Η απάντηση της Αλέκας Παπαρήγα –κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου για την παρουσίαση των Θέσεων της ΚΕ του Κόμματος– στην ερώτηση αν το ΚΚΕ θα συνεργαζόταν με δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, έξυσε κάποιες παλιές πληγές. Κι επειδή αυτά αν τα κρατάς μέσα σου μπορεί να σε μολύνουν, καλό είναι να τα εξωτερικεύσω, όπως συνιστούν και οι γιατροί.
του Θανάση Σκαμνάκη
Η γραμματέας λοιπόν, είπε, με δυο λόγια, πως ποτέ, ούτε τώρα ούτε στο μέλλον δεν πρόκειται να συνεργαστεί το ΚΚΕ με εκείνους που έφυγαν από το Κόμμα, το 1989 και μετά, και το κατηγόρησαν πως έκανε λαθρεμπόριο όπλων και άλλα παρόμοια (τα οποία εμείς τουλάχιστον που φύγαμε το ’89 δεν είπαμε ποτέ) ακόμα κι αν ορκιστούν πως είναι υπέρ της δικτατορίας του προλεταριάτου. Γιατί άραγε μια τέτοια ταύτιση εκείνων που έφυγαν από το Κόμμα το 1989 επειδή διαφώνησαν με τα κοινά πορίσματα κ.ά. με εκείνους που έφυγαν το’ 91 και ήταν οι θιασώτες του τζαννετακισμού;
Ίσως η σ. Αλέκα θα έπρεπε να αποφεύγει τέτοια λογικά άλματα, γιατί βάζει σε πειρασμό τους ακροατές, τους αναγνώστες και κυρίως τα μέλη του Κόμματος να ρωτήσουν πώς είναι τόσο σίγουρη για το μέλλον και εξορίζει πέραν του καλού και του κακού εκείνους που έφυγαν από το Κόμμα; Πολύ περισσότερο να της ζητήσουν να ξεκαθαρίσει για ποιο παρελθόν κάνει λόγο (το οποίο εκείνο παρελθόν πόσο σίγουρο ήταν για το μέλλον; Και πόσο ορθό αποδείχτηκε;). Και βάζει στον πειρασμό να ρωτήσουν, από ποιο ΚΚΕ έφυγαν εκείνοι του ’89. Κι ακόμα, η ίδια τι ψήφιζε στις αλλεπάλληλες τοτινές συνεδριάσεις της ΚΕ, «τις ώρες των μεγάλων ερωτημάτων», όταν αποφασιζόταν το κοινό πόρισμα ΚΚΕ-ΕΑΡ για τη συγκρότηση του Συνασπισμού, η κυβέρνηση Τζαννετάκη, η οικουμενική, η στάση του κόμματος στην ΕΟΚ και άλλα σχετικά; Ή μήπως για όλα εκείνα έχει γίνει αυτοκριτική η οποία δεν έχει πέσει στην αντίληψή μου, ώστε να δικαιούνται οι καθαρμένοι τώρα να οικτίρουν τους διαφωνούντες τότε;
Φυσικά, δεν θα συμμεριστώ την άποψη εκείνων που περιμένουν με ένα ντουφέκι στραμμένο στο ΚΚΕ έτοιμοι να πυροβολήσουν κάθε φορά που το Κόμμα πιστοποιεί την ανεπάρκειά του και να επιβεβαιώσουν την άποψή τους πως «αυτοί είναι τελειωμένη υπόθεση», «δεν μπορείς να ελπίζεις τίποτα μ’ αυτούς», «δεν υπάρχει καμιά ελπίδα συνεργασίας ούτε στο μαζικό κίνημα ούτε πουθενά», «καλλιεργούν αυταπάτες όσοι επιμένουν σε μια γραμμή ενότητας και ελπίζουν» κ.ο.κ. Διότι, κατά τη γνώμη μου πράττουν ακριβώς το ίδιο λάθος από άλλη θέση, να αποφασίζουν δηλαδή από τώρα για το μέλλον.
Επειδή η ελπίδα δεν ορίζεται από το τι λέει κάθε στιγμή ο κάθε πολιτικός αρχηγός ή η ηγεσία, καθώς η ταξική πάλη έχει δρόμους περίπλοκους και συχνά ανεξερεύνητους, που υποχρεώνουν τις ηγεσίες να αλλάξουν θέσεις ή τα κόμματα να αλλάξουν τις ηγεσίες. Και η σ. Αλέκα το ξέρει από τη δική της πείρα αυτό, αν θυμηθεί και συγκρίνει με το 1989.