του Λεωνίδα Βατικιώτη
Με τα χέρια σταυρωμένα στα στήθη, όπως μοιρολογούν τα παιδιά τους, με ένα κλάμα γοερό και απαρηγόρητο που έβγαινε από τα σπλάχνα της και μια κραυγή «όχι πάλι να μας σκοτώνουν παιδάκια μου, όχι πάλι, δεν αντέχεται αυτό», υποδεχόταν τους χιλιάδες διαδηλωτές που πέρναγαν από μπροστά της η γιαγιά που στεκόταν στο διάζωμα της οδού Παναγή Τσαλδάρη λίγα μέτρα πριν τη λεωφόρο Γρηγόρη Λαμπράκη, θρηνώντας για το έγκλημα. Η μεγαλειώδης διαδήλωση που ξεκίνησε από την Αμφιάλη και κατέκλυσε όλο σχεδόν το Κερατσίνι την Τετάρτη, πριν κλείσει καν ένα 24ωρο από την άνανδρη και προσχεδιασμένη δολοφονία του Παύλου Φύσσα ή Killah P, όπως ήταν γνωστός στη μουσική σκηνή, από τον χρυσαυγίτη δολοφόνο ήταν για τη γιαγιά παρηγοριά. Μας έβλεπε, ρουφώντας με τα μάτια της τον κάθε διαδηλωτή και ένιωθε πως τουλάχιστον αυτή τη φορά δεν ήταν αναγκασμένη να κλαίει πίσω από κλειστά παράθυρα, όπως θα έκανε από τα χρόνια του εμφυλίου μέχρι και της χούντας. Ένιωθε επίσης πως μπορούσε να μοιράζεται τον πόνο της στο δρόμο, με το φως του ήλιου και μαζί με χιλιάδες άλλους που τους έβλεπε σαν αδέρφια, σαν παιδιά της.
Πώς όμως να γλυκάνει ο πόνος από την εν ψυχρώ δολοφονία ενός λεβέντη αντιφασίστα, ενός παλικαριού που τίμησε με τη σύντομη ζωή του το θάρρος και το ατίθασο πνεύμα μιας τάξης και μιας γειτονιάς που ανέκαθεν ήταν στοχοποιημένη από τους φασίστες και τους μπράβους παλιότερα των μαυραγοριτών και τώρα των μηχανισμών και εκείνων που πληρώνουν τη Χρυσή Αυγή; Πώς να μαλακώσει ο πόνος για το θάνατο ενός παλικαριού που ξεχώριζε με τη στάση ζωής του και τα τραγούδια του και για να «πέσει», («δεν πέφτει, δεν πέφτει» έλεγαν μεταξύ τους οι αλήτες της Χρυσής Αυγής σαν φίδια και με μίσος που δεν κατάφερναν να τον κάνουν καλά, παρότι ήταν μόνος του) έπρεπε να έρθει ο επαγγελματίας δολοφόνος. Κι αυτός μάλιστα, για να καταφέρει να τον ρίξει κάτω έπρεπε να κρύψει το μαχαίρι στην κωλότσεπη και να του το καρφώσει στην κοιλιά και την καρδιά χωρίς να τον δει, χωρίς να μπορεί να αντιδράσει. Γιατί μόνο έτσι ήταν σίγουρος ότι θα μπορούσε να φέρει σε πέρας την αποστολή που του είχε ανατεθεί από το βαθύ κράτος: Ένας νεκρός για να …μαζευτούν. Ένας νεκρός για να μείνουν ανεκπλήρωτες οι φιλοδοξίες ανατροπής αυτή της πολιτικής που γέννησε η απεργία των καθηγητών κι ο ξεσηκωμός των δημοσίων και ιδιωτικών υπαλλήλων κι απ’ το πολλά υποσχόμενο σύντομο φθινόπωρο της οργής, να περάσουμε σε ένα βουβό και μακρύ χειμώνα.
Χωρίς τέλος είναι ο κατάλογος των ηθικών αυτουργών, αυτών που όπλισαν το χέρι του δολοφόνου της Χρυσής Αυγής, ο οποίος ενδέχεται να εκτελούσε συμβόλαιο θανάτου. «Ψηλά στο πόδι, άντε στα πλευρά», όπως μας έλεγαν, θα τον μαχαίρωναν σε άλλη περίπτωση. Από τα σημεία όμως που επέλεξαν, κοιλιά και καρδιά, μέχρι το σχήμα Γ που σχημάτισε στην κοιλιά του Παύλου ο χρυσαυγίης δολοφόνος, όλα μαρτυρούν ότι ήθελαν νεκρό.
Ακολουθώντας το βέλος του χρόνου προς τα πίσω και ξεκινώντας από την ώρα της δολοφονίας, δεν μπορεί να μη δημιουργήσει ερωτηματικά η στάση των αστυνομικών που βρίσκονταν δίπλα στο σημείο της δολοφονίας. Τα είδαν όλα κι επέτρεψαν μάλιστα να εξελιχθούν μπροστά στα μάτια τους. Το επιχείρημα ότι φοβήθηκαν τις «ντουλάπες» είναι γελοίο κι όχι μόνο για όποιον έχει δει την αλαζονεία με την οποία συμπεριφέρονται ακόμη κι όταν σταματούν για έλεγχο ρουτίνας εφήβους. Στην καλύτερη περίπτωση, απλώς απολάμβαναν να βλέπουν τον ξυλοδαρμό ενός αντιφασίστα. Το γεγονός δε ότι τη σύλληψη του δολοφόνου την έκανε η αστυνομικός που συμμετείχε στην ομάδα, εντείνει τα ερωτηματικά και δεν αθωώνει τους υπόλοιπους για την εγκληματική ανοχή που επέδειξαν σε βαθμό συναυτουργίας. Οι ακατάλυτοι δεσμοί της αστυνομίας με το φασιστικό παρακράτος φάνηκαν επίσης την επόμενη μέρα της δολοφονίας, κατά τη διάρκεια της πορείας, όταν η ΕΛΑΣ επιστράτευσε τους γνωστούς αγνώστους, ενδεχομένως και χρυσαυγίτες, που δίπλα από τα ΜΑΤ έριχναν πέτρες στους διαδηλωτές βρίζοντάς τους χυδαία. Σιγά που ένα …ασήμαντο γεγονός θα έβαζε σε κρίση τη στενή συνεργασία της αστυνομίας με τους παρακρατικούς…
Η ανοχή της Ελληνικής Αστυνομίας απέναντι στη Χρυσή Αυγή δεν περιορίζεται μόνο σε όσα δεν έγιναν το βράδυ της 18ης Σεπτέμβρη και όσα έγιναν την επόμενη. Μένοντας στη Β’ Πειραιά (χωρίς δηλαδή να ασχοληθούμε με τη δράση της δύναμης ΔΕΛΤΑ στην αντιφασιστική μοτοπορεία τον Οκτώβριο του 2012 όταν η αστυνομία λειτούργησε σαν αιχμή του δόρατος της Χρυσής Αυγής) ανάλογη ανοχή έχουν δείξει όλα τα τελευταία χρόνια στις επιδείξεις δύναμης που κάνουν οι χρυσαυγίτες στο Κερατσίνι, ως αντίδραση στο ότι δεν έχουν ακόμη καταφέρει να ανοίξουν γραφεία στην περιοχή κι έχουν αναγκαστεί να περιοριστούν στη Νίκαια. Στρατιωτικές παρελάσεις στις 4 και 5 το πρωί φορώντας παντελόνια παραλλαγής, μαύρες μπλούζες και ομοιόμορφα καπέλα έχουν ξυπνήσει έντρομους χιλιάδες κατοίκους, ούτε μία φορά όμως δεν ξύπνησαν την αστυνομία. Ούτε μια φορά μάλιστα η αστυνομία δεν αναρωτήθηκε γιατί πάνε όλοι μαζί για κυνήγι με τις καραμπίνες τους από τα μαύρα χαράματα… Ο ύπνος της ΕΛΑΣ δεν ταράχτηκε ούτε ακόμη κι όταν ο υπόκοσμος της Χρυσής Αυγής σταματούσε τις παρελάσεις του κάτω από σπίτια επώνυμων αριστερών στη Νίκαια φωνάζοντας «αίμα, τιμή, Χρυσή Αυγή», χτυπώντας ρυθμικά τα πόδια τους στο δρόμο. Πρακτικές καθαρής τρομοκρατίας εφαρμόζονταν από τη Χρυσή Αυγή με την ανοχή του κράτους. Γι’ αυτό ας μην απορούν οι αρχές για τα κλειστά στόματα που συναντούν στην Αμφιάλη. Αυτοί που ξέρουν υποπτεύονται ότι τα ονόματά τους θα διαρρεύσουν από την ίδια την αστυνομία στους μαχαιροβγάλτες.
Τις τελευταίες εβδομάδες όμως κάτι είχε αλλάξει στις δυτικές συνοικίες του Πειραιά, όπως έδειξε κι η οργανωμένη επίθεση τραμπούκων χρυσαυγιτών στο Πέραμα εναντίον συνεργείου αφισοκολλητών του ΚΚΕ την Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου. Η δολοφονική επίθεση στον Παύλο Φύσσα ήταν συνέχεια εκείνης της επίθεσης, η άνανδρη απάντηση των απογόνων των συνεργατών των ναζί στις σχεδόν καθημερινές αντιφασιστικές συγκεντρώσεις που ακολούθησαν την επίθεση στο Πέραμα. Η Χρυσή Αυγή δεχόταν ένα πλήγμα από τη μαζική κινητοποίηση του κόσμου κι αυτή τη δυναμική επιχείρησε να ανακόψει με την εκτέλεση του Φύσσα. Αντιλαμβάνονταν δηλαδή ότι η επιρροή τους έφθινε και πλέον για να την ανακτήσουν δεν αρκούσε να πληρώνουν τους λογαριασμούς της ΔΕΗ και των τηλεφώνων σε φτωχούς και ανέργους, ούτε να μοιράζουν χαρτζιλίκια στους λούμπεν που τρέχουν ξοπίσω τους, πουλώντας την τάξη τους. Ούτε όμως κι η επίθεση της 12ης Σεπτέμβρη μπορεί να ξεδιπλώνει το κουβάρι των τελευταίων δραματικών γεγονότων.
Το σημείο μηδέν τοποθετείται στις αρχές Αυγούστου, όταν η Χρυσή Αυγή διοργανώνει «συζήτηση» μέσα στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη Περάματος, με την παρουσία τριών βουλευτών, ένας εκ των οποίων ήταν κι ο Περαματιώτης Γιάννης Λαγός. Οι εργάτες ήταν λίγοι παραπάνω από τους βουλευτές. Η παρακολούθηση του σχετικού βίντεο που προέρχεται από την ιστοσελίδα της ναζιστικής συμμορίας είναι εξόχως αποκαλυπτική καθώς ξεχωρίζουν οι δύο στόχοι της: Η υπεράσπιση των συμφερόντων των εφοπλιστών και το τσάκισμα του συνδικάτου μετάλλου, του ΠΑΜΕ και του ΚΚΕ. Αξίζει να μεταφέρουμε ορισμένα αποσπάσματα των διαλόγων μόνο και μόνο για να γίνει κατανοητό ότι τίποτε όλη αυτή την περίοδο δεν έγινε τυχαία. «Θέλουμε να φάμε ψωμί με αξιοπρέπεια. Είμαστε μαζί με τους εφοπλιστές γιατί απ’ αυτούς εξαρτιόμαστε», λέει ένας με τέτοιο στήσιμο που θυμίζει πρωτάκι που λέει το ποίημά του. Ο Ηλ. Παναγιώταρος τους διαβεβαιώνει πως οι εφοπλιστές δεν φεύγουν γιατί είναι ακριβά τα μεροκάματα στην Ελλάδα, αλλά για «όλα όσα συμβαίνουν εδώ». Ο δε Λαγός (των εφοπλιστών) αφού πρώτα έχει πει ότι «θα σπάσει αυτό το απόστημα» κλείνει τη συζήτηση με τα εξής: «Θα δώσουμε μια υπόσχεση στον εαυτό μας και σε αυτούς τους ανθρώπους. Η Ζώνη θα κινηθεί, τα καράβια θα ξαναέρθουν πίσω και οι λακέδες του ΠΑΜΕ και του ΚΚΕ που καπηλεύονται αυτήν την κατάσταση θα εξαφανιστούν από ‘δω μέσα». Και δεν είναι μόνο αυτό. Παρευρισκόμενος στη συζήτηση, που την προστάτευαν 50 χρυσαυγίτες για να μην τους πετάξουν στη θάλασσα οι εργάτες, αποφαίνεται πως «με το σεις και με το σας δεν λύνεται τίποτε», ενώ άλλος δηλώνει πως «θα πολεμήσουμε, όχι μόνο να τα λέμε». Όλοι δε έδωσαν ραντεβού στην επόμενη συνέλευση του Συνδικάτου Μετάλλου, για να σπάσουν το απόστημα. Το τι ακολούθησε σε ενάμισι μόνο μήνα το ξέρουμε.
Το συγκεκριμένο περιστατικό είναι αποκαλυπτικό για πολλούς λόγους. Κατά πρώτο, γιατί δίνει πολιτικό βάρος σε αυτό που έγραψε η βρετανική εφημερίδα Γκάρντιαν, ότι η Χρυσή Αυγή στηρίζεται οικονομικά από εφοπλιστές. Προφανώς δημιούργημα των μνημονίων, με φυσικούς γονείς την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ουδέποτε όμως θα είχε φτάσει από το 0,29% και τους 19.993 ψήφους που πήρε το 2009 στο ποσοστό του 6,97% και τους 440.966 ψήφους που πήρε τον Ιούνιο του 2012 αν κάποιοι δεν γέμιζαν τα ταμεία της με ζεστό χρήμα για να μπορεί να χαρτζιλικώνει το κάθε λουμπεναριό και να το κάνει δολοφόνο που δουλεύει για λογαριασμό της, όποτε δεν δουλεύει στα βυτία μεταφέροντας πετρέλαιο (οικονομική δραστηριότητα που ειδικά πέριξ του λιμανιού ισοδυναμεί με φιλανθρωπικό έργο) ή στην ιχθυόσκαλα που έχει μετατραπεί σε φασιστική σφηκοφωλιά. Οι σχέσεις αγάπης της Χρυσής Αυγής με τους Έλληνες εφοπλιστές αποκαλύφθηκαν ακόμη μια φορά τον Νοέμβριο του 2012 όταν ο βουλευτής τους Η. Παναγιώταρος (κατά τραγική σύμπτωση ο ίδιος που τον Αύγουστο του 2012 διαβεβαίωνε ότι οι εφοπλιστές δεν φεύγουν επειδή τα μεροκάματα είναι ακριβά, αλλά λόγω του συνδικαλισμού) με ομιλία του στη Βουλή ζητούσε να τους επιβληθεί μικρότερη φορολογία. Έφτασε μάλιστα στο σημείο ο Ελλαδέμπορος από το βήμα της Βουλής να δείξει την κατανόησή του απέναντι στην επιλογή των εφοπλιστών να κατεβάσουν την ελληνική σημαία από τα καράβια τους.
Το πέπλο προστασίας που απλώνει ο ναζισμός πάνω από την εργοδοσία δεν εξαντλείται στους εφοπλιστές, παρότι εκεί φαίνεται να έχουν γίνει οι χοντρές δουλειές. Φτάνει επίσης στο παζάρι του Σχιστού, κάθε Κυριακή, όπου ορδές μαυροφορεμένων δύο φορές περίπου το μήνα εμφανίζονται και διώχνουν τους Πακιστανούς που δουλεύουν σε πάγκους, συστήνοντας Έλληνες να δουλέψουν με 15 ευρώ, όταν το πραγματικό μεροκάματο είναι 2 και 3 φορές υψηλότερο. Κι έτσι οι αντιδράσεις δεν έρχονται μόνο από τους Πακιστανούς, αλλά κι από τους Έλληνες λόγω του ότι οι χρυσαυγίτες ρίχνουν τελικά τα μεροκάματα προς όφελος της εργοδοσίας, κι όχι οι «ξένοι».
Συμπερασματικά, η εκτέλεση του Παύλου Φύσσα από το χρυσαυγίτη δολοφόνο συμπίπτει με τη μετατροπή της σε τυφλό όργανο του κεφαλαίου, όταν παύει να ασχολείται με μετανάστες και ξεδιπλώνει το ρόλο της ως αιχμή του δόρατος εναντίον του οργανωμένου εργατικού κινήματος, όταν αναλαμβάνει να ολοκληρώσει με τη φυσική βία, τους προπηλακισμούς και τα μαχαιρώματα τη δουλειά που δεν μπορεί να κάνει η τρόικα.
Τα νεοφιλελεύθερα εγκώμια που αποθράσυναν τη Xρυσή Αυγή
Το δρόμο της Χρυσής Αυγής δεν τον άνοιξε μόνο η Ελληνική Αστυνομία κι αυτό μάλιστα με συγκεκριμένες ενέργειες της ηγεσίας της κι όχι μόνο εξ αιτίας του γεγονότος ότι πολύ υψηλό ποσοστό αστυνομικών ψηφίζει το νεοναζιστικό μόρφωμα, όπως έδειξαν τα εκλογικά αποτελέσματα του 2012 στα δέκα εκλογικά τμήματα των δήμων Αθηναίων και Καισαριανής, όπου είχαν ενσωματωθεί οι εκλογικοί κατάλογοι με τους αστυνομικούς της ΔΕΛΤΑ, των ΕΚΑΜ και της Ασφάλειας. Ούτε μόνο οι Έλληνες χρηματοδότες που έχουν εξελιχθεί σε κακοφορμισμένη πληγή για την κοινωνία με την υλική στήριξη του ιστορικού και νέου ναζισμού να αποτελεί το πραγματικό πρόσωπο που κρύβεται πίσω από τον υποτιθέμενο κοσμοπολιτισμό τους.
Η Χρυσή Αυγή είναι επίσης δημιούργημα του μιντιακού υπερκράτους που όταν τελείωσαν τα πάρτι με τα ακριβά ναρκωτικά στη Μύκονο ανέδειξαν ως την τελευταία τάση της μόδας και του λάιφ στάιλ τα ναρκωτικά του φτωχού στο πρόσωπο του κάθε νεοναζί κάγκουρα, ψευτόμαγκα και νταβατζή.
Μαζί όμως με τα πρωτοσέλιδα για την ερωτική ζωή του κάθε φασίστα ήρθαν και οι «εμβριθείς» αναλύσεις ακραίων νεοφιλελεύθερων, βαθιά αντικομμουνιστών και παθιασμένων μνημονιακών δημοσιογράφων, που ανέλαβαν το έργο της «αποδαιμονοποίησης» της Χρυσής Αυγής, ώστε να πάψει να είναι στο περιθώριο.
Για παράδειγμα, ο Στέφανος Κασιμάτης στις 16 Σεπτέμβρη 2012 έγραφε στην Καθημερινή:
«Όσοι πιστεύουμε στη δημοκρατία οφείλουμε ένα μεγάλο “ευχαριστώ” στη Χρυσή Αυγή – και σοβαρολογώ απολύτως».
Ο Τάκης Μίχας στις 14 Ιουλίου 2013 από την ιστοσελίδα του Protagon αφού κατακεραύνωνε την εθνικομπολσεβίκικη Αριστερά για τον έλεγχο που ασκεί στην πνευματική ζωή της χώρας, καλούσε να αλλάξουν οι νοοτροπίες για να κάνει μια νέα αρχή η χώρα και συγκεκριμένα να σταματήσει η χρήση του ιδεολογικά φορτισμένου όρου «ναζί» και να αντικατασταθεί από τον όρο εθνικοσοσιαλιστής. Τελευταίος και καταϊδρωμένος ο Μπάμπης Παπαδημητρίου μόλις πρόσφατα, στις 11 Σεπτέμβρη, ανέλαβε να διακινήσει σενάρια που διέρρεε επίσημα η ΝΔ για συνεργασία με τη Χρυσή Αυγή, μέσω του πρωθυπουργικού συμβούλου Αριστείδη Μπαλτάκου που απειλούσε ότι θα κυβερνήσουν με τη Χρυσή Αυγή, του Βύρωνα Πολύδωρα και του Φαήλου Κρανιδιώτη που από τις σελίδες της εφημερίδας Δημοκρατία ζητούσε άνοιγμα της ΝΔ στη βάση της Χρυσής Αυγής.
Με «μια σοβαρή Χρυσή Αυγή», διόρθωνε ο Μπάμπης ότι θα μπορούσε να σχηματίσει κυβέρνηση η ΝΔ που πιθανά αυτή η σοβαρή Χρυσή Αυγή θα είναι το «υγιές» τμήμα που θα προκύψει από έναν κατακερματισμό της, κατ’ αντιστοιχία της διάσπασης της Αγροτικής και άλλων τραπεζών σε καλά και κακά κομμάτια.
Η αλήθεια ωστόσο είναι ότι η δολοφονία του Παύλου Φύσσα κι όχι η «θανάτωση» όπως έγραψε ξανά ο Μπάμπης Παπαδημητρίου από τις στήλες της Καθημερινής άλλαξε τη στάση της κυβέρνησης απέναντί της.
Η ΝΔ, πρώτα έκανε τη δουλειά της παγώνοντας τους αγώνες.
Επίσης τροφοδοτώντας τη συζήτηση για τα δύο άκρα (τοποθετώντας έτσι στο ίδιο πλαίσιο τους πολιτικούς απογόνους των ναζί που προκάλεσαν τον Β~ Παγκόσμιο Πόλεμο και τους συνεχιστές της ΕΑΜικής παράδοσης) κι εμφανίζοντας ως αναγκαία τη σκλήρυνση της έκτακτης αντιτρομοκρατικής νομοθεσίας που δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα στραφεί εναντίον της επαναστατικής Αριστεράς και των ανυπότακτων ταξικών αγώνων.
Και στη συνέχεια προχώρησε σε επίδειξη πυγμής, αποκαθιστώντας την ισορροπία και δείχνοντας ποιος είναι το μεγάλο αφεντικό στο χώρο της Δεξιάς.
Ισορροπία πάντα δυναμική, που με τη φόρα την οποία είχε πάρει η Χρυσή Αυγή, έγερνε σε βάρος της ΝΔ.
Η απόφαση της κυβέρνησης να σκληρύνει τη στάση της απέναντι στη Χρυσή Αυγή ήταν πιθανά αποτέλεσμα και της μίνι κρίσης που προκάλεσε η πολιτική δολοφονία στις σχέσεις της Ελλάδας με το εξωτερικό, όπως φάνηκε από τις δηλώσεις του επικεφαλής της ομάδας των ευρω-σοσιαλιστών, καθώς η ανοχή της κυβέρνησης Σαμαρά απέναντι στη Χρυσή Αυγή έδωσε αφορμή ακόμη και για προτάσεις ακύρωσης της ελληνικής προεδρίας που υποβαθμίζουν ντε φάκτο τη θέση της στην ΕΕ σε ρόλο παρία.
Ταυτόχρονα δημιουργούν ρήγματα στις σχέσεις της με το εβραϊκό στοιχείο, όπως έσπευσε να δηλώσει ο υπουργός Ναυτιλίας, Μιλτ. Βαρβιτσιώτης.
Η πολιτική δολοφονία του Παύλου Φύσσα επιχειρείται να τονώσει τις κεντρομόλες δυνάμεις υπογραμμίζοντας το ρόλο του κράτους. Στην πραγματικότητα, αν κάτι επιβεβαιώνει είναι το βάθος της πολιτικής κρίσης που αντιμετωπίζει η αστική στρατηγική λόγω της λαϊκής οργής και την οποία επιχειρούν να ξεπεράσουν καταφεύγοντας στις δολοφονίες, όπως έκαναν το 1963 με τη δολοφονία του βουλευτή της Αριστεράς, Γρηγόρη Λαμπράκη, και το 1991 με τη δολοφονία του κομμουνιστή καθηγητή Νίκου Τεμπονέρα.
Τη «δουλειά» που έκαναν τότε στη Θεσσαλονίκη και στην Πάτρα οι παρακρατικοί και κάποιοι ακροδεξιοί δολοφόνοι ΟΝΝΕΔίτες αντίστοιχα, την Τετάρτη στην Αμφιάλη την έκανε ένας χρυσαυγίτης δολοφόνος.
Σήμερα όμως είμαστε περισσότεροι, όπως σκεφτόταν κι η γιαγιά στο διάζωμα του δρόμου κοντά στην λεωφόρο Γρηγόρη Λαμπράκη.