Αφιέρωμα: Πολυτεχνείο
Το μεγαλείο του αντιδικτατορικού αγώνα με αποκορύφωμα τη Νομική και την εξέγερση του Πολυτεχνείου συμπυκνώνεται στην αναγέννηση της ελπίδας για μια «νέα Ελλάδα», για μια άλλη κοινωνία, με όπλο τη δύναμη του οργανωμένου λαού. Αναδεικνύεται στο ανατρεπτικό πολιτικό μήνυμα και πλαίσιο που εμπνέει 40 χρόνια το λαϊκό και νεολαιίστικο κίνημα.
Γράφουν:
Άγγελος Χάγιος,
Σήφης Καυκαλάς
ΝΕΟ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟ ΡΕΥΜΑ
Συνείδηση γίνεται η ανάγκη τομής
Μια «αντικειμενική» προσέγγιση της ιστορίας του αντιδικτατορικού αγώνα και του Πολυτεχνείου, και ειδικά της διαπάλης των γραμμών μέσα στην Αριστερά, είναι αναγκαία από τη σκοπιά της επαναστατικής Αριστεράς και της προοπτικής της.
Μέσα στον αντιδικτατορικό αγώνα και για τις δικές του ανάγκες αναπτύσσεται και στη χώρα μας, ιδιαίτερα στη νεολαία, ένα νέο επαναστατικό ρεύμα, το οποίο διαμορφώνεται πιο συνειδητά από το 1971, στο φόντο της καπιταλιστικής κρίσης του 1970. Επηρεάζεται από την εμφάνιση νέων επαναστατικών τάσεων σε μια σειρά από χώρες: από τον Τσε, τον Μάη του ‘68 και τις ταξικές συγκρούσεις στην Ιταλία, κι από τα εθνικοαπελευθερωτικά αντιιμπεριαλιστικά κινήματα στο Βιετνάμ, την Ταϊλάνδη, την Παλαιστίνη και την Αφρική.
Ένα σημαντικό τμήμα νέων αγωνιστών αρνείται την πολιτική «ουράς» της Αριστεράς απέναντι στις πιο φιλελεύθερες αστικές «δημοκρατικές δυνάμεις». Τοποθετείται κριτικά απέναντι στην Αριστερά και την αδυναμία της να οργανώσει αντίσταση αποτροπής του πραξικοπήματος. Μελετά και προβληματίζεται για τη διάσπαση του ΚΚΕ το 1968, τη διεθνή κρίση του ρεφορμιστικού κομμουνιστικού κινήματος και του «υπαρκτού σοσιαλισμού».
Βαθμιαία συνειδητοποιεί την ανάγκη τομής και ταυτόχρονα αναζητά τη σύνδεσή του με τις προηγούμενες γενιές κομμουνιστών και με τις επαναστατικές παραδόσεις του Μεγάλου Οκτώβρη, της Κουβανέζικης και της Κινέζικης Επανάστασης. Ωθείται στην αναζήτηση δρόμων επαναστατικής υπέρβασης της κρίσης καθώς και μαρξιστικών απαντήσεων για τη σχέση μαζικού κινήματος, οργανωμένου μετώπου και επαναστατικής οργάνωσης.
Αυτό το ρεύμα διαπερνά, χωρίς να κυριαρχεί, τις περισσότερες οργανώσεις της Αριστεράς, την ΚΝΕ της εποχής, το μαοϊκό και τροτσκιστικό ρεύμα, λιγότερο τον Ρήγα, και φυσικά τον ανοργάνωτο αριστερό κόσμο. Ποιοτικό στοιχείο είναι η σχέση του με την επαναστατική θεωρία του μαρξισμού, η μελέτη των κλασικών έργων των Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν αλλά και της επαναστατικής φιλολογίας της εποχής.
Η ίδρυση της ΚΝΕ το 1968, κόντρα στην κυρίαρχη λογική που αρνείται την αυτοτελή συγκρότηση της επαναστατικής τάσης και προκρίνει την ένταξή της στο πλαίσιο μιας πλατιάς δημοκρατικής οργάνωσης νεολαίας, εμπεριείχε και μια κατεύθυνση αμφισβήτησης της γραμμής του κομμουνιστικού κινήματος. Η επιλογή της κομμουνιστικής επαναστατικής στράτευσης ως αναγκαίας για την προώθηση στην πράξη γραμμής ανατροπής της Χούντας με αντιϊμπεριαλιστικό και -έστω ταλαντευόμενο- αντικαπιταλιστικό σχέδιο δοκιμάστηκε ως μάχιμη γραμμή στο κίνημα και στην κοινή δράση των μαχόμενων δυνάμεων, κυρίως της Αριστεράς. Η γραμμή αυτή διεκδίκησε την ηγεμονία στο ενωτικό μαζικό αντιδικτατορικό κίνημα και αναπτύχθηκε σε ανοικτή διαμάχη τόσο με τις «ενωτικές αμπελοφιλοσοφίες» από τα «δεξιά» όσο και με τις «επαναστατικές» φλυαρίες από τα «αριστερά». Κυρίως βέβαια αναπτύχθηκε σε διαρκή αντιπαράθεση με τη ευρωκομμουνιστική γραμμή του ΚΚΕ εσωτερικού, κι αυτό τοποθετούσε το μεγαλύτερο τμήμα της ΚΝΕ στα «αριστερά της Αριστεράς», χωρίς βέβαια να μπορεί να υπερβεί το ιστορικό πλαίσιο του χώρου της παρά μόνο με τη μεγάλη ρήξη του 1989.
Το ανατρεπτικό πολιτικό µήνυµα της εξέγερσης
Στον αντιδικτατορικό αγώνα, στα πρώτα «πέτρινα χρόνια» και κυρίως από το 1972, όταν αρχίζει να µαζικοποιείται το κίνηµα και µε κάποιες εργατικές και λαϊκές κινητοποιήσεις µέχρι και το Πολυτεχνείο, συµπαρατάχθηκε και συγκρούστηκε ενωτικά µε τη Χούντα και την αµερικανοκρατία όλο το φάσµα των οργανωµένων δυνάµεων του αριστερού-κοµµουνιστικού χώρου. Η Αντι-ΕΦΕΕ και η ΚΝΕ, ο Ρήγας Φεραίος και η ΚΟΣ, το ΕΚΚΕ µε την ΑΑΣΠΕ, η ΠΠΣΠ, η ΟΣΕ, η ΚΟ Μαχητής, οι γκεβαρικοί, αναρχικοί αγωνιστές και σκόρπιες οµάδες-επιρροές του ΠΑΚ.
Οι τάσεις για µια επαναστατική Αριστερά που υπήρχαν σε όλα τα πολιτικά ρεύµατα, παρά τις αντιθέσεις, τον κατακερµατισµό και τον µειοψηφικό τους χαρακτήρα, έπαιξαν σηµαντικό ρόλο. Έδωσαν µάχες για να συνδέονται τα αιτήµατα του µαζικού κινήµατος µε ανατρεπτικούς στόχους. Δεν συµβιβάστηκαν µε την αντίληψη του «εφικτού» η του «επίδικου» που περιόριζε τον αγώνα ενάντια στη Χούντα «και µετά βλέπουµε», σύµφωνα µε την ηττηµένη παραδοσιακή λογική. Πρωτοστάτησαν στη σύνδεση του αγώνα µε την ανατροπή των αστικών δοµών που γεννά τις χούντες και το φασισµό, της ιµπεριαλιστικής κυριαρχίας, της αµερικανοκρατίας και του ΝΑΤΟ. Γι’ αυτό πρόβαλλαν στόχους για πραγµατική λαϊκή κυριαρχία και δηµοκρατία και αντιπαρατέθηκαν στη γραµµή για αποκατάσταση ή εκσυγχρονισµό της αστικής δηµοκρατίας, αποκρούοντας τον εγκλωβισµό του κινήµατος σε διαδικασίες κορυφών και παραγόντων. Ταυτόχρονα ανέλαβαν συγκεκριµένες πρωτοβουλίες ανεξάρτητης οργάνωσης του κινήµατος µε συνελεύσεις, επιτροπές αγώνα, συντονιστικά όργανα και κουλτούρα ενωτικής δράσης και συναγωνιστικής αλληλεγγύης. Αποφασιστική ήταν η απάντησή τους στις απόψεις που αναπτύχθηκαν µετά το Πολυτεχνείο για ήττα και µάλιστα ιστορική και η µαχητική στάση τους στη συνέχιση της παράνοµης δράσης και του µαζικού αγώνα. Ξεχωριστή στιγµή η συγκέντρωση και πορεία στο ίδιο το Πολυτεχνείο, τρεις µόλις µέρες µετά την εισβολή των χουντικών, µε πρωτοβουλία του αξέχαστου Χάρη Γαϊτανίδη.
Η αντιπαράθεση των διαφορετικών γραµµών αναπτύχθηκε σε όλη την πορεία του αντιδικτατορικού κινήµατος, µέσα στο Πολυτεχνείο αλλά και ύστερα απ’ αυτό. Η κατεύθυνση του ΚΚΕ περιοριζόταν κυρίωςστα φοιτητικά αιτήµατα και συνθήµατα. Από ανένταχτους και µικρότερες οµάδες της Αριστεράς και των αναρχικών προβάλλονταν ριζοσπαστικά συνθήµατα όπως «Κάτω το κράτος», «Κάτω το κεφάλαιο», «Λαοκρατία», «Λαϊκή εξουσία», χωρίς να συνδέονται µε γραµµή πολιτικού µαζικού κινήµατος διεκδίκησης των νεολαιίστικων αναγκών και ανατροπής της Χούντας και της ιµπεριαλιστικής κυριαρχίας. Η πλειοψηφία του Ρήγα, αλλά και τµήµα των φοιτητών, έβλεπαν θετικά τη συνεργασία µε τον αντιχουντικό αστικό πολιτικό κόσµο για µια αστική-δηµοκρατική αντικατάσταση της Χούντας.
Οι αντιφάσεις αυτές καθόρισαν και τις αιτίες της αδυναµίας συγκρότησης στη νεολαία µετώπου ανατροπής της Χούντας και των ιµπεριαλιστικών και αστικών δοµών που τη δηµιούργησαν. Η κυριαρχία στις δυνάµεις της ρεφορµιστικής και διαχειριστικής Αριστεράς της αντίληψης µιας κυβερνητικής λύσης που θα αντικαθιστούσε τη Χούντα αποδείχτηκε στρατηγικού χαρακτήρα πρόβληµα. Γι’ αυτό, µε τον ένα ή τον άλλο τρόπο, περιόριζαν το µέτωπο στον αντιχουντικό αγώνα και αρνούνταν ή υποβάθµιζαν τον αντιϊµπεριαλιστικό στόχο, πολύ δε περισσότερο κάθε αντικαπιταλιστική αιχµή.
Το 1973, κάτω και από το φόβο της δυναµικής των ανατρεπτικών τάσεων στο κίνηµα και την Αριστερά, σε συνδυασµό µε την όξυνση των ενδοαστικών αντιθέσεων, διαµορφώνεται σε ιµπεριαλιστικούς και αστικούς κύκλους η γραµµή µιας συντεταγµένης µεταπολίτευσης ως προς τη µορφή άσκησης της εξουσίας.
Στη ρεφορµιστική Αριστερά διατυπώθηκαν ιδέες και προτάσεις για διακυβέρνηση Καραµανλή, για κυβέρνηση των κοµµάτων της Βουλής του 1967, µέχρι πιο «αριστερές», για κυβέρνηση των αντιδικτατορικών δυνάµεων µαζί µε βασιλικούς. Αυτές οι αντιλήψεις σαρώθηκαν από την ανάπτυξη των αγώνων µε αποκορύφωµα το Πολυτεχνείο. Επανήλθαν ωστόσο µε ένταση αµέσως µετά: µε την Εθνική Αντιδικτατορική Ενότητα του ΚΚΕ εσωτ. που οδηγούσε σε ενσωµάτωση στον αστικό εκσυγχρονισµό Καραµανλή· µε τη γραµµή των «δηµοκρατικών δυνάµεων» του ΚΚΕ και την πολιτική συµβιβασµού στην «αλλαγή» του ΠΑΣΟΚ· µε τις ταλαντεύσεις ακόµα και στη ριζοσπαστική-ανατρεπτική Αριστερά που οδήγησαν συγκεκριµένα τµήµατά της είτε σε ενσωµάτωση στη σοσιαλδηµοκρατία και το ρεφορµισµό είτε σε γραµµή ουράς στο ΠΑΣΟΚ.
Το µεγαλείο του αντιδικτατορικού αγώνα µε αποκορύφωµα τη Νοµική και την εξέγερση του Πολυτεχνείου συµπυκνώνεται στην αναγέννηση της ελπίδας για µια «νέα Ελλάδα», για µια άλλη κοινωνία µε όπλο τη δύναµη του οργανωµένου λαού. Αναδεικνύεται στο ανατρεπτικό πολιτικό µήνυµα και πλαίσιο που εµπνέει 40 χρόνια το λαϊκό και νεολαιίστικο κίνηµα.
Το γεγονός ότι δεν µπόρεσε να προκαλέσει βαθύτερες ανατροπές και συνολικό κλονισµό στην αστική κυριαρχία οφείλεται στο ότι δεν πήρε προβάδισµα ένα αντικαπιταλιστικό επαναστατικό πρόγραµµα και δεν συγκροτήθηκε το αναγκαίο πολιτικό µαζικό κίνηµα και µέτωπο των ριζοσπαστικών επαναστατικών δυνάµεων.
Αυτά τα κρίσιµα και αναπάντητα ερωτήµατα στρατηγικής-τακτικής και υποκειµένου αναδεικνύονται µε νέο, βαθύτερο και πιο έντονο τρόπο στην ιστορική εποχή µας. Η στρατηγική ανεπάρκεια της παραδοσιακής και διαχειριστικής Αριστεράς αλλά και τα όρια των αντικαπιταλιστικών επαναστατικών δυνάµεων κρίνονται πλέον στην πράξη: στον ηρωικό αγώνα των εργαζοµένων στα ΑΕΙ, στη µάχη που έδωσαν οι εκπαιδευτικοί, στις µαζικές αντιστάσεις και κινητοποιήσεις, τέσσερα χρόνια τώρα, ενάντια στη βάρβαρη επέλαση του κεφαλαίου, της ΕΕ και των κυβερνήσεων τους.
Οι δυνάµεις της σύγχρονης κοµµουνιστικής προοπτικής και του αντικαπιταλιστικού επαναστατικού προγράµµατος καλούνται να αναµετρηθούν µε τις δυσκολίες των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισµών. Να δώσουν απαντήσεις στο σήµερα, µε επίγνωση των αντιθέσεων της εποχής µας, αλλά και µε ιστορική γνώση των πρωτόγνωρων δυνατοτήτων των απελευθερωτικών και επαναστατικών εργατικών τάσεων, µε εµπιστοσύνη στη δύναµη του οργανωµένου λαού.