«Αν συνεχίσουμε να κάνουμε αυτό που κάναμε, θα είναι δύσκολο (σ.σ.για την Ελλάδα να παραμείνει στο ευρώ). Δεν θα έχουμε καμία ανάπτυξη στην Ελλάδα απλά επιβάλλοντας περικοπές. Αυτό που θα προτιμούσα είναι μια Ειδική Οικονομική Ζώνη στην Ελλάδα». Και με αυτή την απάντησή του στη συνέντευξη που έδωσε στο γερμανικό περιοδικό Spiegel, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ευρωβουλευτής των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών και επικεφαλής των Σοσιαλιστών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Μάρτιν Σούλτς, συνόψισε τον οικονομικό ζυγό στον οποίο προτείνει να βρίσκονται οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα της κρίσης.
της Κατερίνας Σταυρούλα
Φτάνει λοιπόν η στιγμή που το τρομοκρατικό δίλημμα “ευρώ ή χάος” που αναπαράγεται τα τελευταία χρόνια από στόματα των κυβερνώντων και των διαμορφωτών της κοινής γνώμης, αλλάζει μορφή. Για να αποφύγετε το χάος, αποκαλύπτουν αργά μα σταθερά πλέον οι οικονομικοί διαχειριστές της Ευρώπης του κεφαλαίου, θα πρέπει να παραδώσετε, στο όνομα της επιβίωσης, κάθε αξίωση ανθρώπινης ζωής στην εργασιακή σας καθημερινότητα. Το ιδεολόγημα που ήθελε τους εργαζόμενους στην Ελλάδα να “ζουν πέρα από τις δυνατότητές τους”, αποκαλύπτει επιτέλους το πραγματικό του πρόσωπο. Οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα μαζί με τα εισοδήματά τους, θα πρέπει τώρα να παραδώσουν και τα τελευταία από τα δικαιώματα που το εργατικό κίνημα έχει κατακτήσει.
Ο Μ. Σουλτς συνέχισε περιγράφοντας την αρχή του νέου τοπίου που σχεδιάζεται τόσο για την Ελλάδα, όσο και συνολικότερα για τις χώρες του Νότου της Ευρώπης. Αποκαλύπτοντας ότι οι συζητήσεις μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και της Ε.Ε. για τη δημιουργία Ειδικών Οικονομικών Ζωνών στην Ελλάδα είναι προχωρημένες δήλωσε ότι “οι Έλληνες πολιτικοί θα πρέπει να δεχτούν να φτιαχτεί ένας φορέας για την ανάπτυξη από κοινού με Ευρωπαίους πολιτικούς που θα σχεδιάσει, θα επιτηρήσει τα αναπτυξιακά προγράμματα για την χώρα και την χρηματοδότησή τους”, σημειώνοντας πως θα πρέπει το ελληνικό κράτος να δεχτεί τον ενεργητικό ρόλο των Ευρωπαίων αξιωματούχων στην ελληνική επικράτεια. “ Το ελληνικό κράτος θα πρέπει να δεχτεί να εφαρμόζουν Ευρωπαίοι αξιωματούχοι μεταρρυθμίσεις επί ελληνικού εδάφους, ωστόσο αυτό δεν θα είναι καμία εχθρική δύναμη κατοχής αλλά ένα εργαλείο βοήθειας”.
Σε απόλυτη σύμπνοια με τον Μ. Σουλτς και ο υπουργός οικονομικών της Γερμανίας, Φίλιπ Ρέσλερ, σε συνέντευξή του στη Welt της προηγούμενης Κυριακής. Συμπληρώνοντας μάλιστα πως οι Ειδικές Οικονομικές Ζώνες λειτούργησαν πολύ καλά στην Πολωνία. Ξεχνώντας βέβαια να αναφέρει πως ο κατώτερος μισθός στην Πολωνία είναι 349 ευρώ.
Οι Ειδικές Οικονομικές Ζώνες δεν είναι νέα ανακάλυψη ούτε αποτελούν νέο οικονομικό παράδειγμα. Έχουν πίσω τους ιστορία εφαρμογής δεκαετιών σε πολλές χώρες, υπό το πρόσχημα της “αναγκαίας” οικονομικής ανάπτυξης που θα σώσει από την ανέχεια ταλαιπωρημένους πληθυσμούς. Την πρώτη τους εμφάνιση έκαναν κατά κάποιο τρόπο την δεκαετία του ’30 και την εποχή της μεγάλης ύφεσης στην Ισπανία, όπου εξαγγέλθηκε η δημιουργία περιοχών με ειδικά εμπορικά προνόμια. Το πείραμα δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, γιατί βρέθηκε στο δρόμο του ο Ισπανικός Εμφύλιος, αλλά η ιδέα παρέμεινε και άρχισε να βρίσκει τις πρώτες εφαρμογές μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Με τον όρο Ειδικές Οικονομικές Ζώνες (ΕΟΖ) ορίζονται οριοθετημένες, από τη νομοθετική εξουσία κάθε χώρας, περιοχές όπου δημιουργούνται εξαιρετικές συνθήκες για τις επενδύσεις. Επενδύσεις που σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία προέρχονται κατά κύριο λόγο από το διεθνές αλλά και σε περιπτώσεις το εγχώριο, κεφάλαιο. Οι ΕΟΖ έχουν τη δυνατότητα να εμφανίζουν ανάλογα χαρακτηριστικά ώστε να δημιουργείται ευνοϊκό οικονομικό περιβάλλον για διαφορετικούς τύπους επενδύσεων. Έτσι νομοθετείται η δυνατότητα δημιουργίας ζωνών ελεύθερου εμπορίου, ειδικών ζωνών οικονομικών αποθηκών εμπορευμάτων, “ελεύθερων λιμανιών”, ζωνών προώθησης εξαγωγών κοκ. Οι ΕΟΖ χαρακτηρίζονται στο σύνολό τους από το διαφορετικό φορολογικό, εργασιακό και διοικητικό καθεστώς σε σχέση με την υπόλοιπη επικράτεια της χώρας. Αυτό μπορεί και συνήθως περιλαμβάνει, ανάμεσα στα άλλα, σκανδαλωδώς χαμηλή εταιρική φορολογία, επιδοτήσεις επενδυτικών εγχειρημάτων, ειδικά τελωνειακά καθεστώτα, περιορισμό ή κατάργηση των επιβαρύνσεων των εργοδοτών, χαλάρωση των κανονισμών ασφάλειας στο χώρο εργασίας, αποδυνάμωση των περιβαλλοντικών κανονισμών, απαγόρευση του συνδικαλισμού αλλά και κατάργηση κάθε είδους συλλογικών διαπραγματεύσεων, περαιτέρω μείωση του μισθού των εργαζομένων και απορρύθμιση της εργασίας.
Παρά το γεγονός ότι οι ΕΟΖ δεν αποτελούν πρόσφατη καινοτομία έχει παρατηρηθεί μία αύξησή τους τις τελευταίες τρεις δεκαετίες και μια ιδιαίτερα απότομη αιχμή σε αυτή την αυξητική πορεία από τα τέλη της δεκαετίας του ’90. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Εργασίας, υπήρξε μια σταθερή αύξηση από το 1975, με 79 ΕΟΖ σε 25 χώρες, μέχρι το 1997, με 845 ΕΟΖ σε 93 χώρες, και μια αλματώδης αύξηση όταν το 2002 αναφέρθηκαν 3000 ΕΟΖ σε 116 χώρες. Σήμερα υπολογίζεται πως υπάρχουν 3500 ΕΟΖ στον πλανήτη.
Ο “μύθος” των ΕΟΖ έχει συνδεθεί με διάφορους βαθμούς επιτυχίας σε όλο τον κόσμο για την προσέλκυση επενδύσεων. Έχουν προσελκύσει επενδύσεις – μεγάλο μέρος τους από τις ΗΠΑ – σε χώρες όπως η Ταϊβάν, τη Μαλαισία, τη Νότια Κορέα και το Μεξικό, αλλά σε άλλες περιπτώσεις χωρών, όπως η Κένυα έχουν συσταθεί ΕΟΖ με μεγάλο κόστος που τώρα βρίσκονται ως επί το πλείστον σε αχρηστία. Τις επενδύσεις, τις προσελκύουν βραχυπρόθεσμα και συνήθως οι επενδυτές μετακινούνται μετά από μερικά χρόνια για τον επόμενο χαμηλού κόστους επενδυτικό προορισμό. Αυτό συνέβη με τις ζώνες στο Μεξικό και τις “μακιλαδόρας”, ζώνες οι οποίες κατάφεραν να προσελκύσουν τεράστιες επενδύσεις και απασχόληση παρέχοντας κάποιας μορφής εργασία, αν και απολύτως ελαστικοποιημένη στον υπερεκμεταλλευόμενο πληθυσμό, αλλά σύντομα το έμπειρο και πάντα άπληστο πολυεθνικό κεφαλαίο άνοιξε τα φτερά του με προορισμό ακόμα φθηνότερες και εργασιακά πιο αποσταθεροποιημένες περιοχές ΕΟΖ, σε χώρες όπως η Κίνα .
Χαρακτηριστικό παράδειγμα χώρας που ουσιαστικά οφείλει την “ανάπτυξη” στο γεγονός ότι οι κυβερνήσεις της έχουν δώσει “γη και ύδωρ” στις πολυεθνικές επιχειρήσεις μέσω των ΕΟΖ , η Ινδία. Αλλά και παράδειγμα προς μίμηση για το πολυεθνικό κεφάλαιο “εύρυθμης λειτουργίας” τέτοιων ζωνών. Χαρακτηριστικά στα οποία οφείλεται η εξάπλωσή τους στη χώρα; Ανάμεσα στα μεγαλύτερα κίνητρα είναι σαρωτικές φοροαπαλλαγές, όπως οι 15ετείς φοροαπαλλαγές σε μονάδες (100% φορολογική απαλλαγή για τα πρώτα 5 έτη, 50% για τα επόμενα 5 χρόνια, και το 50% των κερδών από τις εξαγωγές που αναλογούν για τα επόμενα 5 χρόνια) και 100 % απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος για τους επενδυτές για οποιαδήποτε 10 χρόνια αυτοί επιλέξουν μέσα στα πρώτα 15 χρόνια της λειτουργίας των επιχειρήσεών τους. Τόσο επενδυτές όσο και οι επενδυτικές μονάδες που αναπτύσσονται απολαμβάνουν απαλλαγή από δασμούς, ειδικούς φόρους κατανάλωσης, φόρους υπηρεσιών, φόρο επί των συναλλαγών τίτλων, και κεντρικού φόρου επί των πωλήσεων. Άλλα φορολογικά κίνητρα περιλαμβάνουν τη δυνατότητα ξένων επενδύσεων να ελέγχουν το 100% μιας επιχείρησης,παρακάμπτοντας δηλαδή την υποχρέωση εθνικής συμμετοχής, δυνατότητα να διατηρήσει το 100% των εισπράξεων ξένου συναλλάγματος, απαλλαγές από εισαγωγικούς δασμούς και βιομηχανικές άδειες, διατάξεις για τον επαναπατρισμό των κερδών χωρίς καμία απαίτηση μερίσματος εξισορρόπησης, καθώς και τις εγκαταστάσεις για τη δημιουργία υπεράκτιων τραπεζικών μονάδων σε ένα διεθνές χρηματοδοτήσει το κέντρο. Επιπρόσθετα αγαθά που μετακινούνται εντός και εκτός, μεταξύ των περιοχών της Ινδίας εκτός ΕΟΖ και της ΕΟΖ, θεωρούνται εξαγωγές και εισαγωγές αντίστοιχα. Έτσι οι ΕΟΖ αποδεικνύονται κερδοφόρες για τις επιχειρήσεις , απομυζώντας τον πλούτο της χώρας, χωρίς ουσιαστικά να ανταποδίδουν παρά ελάχιστα δημόσια κέρδη.
Όμως ακόμη πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του συστήματος είναι η ελευθερία που παρέχονται στους ενδιαφερόμενους επενδυτές όσον αφορά τους εργασιακούς νόμους. Η εργασιακή “ευελιξία” υπήρξε μία από τα πρώτες και πιο ανοιχτά παραδεκτές απαιτήσεις που οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν από το κράτος σε χώρες σε όλο τον πλανήτη. Στην περίπτωση της Ινδίας ήταν σχεδόν αδύνατο να ανακληθούν τελείως οι προστατευτικοί για την εργασία νόμοι σε εθνικό επίπεδο, λόγω και της σχετικής ισχύς των συνδικάτων σε σύγκριση με πολλές άλλες καπιταλιστικές και υπό ανάπτυξη χώρες. Αυτός ήταν και ο λόγος που ήταν αναγκαίες ξεχωριστές οικονομικές ζώνες ώστε να υπάρξει εκεί η επιθυμητή αποσταθεροποίηση της εργασίας που απαιτούσαν τα επενδυτικά κεφάλαια. Ορισμένα από τα μέτρα που πάρθηκαν χαρακτηριστικά περιλαμβάνουν περαιτέρω εκμετάλλευση του εργατικού δυναμικού είτε μέσω συμβάσεων ή περιστασιακής απασχόλησης, όπου οι πληρωμές γίνονται σε ημερήσια βάση με απλήρωτη υπερωριακή εργασία και απελευθέρωση των απολύσεων. Ο άλλος πολύ σημαντικός παράγοντας για την απορρύθμιση της εργασίας είναι οι προσπάθειες που καταβάλλονται για την “πρόληψη του συνδικαλισμού”, με νομοθετικές ρυθμίσεις που οποία ουσιαστικά απαγορεύουν στις ΕΟΖ τις απεργίες και πολλές άλλες μορφές συλλογικών διαπραγματεύσεων, για μέτρα που λαμβάνονται εναντίον εργαζομένων.
Οι εργοστασιακές μονάδες εξαιρούνται επίσης από τη νομοθεσία που ελέγχει τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και οι επενδυτές είναι ελεύθεροι να ακολουθήσουν δικά τους μέτρα περιβαλλοντικής ρύθμισης. Οι ενδιαφερόμενοι έχουν δικαίωμα σε δωρεάν ή υψηλά επιδοτούμενη πρόσβαση σε νερό και ηλεκτρικό ρεύμα. Άλλα έργα υποδομής, όπως δρόμοι εντός της ζώνης, γίνονται επίσης με συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα.
Το ίδιο σκηνικό συναντά κανείς και στις ΕΟΖ του κίτρινου οικονομικού γίγαντα, της Κίνας. Το γεγονός ότι παρουσιάζονται σαν ένα επιτυχημένο οικονομικό πείραμα απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Το αντίθετο, η οικονομική ανάπτυξη χρησιμοποιώντας τις ΕΟΖ είχε ως αποτέλεσμα την τεράστια απώλεια καλλιεργήσιμης γης σε μια αμιγώς αγροτική κοινωνία, την εμφάνιση ανισοτήτων στην ανάπτυξη, την αχαλίνωτη κερδοσκοπία στην αγορά ακινήτων, την παρουσία εργασιακής βίας και κακοποίησης, την αύξηση της εγκληματικότητας, συμπεριλαμβανομένου και του λαθρεμπορίου, την αύξηση της παιδικής εργασίας, την ανάπτυξη εμπορίου λευκής σαρκός ενώ ταυτόχρονα κόστισε τόσο σε περιβαλλοντικούς πόρους ενώ έφερε μαζί περιβαλλοντική καταστροφή. Σύμφωνα με το μοντέλο της ανάπτυξης της “σοσιαλιστικής αγοράς”, μεταξύ του 1996 και του 2005 περισσότερο από το 21% της καλλιεργήσιμης γης της χώρας άλλαξε χαρακτηρισμό χρήσης και μετατράπηκε σε ΕΟΖ, αυτοκινητόδρομους και βιομηχανίες με αποτέλεσμα 20 εκατομμύρια αγρότες να χάσουν τα προς το ζην. Μόνο στην ΕΟΖ της Σενζέν, που παρουσιάζεται ως η κορυφαία στη χώρα, υπολογίζεται πως εργάζονται 500.000 παιδιά. Εταιρίες έχουν χρεοκοπήσει αφήνοντας χιλιάδες απλήρωτους, οι μισθοί δεν πλησιάζουν καν τον κατώτερο, ο συνδικαλισμός δεν επιτρέπεται, οι υπερωρίες δεν πληρώνονται και τείχη και φυσικά εμπόδια ανεγείρονται ώστε να αποφευχθεί η επικοινωνία μεταξύ των εργαζομένων. Λόγω της εκτεταμένης περιβαλλοντικής καταστροφής η Σενζέν έχει χαρακτηριστεί ως “σημείο παγκόσμιας οικολογικής καταστροφής” από το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών , ενώ ακόμα και η Παγκόσμια Τράπεζα παραδέχεται πως 300.000 άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο στην επαρχία αυτή λόγω της έκτασης της οικολογικής καταστροφής.
Με τη σφραγίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Η Ευρωπαϊκή Ένωση των προσχημάτων, κλείνοντας τα μάτια στις επιπτώσεις τέτοιων συνθηκών εκμετάλλευσης της εργασίας στην πραγματική ζωή, τυπικά απαγορεύει τη λειτουργία Ειδικών Οικονομικών Ζωνών για λόγους “αθέμιτου ανταγωνισμού”. Αυτό παρά το γεγονός ότι ΕΟΖ έχει ήδη δημιουργηθεί και λειτουργεί στην Πολωνία μετά την πτώση του καθεστώτος του λεγόμενου “υπαρκτού σοσιαλισμού”. Είναι ενδεικτικό πως οι κανόνες πριν την κρίση ήθελαν την Πολωνία με την είσοδό της στην ΕΕ να υπογράφει χρονοδιάγραμμα κατάργησης της ΕΟΖ μέχρι το 2018. Όμως οι κανόνες της ΕΕ ρυθμίζονται από την αγορά, αλλάζουν ώστε να την εξυπηρετήσουν και δεν αποτελεί πλέον είδηση πως οι συζητήσεις για τη δυνατότητα δημιουργίας ΕΟΖ στην Ελλάδα προχωρούν.
Ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2011 ο γερμανός υφυπουργός οικονομικών Στέφεν Κάπφερερ δήλωνε πως “η Γερμανία έχει ξεκινήσει επενδυτική επίθεση στην Ελλάδα”, θέτοντας ήδη στην κορυφή της ατζέντας τη δημιουργία ΕΟΖ. Με στόχο να εξυπηρετήσει την εντολοδόχο αστική τάξη της χώρας του ο Κάπφερερ δήλωνε τότε μετά από συνάντηση με τον Μ. Χρυσοχοΐδη, τότε υπουργό Ανάπτυξης, πως “μέσω αυτών των οικονομικών ζωνών, υπάρχει η πρόθεση να δημιουργήσουμε ένα φιλικό περιβάλλον με ευνοϊκές συνθήκες για επενδύσεις, ώστε οι επιχειρήσεις να μπορούν ευκολότερα να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους”.
Στον χρόνο που μεσολάβησε, με τη χώρα να συνεχίζει σε πορεία ύφεσης, την ανεργία να καλπάζει και τους μισθούς να περικόπτονται για άλλη μια φορά από την κυβέρνηση Σαμαρά, πέρασε απαρατήρητο το γεγονός ότι ήδη συζητήσεις για τη δημιουργία ΕΟΖ αναπτύσσονται τόσο στην περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης, όσο και στην Πελοπόννησο, ενώ τελευταία συζήτηση πραγματοποιήθηκε στο Περιφερειακό Συμβούλιο Νοτίου Αιγαίου με θέμα επιχειρησιακό σχέδιο που περιλαμβάνει τη δημιουργία ΕΟΖ αρχικά στη Ρόδο και τη Σύρο. Και βέβαια σχέδια σαν κι αυτά δεν θα μπορούσαν παρά να έχουν και τους κατάλληλους υποστηρικτές. Από τον Π. Τατούλη μέχρι τον Ν. Παπανδρέου, κορυφαία πρόσωπα της πολιτικής ζωής δεν έχουν παραλείψει να δηλώσουν την στήριξή τους στα μεγαλόπνοα επενδυτικά σχέδια. Αλλά και ο υπουργός ανάπτυξης Κ. Χατζηδάκης, δεν παραλείπει από τον Ιούλιο να τονίζει πως πρέπει να “καμφθούν οι αντιρρήσεις της ΕΕ” ώστε “να μας δοθεί η δυνατότητα να προσελκύσουμε επενδύσεις, σεβόμενοι το εργασιακό καθεστώς, αλλά με άλλα επιμέρους κίνητρα”.
Κι ενώ η συζήτηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχουν ουσιαστικά ξεκινήσει, το εγχώριο κεφάλαιο διαγκωνίζεται για να προλάβει να βρει μια θέση στον “ήλιο” των επενδυτικών παραδείσων που τόσο καιρό μεθοδικά προωθούν οι πολυεθνικοί ανταγωνιστές του.
Καθόλου τυχαία εδώ και τέσσερις μήνες και μεταξύ εκλογικών αναμετρήσεων, ο Spiegel φιλοξενούσε σχέδιο έξι σημείων του Βερολίνου που προβλέπει την εγκαθίδρυση ΕΟΖ στις χώρες τις περιφέρειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης που πλήττονται από την κρίση. Παρά το γεγονός ότι τότε η γερμανική κυβέρνηση αρνούνταν να επιβεβαιώσει τα δημοσιεύματα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Σέιμπερτ παραδεχόταν τον Ιούνιο σε συνέντευξη τύπου πως το μέλλον της Ελλάδας απαιτεί “ευρεία σκέψη”. Τον Αύγουστο ο Γερμανός υπουργός οικονομικών Φίλιπ Ρέσλερ ξεπέρασε τους “ενδοιασμούς” του και πρότεινε στην ελληνική κυβέρνηση να φέρει το θέμα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Και δεν άργησε να φτάσει ο Σεπτέμβρης όταν τα αποτελέσματα της προωθούμενης γερμανικής οικονομικής πολιτικής ανακοινώνονται εν χορώ από Γερμανούς Σοσιαλιστές και Χριστιανοδημοκράτες με το βλέμμα στραμμένο στις επενδύσεις: το μέλλον βρίσκεται στις Ειδικές Οικονομικές Ζώνες.
Το καθεστώς που η κυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ προωθεί σαν σκαλοπάτι για την επιστροφή της χώρας στην “ευημερία των επενδύσεων”, εντείνει την επίθεση που δέχονται τα τελευταία χρόνια οι εργαζόμενοι, οι πραγματικοί παραγωγοί του πλούτου της χώρας.
Οι ΕΟΖ προσελκύουν επενδύσεις επειδή προσφέρουν στο κεφάλαιο το κατάλληλο περιβάλλον για να αντλήσει το μέγιστο δυνατό κέρδος. Εάν το νέο οικονομικό καθεστώς εδραιωθεί οι ήδη υπό διάλυση από τα απανωτά μνημόνια εργασιακές σχέσεις θα απορρυθμιστούν στο μέγιστο δυνατό βαθμό, οι σε ελεύθερη πτώση μισθοί θα πρέπει να φτάσουν σε απελπιστικά χαμηλά επίπεδα στο όνομα του ανταγωνισμού, οι φορολογικές διευκολύνσεις θα μετατραπούν σε σκανδαλώδεις φοροαπαλλαγές προσφέροντας ένα τεράστιο μηδενικό στο κοινό συμφέρον, το ήδη υποβαθμισμένο περιβάλλον θα αποτελέσει και νόμιμα βορά στα χέρια όσων θέλουν να εξαφανίσουν ότι έχει απομείνει στο όνομα του κέρδους και της ανάπτυξης, ενώ δικαιώματα και αξιοπρέπεια θα αποτελούν ξεχασμένες έννοιες σε τόπους που θα ψάχνει κανείς τρόπο να επιβιώσει.
Η παγκόσμια εμπειρία δεν αφήνει αμφιβολίες. Για να ξεπεράσει την κρίση ο καπιταλισμός δεν πρόκειται να διστάσει μπροστά σε τίποτα. Είναι στο χέρι του κόσμου της εργασίας, από τον ευρωπαϊκό Νότο μέχρι την άπω Ανατολή, να λύσει τον γόρδιο δεσμό.