του Γιώργου Παυλόπουλου
Πρέπει να προετοιμαστούμε για όλα, ακόμη και για κλείσιμο των συνόρων (…) Πρέπει να αντιμετωπίσουμε ένα οξύ πρόβλημα που ενδεχομένως βγει εκτός ελέγχου. Πρέπει να είμαστε θωρακισμένοι στα σενάρια που δεν μπορούμε να αποκλείσουμε». Αυτά δήλωσε το βράδυ της Τετάρτης στην τηλεόραση ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Γιάννης Δραγασάκης, ενώ το πρωί της ίδιας μέρας, σε ανάλογες δηλώσεις είχε προβεί και ο υπουργός μεταναστευτικής πολιτικής, Γιάννης Μουζάλας. Σχεδόν ταυτόχρονα, η Κομισιόν επικύρωνε το τελεσίγραφο προς την Αθήνα, που έχει πλέον τρεις μήνες για να ελέγξει αποτελεσματικά τις προσφυγικές ροές, ειδάλλως θα βρεθεί σε κατάσταση καραντίνας.
Ήδη, πάντως, μετά από απαίτηση της αστυνομίας και με τη σύμφωνη γνώμη της κυβέρνησης – η οποία συνεχίζει να αρνείται κατηγορηματικά το άνοιγμα του φράχτη στον Έβρο – υψώνεται συρμάτινο τείχος ύψους δύο μέτρων σε όλο το μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής η οποία ενώνει την ουδέτερη ζώνη ανάμεσα σε Ελλάδα και ΠΓΔΜ με το χωριό της Ειδομένης. Επισήμως, η δικαιολογία είναι ότι έχει στόχο την αποτροπή θανατηφόρων δυστυχημάτων στις τάξεις των προσφύγων που επιχειρούν να περάσουν τις γραμμές στην προσπάθειά τους να βρεθούν στην απέναντι πλευρά και να επιταχύνουν το ταξίδι τους. Στην πραγματικότητα, όμως, πρόκειται για μια πράξη πλήρως εναρμονισμένη με τις απαιτήσεις και τους στόχους της ΕΕ.
Το συρματόπλεγμα στην Ειδομένη συνιστά ένα ακόμη βήμα προς την κατεύθυνση του κλεισίματος των συνόρων και της μετατροπής της Ελλάδας σε ένα απέραντο στρατόπεδο συγκέντρωσης και μια «αποθήκη ψυχών». Πολύ περισσότερο καθώς έρχεται να προστεθεί στις στρατιωτικές δυνάμεις που αποστέλλουν ή είναι πρόθυμοι να αποστείλουν στην απέναντι πλευρά οι Ευρωπαίοι «εταίροι» και τα υπόλοιπα μέτρα που λαμβάνονται σε βάρος των προσφύγων στη χώρα.
Την ίδια στιγμή στις Βρυξέλλες, ο υπουργός Άμυνας, Πάνος Καμμένος, έδινε τη συγκατάθεσή του στην ανάπτυξη δυνάμεων του ΝΑΤΟ στο ανατολικό Αιγαίο, υπό γερμανική μάλιστα διοίκηση, αποδεχόμενος έτσι την πρόταση που είχαν αρχικά καταθέσει από κοινού Βερολίνο και Άγκυρα, μετά τη συνάντηση της Δευτέρας ανάμεσα στην Άνγκελα Μέρκελ και τον Ταγίπ Ερντογάν. Δεν χωρά, φυσικά, καμία αμφιβολία για τις εντολές που θα δοθούν σε αυτές οι δυνάμεις, οι οποίες ασφαλώς δεν αφορούν στην ενίσχυση των επιχειρήσεων διάσωσης και την παροχή αρωγής στους απελπισμένους και κατατρεγμένους. Ξεκάθαρος στόχος τους θα είναι η φύλαξη των συνόρων, ώστε οι πρόσφυγες που ξεκινούν από τα τουρκικά παράλια να μην καταφέρνουν να πατήσουν το πόδι τους στα απέναντι νησιά – έστω κι αν αυτό σημαίνει ότι θα τους πυροβολούν ή θα τους πνίγουν επιτόπου, όπως ζήτησε πρόσφατα ο υπουργός Εσωτερικών του Βελγίου.
Αδιαμφισβήτητο είναι, επίσης, το γεγονός ότι η παρουσία της πολεμικής συμμορίας του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο έχει άμεση σχέση με την όξυνση του ανταγωνισμού ανάμεσα στις περιφερειακές και τις ηγεμονικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις του πλανήτη (Ιράν-Σαουδική Αραβία-Τουρκία, ΗΠΑ-ΕΕ-Ρωσία) στη φλεγόμενη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Αυτές οι δυνάμεις είναι, άλλωστε, που προκάλεσαν τον πόλεμο και πρωταγωνιστούν στην κλιμάκωσή του, ειδικά στη Συρία, με αποτέλεσμα σχεδόν ο μισός πληθυσμός της (11 εκατομμύρια, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις) να έχει σήμερα εγκαταλείψει τα σπίτια του, είτε για πιο ασφαλείς πόλεις εντός συνόρων είτε προς γειτονικά κράτη.
Καθώς λοιπόν τα κομμάτια του παζλ μπαίνουν στη θέση τους το ένα μετά το άλλο, μπορούμε πλέον να έχουμε μια πιο ξεκάθαρη άποψη της ολοκληρωμένης εικόνας, η οποία είναι κυριολεκτικά φρικιαστική: Η Ελλάδα οδεύει ταχύτατα προς την επιβολή ενός καθεστώτος έκτακτης ανάγκης, προς μια καραντίνα με απεριόριστη χρονική διάρκεια και με δεσμοφύλακες τις κάθε λογής «φίλιες δυνάμεις», με αφορμή τις εξελίξεις στο προσφυγικό. Εξελίξεις οι οποίες θα είναι και φέτος ραγδαίες και δραματικές, όπως μαρτυρούν οι συγκρούσεις στη Συρία και το Ιράκ, που κλιμακώνονται και γενικεύονται, με την εμπλοκή ολοένα περισσότερων δυνάμεων.
Πέρα, άλλωστε, από τον ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό, αυτός φαίνεται πως είναι ο στόχος του Βερολίνου και των Βρυξελλών, που καταφεύγουν πλέον ωμά και απροκάλυπτα στον θεσμικό ρατσισμό. Έντρομοι από την σχεδόν ανεξέλεγκτη επέλαση της ξενοφοβίας και της Ακροδεξιάς και καθώς οι «28» αποδεικνύονται απρόθυμοι και ανίκανοι να υλοποιήσουν ακόμη και αυτή την απόφαση της μετεγκατάστασης μόλις 160.000 προσφύγων στις διάφορες χώρες (αριθμός που αντιστοιχεί στο αμελητέο 0,00032% του συνολικού πληθυσμού της ΕΕ!), αντιμετωπίζουν το προσφυγικό ως επέλαση των βαρβάρων και ως γάγγραινα, μη διστάζοντας να «κόψουν» ένα πλοκάμι της ΕΕ, στην προσπάθειά τους να γλιτώσουν από τη σήψη και τον θάνατο.
Θα προτιμούσαν, ενδεχομένως, να δουν την Τουρκία να κρατά στο έδαφός της όσους επιχειρούν να διαφύγουν από τις ζώνες του πολέμου. Όμως αυτό το σχέδιο φαίνεται πως δεν τους βγαίνει, καθώς ο Ερντογάν – όπως απέδειξαν και τα πρακτικά της συνάντησής του με τους Γιούνκερ και Τουσκ τον περασμένο Νοέμβριο – εκβιάζει και απαιτεί γη και ύδωρ και πάντως περισσότερα από όσα μπορούν να του δώσουν, προκειμένου να συναινέσει: Περισσότερα λεφτά, το πράσινο φως για να ισοπεδώσει τα κουρδικά χωριά σε Τουρκία και Συρία και να δολοφονεί ανενόχλητος, την ανατροπή του δικτάτορα Άσαντ προκειμένου να τον αντικαταστήσει κάποιο ανδρείκελο που θα ελέγχει ο ίδιος, την ντε φάκτο συνδιαχείριση του Αιγαίου και μια ευνοϊκή γι’ αυτόν λύση του Κυπριακού, έτσι ώστε η τουρκική αστική τάξη να κερδίσει αποφασιστικούς πόντους στον ανταγωνισμό της με την αντίστοιχη ελληνική, η οποία βρίσκεται σε φάση σχετικής αδυναμίας και υποχώρησης.
Ειδικά το Κουρδικό αναδεικνύεται σε ζήτημα πρώτης προτεραιότητας για τον σύγχρονο «σουλτάνο» της Τουρκίας, ο οποίος κατανοεί ότι οι Κούρδοι της Συρίας, εκμεταλλευόμενοι τη στήριξη που τους παρέχουν για τους δικούς τους λόγους ΗΠΑ και Ρωσία, έχουν πλέον σαφή στόχο να φτιάξουν ένα μόρφωμα που θα αποτελέσει πρόπλασμα ενός μελλοντικού ανεξάρτητου κράτους. Κάτι τέτοιο, βεβαίως, ο Ερντογάν και η τουρκική ελίτ θα κάνουν το παν για να το αποτρέψουν, έστω κι αν αυτό συνεπάγεται ένα αντιπερισπασμό στην άλλη πλευρά, δηλαδή το Αιγαίο, με την πρόκληση «θερμών επεισοδίων».
Ούτως ή άλλως, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, η απειλή ενός γενικευμένου πολέμου, με την άμεση εμπλοκή και της Ελλάδας, δεν αποτελεί πλέον ένα μακρινό και αδιανόητο σενάριο. Είτε με βάση κάποιο σχέδιο, είτε με προβοκάτσια είτε από ένα «ατύχημα», οι πιθανότητες αυξάνονται καθημερινά. Παράλληλα δε και ειδικά εφόσον κλείσουν τελικώς τα σύνορα, θα αρχίσει να μυρίζει μπαρούτι και στο εσωτερικό, καθώς οι κοινωνικές αντιθέσεις θα καταστούν ανεξέλεγκτες – χωρίς να αποκλείεται, την επόμενη φορά που θα κριθεί αναγκαίο στην Κω ή σε κάποιο άλλο νησί, να αναλάβουν δράση όχι τα ΜΑΤ, αλλά οι στρατιωτικές δυνάμεις καταστολής του ΝΑΤΟ…
Έτσι, όσο κι αν ξενίζει ορισμένους, ακόμη και παλιούς και έμπειρους αριστερούς, οι συνθήκες που μπορούν να οδηγήσουν (και να τη δικαιολογήσουν) σε μια «αντιδημοκρατική εκτροπή» στη χώρα δημιουργούνται ταχύτατα. Εξάλλου, στη Γαλλία του Διαφωτισμού δεν χρειάστηκε παρά ένα τρομοκρατικό χτύπημα για να επιβάλει ο σοσιαλιστής Ολάντ κατάσταση έκτακτης ανάγκης, η οποία θα παραμείνει σε ισχύ επ’ αόριστον, αλλά και να βγάλει το στρατό στους δρόμους – όπως έκαναν και οι Βέλγοι και οι Γερμανοί και άλλοι. Γιατί, λοιπόν, να διστάσουν στην Ελλάδα;
Η επαναστατική, αντικαπιταλιστική Αριστερά οφείλει να προετοιμαστεί καλά γι’ αυτό το ενδεχόμενο.