1989-2019: Η πτώση του Τείχους
Είναι η σειρά μας να ρίξουμε τα τείχη
Γιάννης Ελαφρός
Η πτώση του βερολινέζικου τείχους, προϊόν του ψυχρού πολέμου, αποτέλεσε μια κορυφαία στιγμή της κατάρρευσης του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Το Πριν αναζητά το τι έπεσε και γιατί, αλλά κυρίως τους δρόμους ανασυγκρότησης του κομμουνιστικού κινήματος στην εποχή μας. Καθώς ο υπαρκτός καπιταλισμός υψώνει τα δικά του τείχη της βαρβαρότητας, το ερώτημα της ανατροπής του γίνεται πιο επίκαιρο από ποτέ.
Η νύχτα της 9ης προς 10 Νοεμβρίου 1989 θα βρει δεκάδες χιλιάδες Βερολινέζους, Δυτικούς και Ανατολικούς, αγκαλιασμένους να τραγουδούν το The Wall των Pink Floyd πάνω στο τείχος που χώριζε την πόλη και ήταν πια νεκρό. «Το Τείχος του Βερολίνου ήταν για τον κομμουνισμό ό,τι ήταν η Βαστίλη για το απολυταρχικό καθεστώς», έγραφε στις 10 Νοεμβρίου 2019 η γαλλική Libération. Ο τροπαιούχος καπιταλισμός πανηγύριζε, κραδαίνοντας απειλητικά τις ανοησίες περί «Τέλους της ιστορίας». Το γερμανικό κεφάλαιο έβλεπε τη μεγάλη επιστροφή του μέσω ενοποίησης, την οποία θα πληρώσουν ακριβά οι λαοί της Ευρώπης τις επόμενες δεκαετίες. Μόνο οι δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς διαδήλωναν στις γερμανικές πόλεις τους επόμενους μήνες με το προκλητικό σύνθημα «Ποτέ πια Γερμανία», παραπέμποντας (και) στον καταστροφικό Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Μετά 30 χρόνια, μια έρευνα δείχνει πως το 70% των millenials (23-38 ετών) θεωρεί πως είναι «κάπως» ή «εξαιρετικά πιθανό» να ψηφίσουν σοσιαλιστή υποψήφιο. Το 36% βλέπει θετικά τον κομμουνισμό (αύξηση 8%), ενώ 35% έχει καλή γνώμη για τον μαρξισμό. Παρόμοιες τάσεις καταγράφονται στις ΗΠΑ και στις ηλικίες 16-22 ετών. Την έρευνα πραγματοποίησε η γνωστή εταιρεία YouGov, για λογαριασμό του… Ιδρύματος Θυμάτων του Κομμουνισμού! Αντίστοιχα, στη Γερμανία είναι ισχυρή η λεγόμενη Ostalgie, η νοσταλγία για την Ανατολή –Ost στα γερμανικά– μεταξύ όσων βιάστηκαν να πουν Good bye Lenin. Είναι αναμφίβολο πως βρισκόμαστε σε μια διαφορετική περίοδο από το 1989, αλλά με τη βαριά ήττα του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος του 20ου αιώνα να καταπιέζει ακόμα τις σύγχρονες απόπειρες αντικαπιταλιστικής πάλης. Το 2003 ο Φρέντρικ Τζέιμσον έλεγε πως «είναι ευκολότερο να φανταστούμε το τέλος του κόσμου, παρά το τέλος του καπιταλισμού». Το σύστημα προσπαθεί να μετατρέψει την τραγική αποτυχία του «υπαρκτού σοσιαλισμού» σε οριστικό τέλος κάθε σκέψης, κοινωνικής φαντασίας και πολύ περισσότερο συνειδητού προγραμματικού λόγου υπέρβασης της καπιταλιστικής βαρβαρότητας. Που εμφανίζεται σήμερα όχι ως «ο καλύτερος δυνατός κόσμος, αλλά ως ο μόνος δυνατός» (Προγραμματική Διακήρυξη ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση). Κι όμως, ειδικά μετά τη βαθιά και ιστορική κρίση του 2008 και τη συνεχιζόμενη προσπάθεια υπεραντιδραστικής υπέρβασής της, φαίνεται πως είναι αδύνατο και ανυπόφορο να συνεχίσουμε υπό καπιταλιστικών δεσμών.
Η ταξική πάλη δεν σταματά, ούτε οι εξεγέρσεις θα μπούνε στα μουσεία, όπως φαίνεται ξανά και ξανά από τη Χιλή μέχρι τον Λίβανο και από το Εκουαδόρ μέχρι τη Γαλλία των κίτρινων γιλέκων. Αυτό που λείπει, και λείπει δραματικά, είναι η κοινωνική ανάδειξη –όχι απλώς η διατύπωση– ενός σύγχρονου προγράμματος αντικαπιταλιστικής ανατροπής και κομμουνιστικής απελευθέρωσης που θα εμπνεύσει και θα στηριχθεί σε ένα νέο εργατικό κίνημα, στο κομμουνιστικό κόμμα και το αντικαπιταλιστικό μέτωπο της εποχής μας. Αυτό το μεγάλο έργο της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης έχουμε μπροστά μας. Ο νικηφόρος κομμουνισμός δεν θα έρθει με μερεμέτια στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό της καθολικής εκμετάλλευσης ή στον ανύπαρκτο σοσιαλισμό που κατέρρευσε. Απαιτείται τομή, με τα όπλα του αναπτυσσόμενου μαρξισμού, τη διπλή εμπειρία της νίκης και της ήττας του Οκτώβρη και το πλούσιο υλικό που γεννά η σύγχρονη ταξική πάλη και η κοινωνική δημιουργία. Ο καπιταλισμός τότε έμοιαζε να ρίχνει τείχη και να ενώνει τους λαούς. Σήμερα υψώνει τείχη, όχι μόνο τα αόρατα και κοινωνικά αδιαπέραστα, αλλά κι εκείνα στην Παλαιστίνη και στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού, στον Έβρο και στις περίκλειστες γειτονιές των πλουσίων. Είναι η σειρά μας να ρίξουμε τα τείχη.
Ο καπιταλισμός μοιάζει ανίκητος όσο στόχος δεν είναι η ανατροπή του