του Άρη Χατζηστεφάνου
Ολοι είχαν κάτι να γιορτάσουν και κάτι για να θρηνήσουν την περασµένη εβδοµάδα στην Αίγυπτο µε τη συµπλήρωση σαράντα χρόνων από τον πόλεµο του Γιοµ Κιπούρ µε το Ισραήλ. Για τους οπαδούς των Αδελφών Μουσουλµάνων, που συγκεντρώθηκαν κατά χιλιάδες στις µεγαλύτερες αιγυπτιακές πόλεις, ήταν µια αφορµή να θυµηθούν τις πρώτες ηµέρες του πολέµου, όταν ο αιγυπτιακός στρατός πραγµατοποιούσε µια εντυπωσιακή αν και ατελέσφορη προέλαση στα κατεχόµενα από το Ισραήλ εδάφη. Για τους φιλοδυτικούς πραξικοπηµατίες στρατηγούς ήταν µια αφορµή να θυµηθούν τις τελευταίες ηµέρες του πολέµου, όταν ο τότε πρόεδρος Σαντάτ έτεινε χείρα φιλίας στις ΗΠΑ και το Ισραήλ, ανατρέποντας τις γεωπολιτικές ισορροπίες δεκαετιών και ενταφιάζοντας τον αραβικό εθνικισµό του Νάσερ. Η επέτειος του πολέµου του Γιοµ Κιπούρ πάντως µετέτρεψε το κέντρο αρκετών πόλεων σε πεδίο µάχης ανάµεσα στους υποστηρικτές του έγκλειστου πρωθυπουργού Μόρσι και της αστυνοµίας και του στρατού της αιγυπτιακής δικτατορίας. Οι τελευταίες ηµέρες σφραγίστηκαν από το θάνατο περίπου 50 υποστηρικτών του Μόρσι, ο οποίος όπως ανακοινώθηκε θα δικαστεί στις 4 Νοεµβρίου, µε την κατηγορία της υποκίνησης σε δολοφονίες πολιτικών του αντιπάλων, γεγονός που αναµένεται να πυροδοτήσει νέες κινητοποιήσεις και νέα πογκρόµ της αστυνοµίας και του στρατού εναντίον των υποστηρικτών του.
Τα πολεµικά ελικόπτερα και τα άρµατα µάχης που αναπτύσσονται τις τελευταίες ηµέρες στις µεγαλύτερες πόλεις τη χώρας δίνουν το στίγµα του νέου καθεστώτος, την ίδια ώρα που η Κριστίν Λαγκάρντ ανακοίνωσε την παρέµβαση του ΔΝΤ για τη «στήριξη» της οικονοµίας της χώρας. Η χούντα της Αιγύπτου κατέστησε σαφές αυτή την εβδοµάδα ότι έχει αποφασίσει να παραδώσει ολοκληρωτικά το πνεύµα της αιγυπτιακής επανάστασης στα χέρια του ΔΝΤ αλλά και των αντιδραστικών µοναρχιών του Περσικού Κόλπου.
Οι Αιγύπτιοι δικτάτορες είχαν προλάβει να δώσουν το πραγµατικό τους στίγµα λίγες εβδοµάδες νωρίτερα µε τη βίαιη καταστολή δυο µεγάλων απεργιακών κινητοποιήσεων στις εταιρείες Suez Steel και την πετρελαϊκή Scimitar. Οι εξελίξεις των τελευταίων χρόνων έδειξαν ότι τόσο οι οικονοµικές και πολιτικές ελίτ της Αιγύπτου όσο και η Ουάσινγκτον µπορούν κατά διαστήµατα να συνάπτουν ανίερες συµµαχίες µε το αντιδραστικό κίνηµα των Αδελφών Μουσουλµάνων αλλά δεν υποχωρούν ούτε σπιθαµή απέναντι στον πραγµατικό τους εχθρό, δηλαδή το εργατικό κίνηµα της Αιγύπτου.
Από την πλευρά τους οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι θα µειώσουν τη στρατιωτική βοήθεια που παρέχουν στην Αίγυπτο. Εκτός από την αποστολή µαχητικών τύπου F-16, που είχε παγώσει από τον Iούλιο, η αµερικανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι δεν θα στείλει µαχητικά ελικόπτερα Απάτσι, άρµατα µάχης και πυραύλους επιφανείας, παρά το γεγονός ότι έχουν υπογραφεί συµβόλαια µε συγκεκριµένες ηµεροµηνίες παράδοσης. Το προσωρινό πάγωµα δεν αλλάζει φυσικά τις ισορροπίες στην περιοχή, καθώς η Αίγυπτος παραµένει εδώ και δεκαετίες ο υπ’ αριθµόν 2 αποδέκτης αµερικανικής βοήθειας στον κόσµο, µετά το Ισραήλ. H απευθείας οικονοµική στήριξη του καθεστώτος όµως συνδέεται πλέον άµεσα µε την απόλυτη υποταγή του νέου καθεστώτος στις επιταγές του Διεθνούς Νοµισµατικού Ταµείου. Η Ουάσινγκτον είχε παγώσει την αποστολή βοήθειας ύψους 260 εκατοµµυρίων δολαρίων προς την κυβέρνηση Μόρσι, όταν αυτός αρνήθηκε να υπακούσει τις εντολές του ΔΝΤ για ψαλίδισµα κρατικών επιδοµάτων.
Προφανώς, για τα δεδοµένα µιας αχανούς χώρας όπως η Αίγυπτος, οι περικοπές στη στρατιωτική και οικονοµική βοήθεια από την Ουάσινγκτον έχουν κυρίως συµβολικό χαρακτήρα και δεν πρόκειται να επηρεάσουν ούτε την οικονοµία ούτε τις ικανότητες του Αιγυπτιακού στρατού. Η πολιτική του µαστίγιου και του καρότου όµως, αντικατοπτρίζει την πρόθεση της Ουάσινγκτον να στηρίξει ανοιχτά την αιγυπτιακή δικτατορία την οποία όµως θα ήθελε να καλύψει µε ένα µανδύα δηµοκρατικής νοµιµότητας. Ούτως ή άλλως, ο Αµερικανός υπουργός Εξωτερικών, Τζον Κέρι, µιλώντας από τη Μαλαισία έσπευσε να διευκρινίσει ότι οι περικοπές στη βοήθεια δεν σηµαίνουν αλλαγή στάσης από την πλευρά της Ουάσινγκτον η οποία «θα συνδράµει στην επιτυχία αυτής της κυβέρνησης», δηλαδή της χούντας.
Σε κάθε περίπτωση, οι ΗΠΑ αισθάνονται ασφαλείς να περιορίσουν, έστω και προσχηµατικά, την οικονοµική τους στήριξη προς τους δικτάτορες, γνωρίζοντας ότι το κενό που δηµιουργείται θα καλυφθεί από τα χρηµατοκιβώτια της Σαουδικής Αραβίας. Το Ριάντ ανακοίνωσε ήδη ότι θα υπερκαλύψει τη µείωση της αµερικανική βοήθειας προσφέροντας τουλάχιστον 5 δισεκατοµµύρια δολάρια. Η παρέµβαση του οίκου των Σαούντ είναι µια ακόµη πτυχή της ολοένα αυξανόµενης εµπλοκής της Σαουδικής Αραβίας στις γεωπολιτικές εξελίξεις της Μέσης Ανατολής, µε αποκορύφωµα φυσικά την ανερυθρίαστη στήριξη ακραίων ισλαµιστών που µάχονται το καθεστώς Άσαντ στη Συρία. Η Ουάσινγκτον δείχνει διατεθειµένη να παραδώσει σαν «υπεργολαβία» στο Ριάντ αρκετές από τις δράσεις της στην περιοχή, περιορίζοντας έτσι και το κόστος συντήρησης των συµµάχων της.
Στο πλευρό των Αιγυπτίων δικτατόρων τοποθετείται όµως, µε ιδιαίτερη θέρµη, και το Τελ Αβίβ το οποίο αναγνωρίζει στα πρόσωπα των στρατηγών το σηµαντικότερο πλέον σύµµαχό του στην περιοχή. Το Ισραήλ ελπίζει ότι εκτός από το κλείσιµο των συνοριακών διόδων της Ράφα για την αποκλεισµένη Γάζα, ο στρατός της Αιγύπτου θα ξεκινήσει σύντοµα και επιχειρήσεις εναντίον παλαιστινιακών οµάδων.
Το δεύτερο µέτωπο για το οποίο το Ισραήλ επιθυµεί τη συνεργασία της Αιγύπτου είναι η εκρηκτική ατµόσφαιρα που δηµιουργείται στη Χερσόνησο του Σινά. Ο αιγυπτιακός στρατός υποστηρίζει ότι ορισµένες από τις επιθέσεις στην περιοχή πραγµατοποιήθηκαν µε όπλα που πέρασαν από τα τούνελ των Παλαιστινίων στη Γάζα, γεγονός που σηµατοδοτεί την πρόθεση της χούντας να στραφεί ανοιχτά εναντίων των Παλαιστινίων µε τρόπο που θα έκανε ακόµη και τον Μουµπάρακ να φαντάζει σύµµαχος του παλαιστινιακού λαού.
Οι επόµενες εβδοµάδες αναµένονται θερµές τόσο εντός όσο και εκτός των συνόρων της Αιγύπτου. Οι µέχρι στιγµής ισορροπίες όµως, µε τους Αδελφούς Μουσουλµάνους να αποτελούν τη µοναδική δύναµη που µάχεται στους δρόµους το δικτατορικό καθεστώς, προοιωνίζονται ακόµη χειρότερες ηµέρες για τον αιγυπτιακό λαό.