του Βασίλη Τουμπέλη*
Πού πάμε, πώς πάμε, πού μας πάνε, τι θα γίνει… Είναι ερωτήματα πολλών ανθρώπων καθημερινά γύρω μας, που εκφράζονται με απορίες, πίκρες και οργή. Η ελληνική οικονομία βουλιάζει σταθερά στην κρίση της, παρά τις «ενέσεις αισιοδοξίας» της κυβέρνησης. Τα φαινόμενα της φτώχειας, της ανεργίας, της εξαθλίωσης τα βλέπουμε, δεν κρύβονται. Ο σύγχρονος ολοκληρωτικός καπιταλισμός ξεδιπλώνει την βεντάλια της πολιτικής του, προσπαθώντας να πειθαναγκάσει την κοινωνία να μπει στα καλούπια που σχεδιάζει, γνωρίζοντας τις εκρηκτικές τάσεις που ήδη διαφαίνονται. Το βαθύ μπλε και το μαύρο της αστικής πολιτικής, σχεδιάζεται για την επόμενη περίοδο σαν αναγκαία διέξοδος για το σύστημα. Η γρήγορη μεταστροφή της ΝΔ από την καραμανλική εποχή σε ακροδεξιό μόρφωμα προχωρά, ο Βορίδης, ο Λαζαρίδης, ο Δένδιας και άλλα λουλούδια αποκτούν όλο και περισσότερο κυρίαρχο λόγο. Από πίσω τρέχει το ΠΑΣΟΚ σηκώνοντας τη θεωρία των άκρων για να σωθεί πολιτικά αλλά και να φανεί χρήσιμος εταίρος της άθλιας συγκυβέρνησης. Η ΔΗΜΑΡ αφού ξέχασε την αντιμνημονιακή και αντιδεξιά ρητορική, μετατρέπεται σε μικρό αρχηγικό κόμμα, κατ’ εικόνα και ομοίωση αυτων που κατήγγειλε πριν μπει στην κυβέρνηση. Οι εξελίξεις αυτές έχουν φέρει σε αμηχανία και απογοήτευση χιλιάδες σκεπτόμενους ανθρώπους που είχαν ή έχουν ακόμη τις αυταπάτες να πιστεύουν στο καλό ευρώ, όσο και στις εργατικές και δημοκρατικές κατακτήσεις. Ένα βασικό σημείο είναι οι αυταπάτες που καλλιεργούν τα κόμματα της κυβέρνησης, για την «επιστροφή της ανάπτυξης», δηλαδή στον καλό ελληνικό καπιταλισμό προ 2008, κάτι που η αντικαπιταλιστική Αριστερά σωστά το ξεσκεπάζει και καταγγέλλει έτσι ή αλλιώς.
Σ’ αυτές τις αυταπάτες παίζει σήμερα και η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία βρίσκεται συνεχώς σε εκπτώσεις για να γίνει κυβερνήσιμη, με πολιτικές μεταστροφές και λόγο που μοιάζει όλο και περισσότερο με αυτόν της ΔΗΜΑΡ πριν τις εκλογές. Όσον αφορά την αριστερή πλατφόρμα στον ΣΥΡΙΖΑ, παρότι κάνει ειλικρινείς προσπάθειες να «κρατήσει το σκάφος σε ισορροπία», όλα δείχνουν ότι έχει πλέον χάσει το παιχνίδι. Όταν ο Λαφαζάνης από το αμαξοστάσιο του Μετρό έλεγε «ο αγώνας των εργαζόμενων του Μετρό να γίνει λαμπάδα που να αρπάξει η φωτιά της ανατροπής», ο Τσίπρας την άλλη μέρα από την Νέα Υόρκη έλεγε ότι «το τελευταίο που χρειάζεται η χώρα είναι η ένταση» (έτσι!). Όλη η πολιτική πρακτική και η ρητορική της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ τους τελευταίους μήνες είναι πολύ σαφής. Αυτόν τον δρόμο τον χάραξε ο Κουβέλης. Αυτή η συντηρητική μετεκλογική στροφή του ΣΥΡΙΖΑ δημιουργεί ευρύτερες απογοητεύσεις από τις αντιφάσεις της πολιτικής του και τα διαφαινόμενα αδιέξοδά της, αφού θέλει να σταθεί κοντά στους εργαζόμενους αλλά και να εξευμενίσει τα μεγάλα αφεντικά…
Πιο σύνθετα είναι τα πράγματα με το ΚΚΕ, που από τη μια καταγγέλλει συνεχώς τον καπιταλισμό και τον οπορτουνισμό, από την άλλη τόσο με τη διασπαστική πολιτική του στο μαζικό κίνημα, όσο με την άγονη και σεχταριστική γενική πολιτική του, αναπαράγει τα αδιέξοδά του. Αυτά όλα εκφράζονται με σαφή τρόπο στις Θέσεις για το 19ο Συνέδριό του, όπου στον δημόσιο διάλογό του βγαίνουν και ρεαλιστικές φωνές οι οποίες είναι σίγουρο όμως ότι δεν θα έχουν τύχη. Αυτή η πολιτική του ΚΚΕ δημιουργεί ευρύτερες απογοητεύσεις σε μέλη και οπαδούς του που συνειδητοποιούν τα αδιέξοδά της και σίγουρα θα αναζητήσουν να ακουμπήσουν κάπου πολιτικά, αν δεν πάνε σπίτια τους. Σ’ αυτό το σημείο σήμερα η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, με τις μικρές της δυνάμεις, ως ευρύτερο μέτωπο αντικαπιταλιστικών και ριζοσπαστικών δυνάμεων σε οργανώσεις και ανένταχτων, καλείται να παίξει έναν καθοριστικό ρόλο στην Αριστερά, τέτοιον που δεν μπορεί, ούτε θέλει να αναλάβει η κοινοβουλευτική Αριστερά. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ καλείται να συμβάλει σε μια νέα ριζοσπαστική και ενωτική ώθηση του λαϊκού κινήματος, να εκφράσει πολιτικά έναν ευρύτερο κόσμο της Αριστεράς που καταλαβαίνει πού το πάει ο ΣΥΡΙΖΑ, που βλέπει τα αδιέξοδα της πολιτικής του ΚΚΕ που αντιλαμβάνεται την πολιτική αστική μαυρίλα, η οποία επιχειρείται να οικοδομηθεί πάνω στα κοινωνικά ερείπια. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ χρειάζεται να ξεδιπλώσει το μεσοπρόθεσμο πολιτικό της πρόγραμμα με τους αντιιμπεριαλιστικούς και αντικαπιταλιστικούς στόχους κι ένα ευρύτερο μέτωπο ρήξης και ανατροπής. Και αυτό σαν άμεση ταχτική, που δεν έχει καμιά σχέση με στάδια, αλλά διαλεκτικά είναι δεμένα με τη βαθύτερη σοσιαλιστική στόχευση. Η 2η Συνδιάσκεψη τον Απρίλιο χρειάζεται να εμβαθύνει στη στρατηγική της εργατικής εξουσίας και του κομμουνιστικού προστάγματος αλλά και να δώσει συγκεκριμένο περιεχόμενο στους άμεσους στόχους της, όχι φυσικά στο κενό, αλλά στις σύγχρονες ζωτικές ανάγκες και συνθήκες του λαού.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι αναγκασμένη πλέον να κολυμπήσει στα βαθιά νερά, διαφορετικά οι μανιασμένοι αέρηδες θα την τσακίσουν και αυτή σε κάποια βράχια. Δεν έχουμε πολλές επιλογές, ας συμβάλουμε με όλες τις δυνάμεις μας για τη νίκη της επαναστατικής Αριστεράς στη χώρα μας.
*Μέλος της Πανελλαδικής Συντονιστικής Επιτροπής της ΑΝΤΑΡΣΥΑ