του Μιχάλη Ψύλου
Ο πόλεμος τελείωσε και ο Μπερλουσκόνι έχασε», πανηγύριζε το φιλο-ευρωπαϊκό περιοδικό Λε Τοριγιόν στην ηλεκτρονική του έκδοση μετά την τελεσίδικη καταδίκη του Καβαλιέρε σε ένα χρόνο φυλάκιση και στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων, για τις φορολογικές απάτες που διέπραξε. Το περιοδικό έκανε μάλιστα έναν ιστορικό παραλληλισμό, συγκρίνοντας την πτώση του Μπερλουσκόνι με εκείνη του …Μουσολίνι.
«Τον Ιούλιο του 1943, ο Μουσολίνι έχασε μετά την απόβαση των Βρετανών και των Αμερικανών στη Σικελία επειδή μια ανώτερη δύναμη ήρθε στην Ιταλία. Σήμερα, ο Μπερλουσκόνι χάνει επειδή μια ανώτερη δύναμη δεν μπορεί πλέον να ανεχτεί ότι η Ιταλία έχει βυθίσει ολόκληρη την ευρωζώνη σε κρίση». Μόνο που τα πράγματα δεν φαίνεται να είναι τόσο απλά και ο «ατσαλάκωτος γερο-απατεώνας» στα 76 του χρόνια κάθε άλλο παρά αποδέχεται την ήττα του. Στις 9 Σεπτεμβρίου, που το αμερικανικό Κογκρέσο θα αποφασίζει την επίθεση στη Συρία, θα συνεδριάζει και η ιταλική Γερουσία για να κρίνει το πολιτικό μέλλον του Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Αν δηλαδή θα γίνει δεκτή η δικαστική καταδίκη του ηγέτη της ιταλικής κεντροδεξιάς, γεγονός που θα σημάνει την απώλεια της έδρας της Γερουσίας που κατέχει, την άρση της ασυλίας του και συνεπώς τον πολιτικό εξοστρακισμό του.
Ο Μπερλουσκόνι απειλεί να ανατρέψει την κυβέρνηση Λέτα, στην οποία μετέχει το κόμμα του και για να ενισχύσει τη θέση του στο λαό προχώρησε σε μια κίνηση ματ: Υποχρέωσε την κυβέρνηση να αποσύρει, τουλάχιστον για φέτος, την επιβολή του φόρου ακινήτων – το χαράτσι που είχε επιβάλει η κυβέρνηση Μόντι στην κύρια κατοικία των φορολογουμένων. Η κίνηση αυτή, που ανακουφίζει σοβαρά τη μέση ιταλική οικογένεια, ήταν φυσικό να απογειώσει τη δημοτικότητα του Καβαλιέρε, καθιστώντας ακόμη πιο δύσκολη την έκπτωσή του από το αξίωμα του γερουσιαστή.
Μας πώς είναι δυνατόν «ο χειρότερος τσαρλατάνος της ευρωπαϊκής πολιτικής κατά τη μεταπολεμική περίοδο» κατά τη γερμανική εφημερίδα Τάγκεσπιγκελ να «κρατά όμηρο την Ιταλία τα τελευταία 20 χρόνια;» διερωτάται το επίσης γερμανικό περιοδικό Σπίγκελ.
Κατ’ αρχάς, ο Μπερλουσκόνι υιοθέτησε το τελευταίο διάστημα μια δημαγωγική μεν, αλλά ανοιχτά εκφραζόμενη γραμμή κατά της πολιτικής της λιτότητας, με έντονα μάλιστα αντιγερμανικά χαρακτηριστικά. Το γεγονός αυτό η ιταλική Αριστερά το κατήγγειλε, ενώ δεν δίστασε να ταχτεί και υπέρ της Μέρκελ. Πριν τις εκλογές του περασμένου Φεβρουαρίου ο Μπερλουσκόνι δεν δίστασε να ταχθεί υπέρ της εξόδου της Ιταλίας από το ευρώ και να επιτεθεί με απίστευτη σφοδρότητα στη Γερμανία για τα δεινά που έχει προκαλέσει με την πολιτική της σε όλη την Ευρώπη. Οι κινήσεις αυτές εκτίναξαν τα ποσοστά του κόμματός του, με αποτέλεσμα ενώ οι δημοσκοπήσεις δεν του έδιναν πάνω από 9%, αναδείχτηκε ουσιαστικά πρώτη δύναμη με 29%, εκεί που όλοι τον είχαν τελειωμένο. Με τον Μπερλουσκόνι επικεφαλής ενισχύθηκε τρομερά ο αντιγερμανισμός της ιταλικής Δεξιάς, η οποία βεβαίως εκφράζει τα συμφέροντα του σημαντικότερου τμήματος της ιταλικής αστικής τάξης.
Ο Μπερλουσκόνι κατόρθωσε επίσης να γίνει ο πιο δημοφιλής εν ζωή πολιτικός στην Ιταλία, γιατί όπως εύστοχα έγραψε το Σπίγκελ «η Ιταλία παίρνει αυτό που θέλει από αυτόν». «Η Ιταλία έχει μια μόνιμη εμμονή με τον Μπερλουσκόνι» προσθέτει το γερμανικό περιοδικό.
Θέλουμε δεν θέλουμε, μας αρέσει δεν μας αρέσει, ο Καβαλιέρε εκφράζει τις διαθέσεις μεγάλης μερίδας του ιταλικού λαού και αποτελεί δυστυχώς το πρότυπό του: Τον έστω και σκοτεινής προέλευσης πλουτισμό, την απεριόριστη τηλεοπτική ισχύ, την προσωπική χυδαιότητα εναντίον οποιουδήποτε προβάλλει αντιρρήσεις, τον κτηνώδη αντικομμουνισμό, ακόμη και τις φιλοφασιστικές ιδέες. Αυτό όμως δεν αναιρεί την πολιτική ιδιοφυία του και την εκμετάλλευση της οργής και της απόγνωσης μεγάλης μερίδας των εργαζομένων, που συνθλίβονται στις μυλόπετρες της κρίσης.
«Αν Μπερλουσκόνι έχασε, ο μπερλουσκονισμός δεν είναι νεκρός», γράφει το περιοδικό Τοριγιόν.