα γκρεµοτσακιστεί, όπως επί των ηµερών του µεγαλοπαράγοντα. Τι κάνει εκείνος; Πληµµυρισµένος από βλακώδη, κοµπλεξική χαιρεκακία, διατυµπανίζει ότι η οµάδα βασανίζεται επειδή απέρριψε το δικό του, «σοφό» µοντέλο διαχείρισης. Ναι, εκείνο που την είχε οδηγήσει στον πάτο!
Αρκετές αληθινές ιστορίες του διεθνούς ποδοσφαίρου έχουν εξελιχθεί περίπου έτσι. Ακριβώς έτσι όµως, ίσως καµία: πού να βρεθεί παράγοντας µε τόση ξετσιπωσιά; Βρίσκεται ωστόσο το αντίστοιχό του στη σφαίρα της πολιτικής και της οικονοµίας. Αρκεί να βάλουµε στη θέση της οµάδας την Αργεντινή και να εκλάβουµε ως µεγαλοπαράγοντα το νεοφιλελευθερισµό που την οδήγησε στην εφιαλτική τετραετία 1999-2002. Διάβολε, ως πού µπορεί να φθάσει ο «ιδεολογικός χουλιγκανισµός» όσων αναζητούν «δικαίωση» στην ιδέα ότι η Αργεντινή δεν θα ασθενούσε σήµερα, εάν τότε είχε αφεθεί µέχρι τέλους –του δικού της τέλους– στο καταφανώς θανατηφόρο, µονεταριστικό χειρουργικό τραπέζι;
Δεν αλλάζουν τα γεγονότα, όσο κι αν φωνάζουν οι απανταχού ρεβανσιστές «της αγοράς», στις τάξεις των οποίων οι ηµέτεροι µουτζαχεντίν των µνηµονίων συγκροτούν την πλέον απλοϊκή και υστερική συνιστώσα. Διότι, σύµφωνοι, για τις ακριβείς αιτίες, το βάθος, την έκταση των σηµερινών οικονοµικών προβληµάτων της Αργεντινής, για το τι πρέπει να καταλογιστεί στην κυβέρνηση της Κριστίνα Κίρχνερ, µπορούν να γίνουν πολλές και σοβαρές συζητήσεις. Δεν περιµένουµε ασφαλώς να συµµετάσχουν σε αυτές οι «δικοί» µας «παπαγάλοι». Δεν αξιώνουµε καλλιγραφίες από της Μυλωνούς τα οπίσθια. Μόνο τερµατισµό της εκούσιας, προσποιητής αµνησίας.
Βολεύει, δεν βολεύει τα «παπαγαλάκια», την Αργεντινή την έπνιξε το 1999-2002 το νεοφιλελεύθερο «τσουνάµι» Μένεµ της δεκαετίας του 1990, καθώς και τα «γιατροσόφια» της ιδιότυπης τρόικας ΔΝΤ, Παγκόσµιας Τράπεζας και ΗΠΑ, οι οποίες θεωρούσαν την Αργεντινή οικονοµική «πίσω αυλή» τους. «Πυλώνες» της ολέθριας «νεοθατσερικής» πολιτικής του Κάρλος Μένεµ ήταν η θέσπιση (1991) της ισοτιµίας πέσο – δολαρίου (1:1), η συµπίεση των µισθών προς τα κάτω, οι σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις. Οι περίπου 400 επιχειρήσεις που ιδιωτικοποιήθηκαν αντιστοιχούσαν στο 7% του εθνικού προϊόντος. Η περαιτέρω «ώθηση» που δεν δόθηκε ποτέ –µε τις ιδιωτικοποιήσεις– στην παραγωγή της χώρας περίσσεψε στον τοµέα της διαφθοράς.
Διαρκώς συρρικνωνόταν το ΑΕΠ στη «µαύρη» τετραετία 1999-2002. Σύµφωνα µε στοιχεία της Παγκόσµιας Τράπεζας, µειώθηκε κατά 3,39% το 1999, κατά 0,79% το 2000, κατά 4,41% το 2001 και κατά… 10,89% το 2002. Η ανεργία; Στο 18,30% το 2001, στο 17,90% το 2002. Η φτώχεια; Κάλπαζε. Ένα ενδιαφέρον συµπέρασµα, άκρως ενοχλητικό για τους εγχώριους καθεστωτικούς – µνηµονιακούς «αργεντινολόγους», είναι ότι στη χρεοκοπηµένη Αργεντινή το ΑΕΠ δεν έπεσε συνολικά τόσο όσο στην Ελλάδα που «διασώζεται». Ούτε η ανεργία πλησίασε το δικό µας «30% παρά κάτι»!
Η συνέχεια όµως επιφυλάσσει και ενοχλητικότερο συµπέρασµα: τόσο το «ως εδώ και µη παρέκει» του Νέστορ Κίρχνερ προς τους διεθνείς τοκογλύφους (2003), όσο και το πρόγραµµα «αριστερόστροφου κεϊνσιανισµού» που υλοποιήθηκε έκτοτε, τελεσφόρησαν αµέσως. Στην πενταετία 2003-2007 όχι µόνο τερµατίστηκε η καθίζηση του ΑΕΠ, αλλά η ανάπτυξη «έτρεξε» µε ρυθµούς που θα ζήλευαν όλες οι χώρες – πλην Κίνας: 8,84%, 9,03%, 9,18%, 8,47%, 8,65%… Όσο για την ανεργία, αυτή µειωνόταν σταθερά – από το 16,1% του 2003 στα µονοψήφια νούµερα των τελευταίων ετών: 8,5% (2007), 7,8% (2008), 8,6% (2009). Η ανεργία του δεύτερου τριµήνου του 2013 καταµετρήθηκε στο 7,2%.Τα ποσοστά αυτά δεν συνιστούν µεγάλη βελτίωση µόνο εν συγκρίσει προς το έρεβος του 1999-2002. Στην «καρδιά» της νεοφιλελεύθερης περιόδου Μένεµ, στην πενταετία 1994-1998, η ανεργία έφθανε, κατά ετήσιο µέσο όρο, στο 15,2%…
Ασφαλώς η καπιταλιστική Αργεντινή των Κίρχνερ δεν ενσαρκώνει την κοινωνία των ονείρων µας. Παραµένει άλλωστε χώρα έντονων ανισοτήτων, παρά την αναδιανοµή εισοδήµατος που έγινε κατά την τελευταία δεκαετία του «αριστερού περονισµού». Αξίζει να αναλυθούν διεξοδικά, σε άλλο σηµείωµα, λάθη και αδύνατα σηµεία της πολιτικής Κίρχνερ – από τις αιτίες αύξησης του πληθωρισµού, έως τις ανεπάρκειες στην παραγωγική ανασυγκρότηση. Επί του παρόντος, µία και µόνη επισήµανση: όπως δείχνει και το ιστορικό, έως σήµερα, ζενίθ στο οποίο βρέθηκε τον περασµένο Οκτώβριο η εκλογική απήχηση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, στην κοινωνία της χώρας υπάρχει πλέον κι ένα ρεύµα εξ αριστερών κριτικής ή και αµφισβήτησης της πολιτικής Κίρχνερ. Ένα ρεύµα που διαπιστώνει, µεταξύ άλλων, ότι ορισµένες τοµές έµειναν ανολοκλήρωτες, ότι π.χ. δεν αντιµετωπίστηκε αποτελεσµατικά η συµµαχία µεγάλων εταιρειών και αγροτών που πολέµησε µανιωδώς τη φορολόγηση των εξαγόµενων αγροτικών προϊόντων, κ.λπ.
Όλα αυτά βεβαίως ουδόλως αναιρούν το βασικό συµπέρασµα: η Αργεντινή έσωσε προ δεκαετίας την κοινωνία της, διαγράφοντας το 75% του χρέους, πρωτίστως επειδή έπαψε να είναι το πειθήνιο θύµα του ΔΝΤ και των αγορών. Όποιες κι αν είναι στο εξής οι πολιτικές και οικονοµικές εξελίξεις, η παρακαταθήκη αυτή δεν αίρεται, παρά µόνο στα λόγια και κείµενα της πολιτικής και δηµοσιογραφικής καθεστωτικής αρλουµπολογίας.
Τον περασµένο Δεκέµβριο γινόταν µια απεργία αστυνοµικών κι οι «παπαγάλοι» ανακάλυπταν νέο, αντίστροφο… «αργεντινάτσο». Ο φαιδρός ισχυρισµός πως «η Αργεντινή ξαναγύρισε στο 2001-02» αναπαράγεται σε τέτοιο βαθµό, ώστε πριν από ένα µήνα ηχούσε σαν… αριστεριστής ο Γιώργος Κύρτσος, µόνο και µόνο επειδή επισήµαινε (στον Σκάι) ότι υπάρχει µεγάλη διαφορά ανάµεσα στο τότε και το παρόν. Η µακρόσυρτη δικαστική διελκυστίνδα της Αργεντινής µε διάφορους κερδοσκοπικούς οίκους-«γύπες» τροφοδοτεί αµίµητα… ηθικά διδάγµατα, όπως: «Να, δεν κέρδισαν τίποτε παραπάνω από εµάς». Για να αποκτήσει κάποια αληθοφάνεια τούτη η ανοησία, τα ελληνικά ΜΜΕ κατά κανόνα αποσιωπούν όσες δικαστικές αποφάσεις αναστέλλουν εντολές πληρωµής εκ µέρους της Αργεντινής (π.χ., την πρόσφατη απόφαση εφετείου των ΗΠΑ για τις αξιώσεις του «γύπα» ΝΜL).
Είναι φυσικά εξωφρενική κάθε απόπειρα «εξίσωσης» της ελληνικής τραγωδίας µε τα της Αργεντινής – πολλώ δε µάλλον κάθε πειρασµός να αναγορευθεί η η δική µας καταβαράθρωση σε «προτιµότερο δρόµο». Τι να συγκρίνει κανείς; Έχοντας διαγράψει το συντριπτικά µεγαλύτερο τµήµα του χρέους της, η Αργεντινή πληρώνει κατά διαστήµατα ή δεν πληρώνει καθόλου, κερδίζει χρόνο, επιδίδεται σε πολιτικό και δικαστικό «κλεφτοπόλεµο» – πολλοί λένε, µάλιστα, ότι θα διέθετε ισχυρότερα όπλα, αν είχε προβεί σε ορισµένες νοµικές κινήσεις το 2002-2003. Το κυριότερο: µε τη στάση του το Μπουένος Άιρες δείχνει ότι η εθνική κυριαρχία µπορεί εµπράκτως να υπερισχύει του βρετανικού ή αµερικανικού δικαίου. Τι σχέση έχουν όλα αυτά µε τον οικονοµικό-κοινωνικό στραγγαλισµό της Ελλάδας, που προσφέρει απόλυτη υπακοή και φορτώνεται χρέος διαρκώς βαρύτερο;
Για όλα είναι ικανοί οι «παπαγάλοι». Αν αύριο χάσει την εξουσία ο Ερντογάν, µπορεί να πουν ότι το πρόβληµα της Τουρκίας χρονολογείται από τότε που εκδιώχθηκε το ΔΝΤ. Αν το 2020 αντιµετωπίσει κάποια σοβαρή οικονοµική κρίση ο Ισηµερινός, θα ισχυριστούν ότι έφταιγε η διαγραφή του χρέους που πέτυχε η χώρα το 2008.