Μπάμπης Συριόπουλος
Άνοδο σε ποσοστό σημείωσε το ΚΚΕ στις 25/6, σημαντική βελτίωση των αποτελεσμάτων του σε σχέση μετο 2019. «Δεν συμφωνεί σε όλα» με το ΚΚΕ, μέρος των ψηφοφόρων του, εκτιμά το Πολιτικό Γραφείο του κόμματος.
Το ΚΚΕ στις εκλογές στις 25 Ιούνη ανέβηκε για μια ακόμα φορά σε ποσοστό (0,5%), φτάνοντας στο 7,7% παρότι έχασε περίπου 26.000 περίπου ψήφους σε σχέση με την 21η Μάη. Συνολικά από τις εκλογές του Ιουλίου 2019 η άνοδός του είναι 100.000 ψήφοι και 2,5% σε ποσοστό. Το ΚΚΕ εξέλεξε 20 βουλευτές χάνοντας έξι βουλευτές από τις 21 Μάη λόγω του διαφορετικού εκλογικού συστήματος. Στη συνολική εκτίμησή του, το Πολιτικό Γραφείο της ΚΕ του ΚΚΕ σε ανακοίνωσή του σημειώνει ότι «ο συσχετισμός παραμένει αρνητικός κυρίως γιατί τα κόμματα που στηρίζουν την πολιτική των επιχειρηματικών ομίλων, της ΕΕ, του ΝΑΤΟ, συνεχίζουν να απολαμβάνουν τη μεγάλη πλειοψηφία της εργατικής – λαϊκής στήριξης». Η ανακοίνωση εκτιμά ότι «η εκλογική ενίσχυση του ΚΚΕ είναι δείκτης ανόδου του κύρους του Κόμματος στην εργατική τάξη και σε όλο τον λαό» απαριθμώντας στη συνέχεια μια σειρά μέτωπα και μάχες που «πρωτοστάτησε» το προηγούμενο διάστημα (εργατικοί αγώνες και κινητοποιήσεις, τη «στάση του την περίοδο της πανδημίας», τη «θέση και δράση του απέναντι στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στην Ουκρανία και την ελληνική εμπλοκή στα ΝΑΤΟικά σχέδια», φοιτητικό κίνημα κ.λπ.). Το ΚΚΕ έχει επίγνωση ότι «ένα ευρύτερο τμήμα εργαζομένων, λαϊκών δυνάμεων και νεολαίας» που το στηρίζει αυτή τη στιγμή εκλογικά, «δεν συμφωνεί σε όλα μαζί» του, «δεν έχει πειστεί σταθερά για την πολιτική διέξοδο» που προτείνει, «και για τον δρόμο που αυτή θα επιτευχθεί».
Το ΠΓ επισημαίνει ως ακόμα μια αρνητική εξέλιξη, την «ενισχυμένη παρουσία στη Βουλή του ακροδεξιού και φασιστικού χώρου», υπενθυμίζοντας ωστόσο ότι δεν είναι η πρώτη φορά που αυτές οι δυνάμεις καταγράφουν υψηλά ποσοστά καθώς και το 2012 και το 2015 ήταν πάνω από 10%. Τονίζει ότι «δεν χρειάζεται κανένας εφησυχασμός» καθώς «τροφοδότης του φασισμού είναι η επίσημη πολιτική της ΕΕ, του αντικομμουνισμού και της θεωρίας των δύο άκρων» και «η πολιτική της ΕΕ στα ζητήματα μετανάστευσης», καταλήγοντας ότι «επιβεβαιώνεται ότι ο φασισμός – ναζισμός, εξαιτίας του χαρακτήρα του, δεν αντιμετωπίζεται ουσιαστικά με κάποιες νομοθετικές παρεμβάσεις, που μάλιστα ανοίγουν επικίνδυνους δρόμους, αλλά είναι υπόθεση του ίδιου του εργατικού – λαϊκού κινήματος».
Η ανακοίνωση του ΠΓ προειδοποιεί για το νέο γύρο επίθεσης στο φόντο των νέων μνημονιακών προαπαιτούμενων, της αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής, του ενδεχόμενου μιας νέας οικονομικής κρίσης και των εξελίξεων στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στην Ουκρανία με την επιδίωξη για μεγαλύτερη εμπλοκή της Ελλάδας στο πλευρό των ΝΑΤΟϊκών σχεδιασμών.
Η άνοδος του ΚΚΕ όντως οφείλεται στην παρουσία του σε μια σειρά αγώνες της πρόσφατης περιόδου, στους αγωνιστικούς δεσμούς του με εργατικά λαϊκά στρώματα καθώς και στη διακηρυκτική προβολή του σοσιαλισμού «ως το σύγχρονο, το ρεαλιστικό και το αναγκαίο οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό σύστημα, ως τη μοναδική διέξοδο για την εργατική τάξη και τον λαό της χώρας». Επίσης η άρνησή του να συμμετέχει σε σενάρια αστικών συγκυβερνήσεων και «η αποκάλυψη της προσπάθειας εξαπάτησης από τον ΣΥΡΙΖΑ» έδωσαν τη δυνατότητα για μια αριστερή ψήφο μακριά από τις τόσο διαδεδομένες το προηγούμενο διάστημα κυβερνητικές αυταπάτες.
Το ΚΚΕ μιλάει για μια «100% λαϊκή αντιπολίτευση» ωστόσο θα είναι μια αντιπολίτευση προβλέψιμη, όχι ανατρεπτική, χωρίς «επικίνδυνους» πολιτικούς στόχους στο σήμερα, με αγώνες χωρίς κλιμάκωση και γενίκευση. Το ΠΓ αναφερόμενο στην περίοδο της διακυβέρνησης της ΝΔ (2019-2023) λέει ότι το ΚΚΕ έδρασε «ασκώντας με σταθερότητα αντιπολίτευση από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων». Ακριβώς αυτό είναι το πρόβλημα, μια αντιπολίτευση, αγωνιστική μεν, αλλά «με σταθερότητα» δε, χωρίς επιδιώξεις για ρήξεις και ανατροπές. Στα μέτωπα της επόμενης περιόδου αναφέρει η ανακοίνωση «τις υπό ΝΑΤΟική ομπρέλα δρομολογούμενες αρνητικές διευθετήσεις στα Ελληνοτουρκικά». Εκτός από την αντίθεση στη ΝΑΤΟική επιδιαιτησία, η στάση του ΚΚΕ υποτάσσεται στις εθνικές αστικές επιδιώξεις στο όνομα των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας. Απέναντι στην αναμενόμενη αστική επίθεση από την κυβέρνηση της ΝΔ δεν αρκεί μια αντιπολίτευση με αγώνες χαμηλής έντασης, απαιτείται αντιπολίτευση με στόχους και κίνημα ρήξης με την καπιταλιστική κανονικότητα.