Στην αναμέτρησή του με τον Μιτ Ρόμνεϊ, ο Μπαράκ Ομπάμα έχει την υποστήριξη προοδευτικών διανοουμένων και έντυπων μέσων, ωστόσο η κυβερνητική του θητεία τον αναδεικνύει σε τομείς όπως οι δημοκρατικές ελευθερίες χειρότερο ακόμα και από τον Τζορτζ Μπους τον νεότερο.
Αν πριν από μερικά χρόνια διαβάζαμε ότι κυκλοφορούν καρχαρίες στο κέντρο αμερικανικών πόλεων θα υποθέταμε ότι πρόκειται για κάποιο βιβλίο επιστημονικής φαντασίας ή στην καλύτερη περίπτωση κάποιο αδημοσίευτο ποίημα του Μπέρτολτ Μπρεχτ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες όμως το κατάφεραν και αυτό εν έτει 2012. Οι καταστροφές που προκάλεσε ο τυφώνας Σάντι, φέρνοντας ακόμη και τεράστια ψάρια σε αστικές περιοχές, παρουσίασαν την εικόνα μιας ανοχύρωτης πολιτείας λίγα μόλις 24ωρα πριν από τις προεδρικές εκλογές. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για ένα τόσο ακραίο καιρικό φαινόμενο το οποίο καμία χώρα στον πλανήτη δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει αλώβητη. Ποτέ άλλοτε όμως μια φυσική καταστροφή δεν είχε και τόσο πολιτικά και κυρίως ταξικά χαρακτηριστικά. Η ίδια η εκδήλωση του φαινομένου είναι αποτέλεσμα των κλιματικών αλλαγών που προκαλεί ο ανθρώπινος παράγοντας και με σημαντική μάλιστα ευθύνη διαδοχικών αμερικανικών κυβερνήσεων. Η αντιμετώπιση της καταστροφής όμως έφερε στο προσκήνιο και την εγκατάλειψη του κρατικού μηχανισμού. Καθώς οι δυο υποψήφιοι ξόδεψαν τα περισσότερα χρήματα στην ιστορία των αμερικανικών εκλογών (τουλάχιστον 6 δισ. δολάρια) αρκετοί αναρωτιόνταν εάν με αυτά και μόνο τα χρήματα θα μπορούσαν να έχουν σωθεί δεκάδες ανθρώπινες ζωές και να προστατευθούν οι περιουσίες εκατομμυρίων άλλων. Αντ’ αυτού και τα δυο κόμματα συζητούσαν εάν θα πρέπει να ιδιωτικοποιήσουν ακόμη και τις υπηρεσίες διάσωσης.
Ομολογουμένως τα σωστικά συνεργεία εμφανίστηκαν ανεπαρκή, όχι όμως γιατί ανήκουν στον δημόσιο τομέα αλλά γιατί έχουν εγκαταλειφθεί στην τύχη τους και μάλιστα καλούνται να λειτουργήσουν με ταξικά κριτήρια. Στις φτωχογειτονιές του Μπρούκλιν πέρασαν μέρες έως ότου οι κάτοικοι δουν την πρώτη βοήθεια. Το ίδιο δεν ισχύει βέβαια και για την αστυνομία, που έκανε από την πρώτη στιγμή αισθητή την παρουσία της, χωρίς όμως να θέλει ή να μπορεί να προσφέρει οποιαδήποτε βοήθεια. Αντίθετα, η περιοχή γύρω από την Γούολ Στριτ αλλά και τα υπερπολυτελή συγκροτήματα διαμερισμάτων του λεγόμενου «1%» έλαβαν από τα πρώτα λεπτά την απαραίτητη προσοχή. Τεράστιες γεννήτριες παρείχαν ηλεκτρισμό στις μεγάλες τράπεζες και τα γραφεία των πολυεθνικών, τη στιγμή που τεράστιες περιοχές της πόλης έμειναν για μέρες στο σκοτάδι.
Σε κομματικό επίπεδο, η καταστροφή αντί να επισημάνει τις διαφορές που υποτίθεται χωρίζουν τους δύο υποψηφίους, μάλλον επιβεβαίωσε ότι η Αμερική διαθέτει εδώ και δεκαετίες ένα μονοκομματικό σύστημα στο οποίο υποψήφιοι εναλλάσσονται στην εξουσία με βάση τις πολιτισμικές και όχι τις πολιτικές τους διαφορές.
Μπορεί τα λεγόμενα «προοδευτικά» μέσα ενημέρωσης όπως το Νέισον να καλούσαν και πάλι τους αναγνώστες τους να ψηφίσουν τον Ομπάμα, η αλήθεια όμως είναι ότι ο πρώτος μαύρος πρόεδρος των ΗΠΑ όχι μόνο αποδείχθηκε κατώτερος των προσδοκιών αλλά σε αρκετούς τομείς ήταν πολύ χειρότερος ακόμη και από τον πρόεδρο Μπους.
Με εξαίρεση το σύστημα υγείας, όπου προσπάθησε αλλά απέτυχε παταγωδώς να προσφέρει ενιαία δωρεάν κάλυψη για όλο τον πληθυσμό, η εσωτερική πολιτική συνιστά ολομέτωπη επίθεση στα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα. Η διάσωση των τραπεζών αλλά και μεγάλων εταιρειών, όπως η Τζένεραλ Μότορς, έγινε πάντα σε βάρος των φορολογούμενων ενώ οι πολυδιαφισμένες ρυθμίσεις του Ομπάμα για τον έλεγχο της οικονομίας καζίνο μπορούν στην καλύτερη περίπτωση να χαρακτηριστούν ανέκδοτο. Ο πρόεδρος τίμησε τις χορηγίες ρεκόρ που είχε λάβει στην προηγούμενη αναμέτρηση από τους κολοσσούς του χρηματοπιστωτικού συστήματος και κατάφερε και φέτος να ξεπεράσει τους ρεπουμπλικάνους στα χρήματα που συγκέντρωσε πριν από τις εκλογές.
Πολύ χειρότερος ακόμη και σε σχέση με τον Μπους αποδείχτηκε και σε ό,τι αφορά τις ατομικές και συλλογικές ελευθερίες. Οι προσαγωγές και συλλήψεις εκατοντάδων διαδηλωτών από το κίνημα «καταλάβατε την Γουολ Στριτ» δεν είχαν προηγούμενο στη σύγχρονη αμερικανική ιστορία, ενώ ο Ομπάμα θα μείνει στην ιστορία και ως ο πρώτος πρόεδρος που έδωσε το δικαίωμα σε μυστικές υπηρεσίες να εκτελούν Αμερικανούς πολίτες χωρίς ούτε καν την απαγγελία κατηγορίας.
Όπως επισήμαινε και ο ιδρυτής του Wikileaks Τζούλιαν Ασάνζ, ο Ομπάμα ήταν ο χειρότερος πρόεδρος που έχει περάσει εδώ και δεκαετίες σε ό,τι αφορά την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων, καθώς εξαπέλυσε πογκρόμ διώξεων εναντίον δημοσιογράφων και ερευνητών που τολμούσαν να αμφισβητήσουν τις θέσεις της κυβέρνησης και των κυρίαρχων ελίτ.
Τα πράγματα ήταν φυσικά πολύ χειρότερα για την εξωτερική πολιτική. O συγγραφέας Ταρίκ Αλί είχε απόλυτο δίκιο όταν σημείωνε ότι ο Ομπάμα όχι απλώς συνέχισε την εξωτερική πολιτική του Τζορτζ Μπους αλλά κλιμάκωσε τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς στο Αφγανιστάν, το Πακιστάν, τη Σομαλία και την Υεμένη. Ακόμη εισέβαλε στη Λιβύη, χρηματοδότησε τρομοκρατικές οργανώσεις στη Συρία και επέτρεψε στη Σαουδική Αραβία να πνίξει στο αίμα την εξέγερση του Μπαχρέιν. Το κολαστήριο του Γκουαντάναμο όχι μόνο δεν έκλεισε, όπως είχε ρητά υποσχεθεί, αλλά απελευθέρωσε λιγότερους κρατουμένους σε σχέση με τον Μπους. Όσο για την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ, έγινε στο χρονοδιάγραμμα που είχε εξαγγείλει ο προηγούμενος ένοικος του Λευκού Οίκου. Πολύ χειρότερη ήταν και η στάση του όμως απέναντι στον παλαιστινιακό λαό, καθώς ήρε ακόμη και τις ρητορικές επιφυλάξεις των ρεπουμπλικάνων για την κατασκευή των παράνομων εβραϊκών οικισμών στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη.
Ο Ομπάμα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα καταφέρει να μείνει στην ιστορία όχι ως ο πρώτος μαύρος αλλά σαν ο πιο «μαύρος» πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών.