Δημήτρης Τζιαντζής
«Ζω την αντίφαση να με θεωρούν στην Ευρώπη μεταρρυθμιστή, αλλά εδώ ένα μεγάλο κομμάτι της αστικής τάξης, ιδίως της διαπλεκόμενης, να με θεωρεί ακραίο». Αυτό έγραψε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ο Αλέξης Τσίπρας τη Δευτέρα, με αφορμή το κύριο άρθρο του δεξιού γαλλικού περιοδικού Le point, με τίτλο «Ποιος Τσίπρας θα μεταρρυθμίσει τη Γαλλία;». Ο Αλέξης Τσίπρας έγραψε ότι «αιφνιδιάστηκε» από το άρθρο, ωστόσο αυτό είχε δημοσιευτεί πριν δύο εβδομάδες. Το δημοσίευμα του γαλλικού περιοδικού εγκωμιάζει τον Τσίπρα που κατάφερε να αυξήσει τα όρια συνταξιοδότησης στην Ελλάδα χωρίς να κουνηθεί φύλλο και θέτει τον προβληματισμό μήπως αυτό που χρειάζεται η Γαλλία είναι έναν «αριστερό μεταρρυθμιστή» που θα περάσει ανάλογα δυσάρεστα αντιλαϊκά μέτρα άνευ αντιδράσεων.
Η επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα να υιοθετήσουν άκριτα αυτόν το συλλογισμό με την έναρξη της προεκλογικής περιόδου δεν είναι τυχαία. Απευθύνεται λιγότερο στους ψηφοφόρους και περισσότερο στα τμήματα της ελληνικής και ευρωπαϊκής ελίτ που βλέπουν με ανησυχία τη Γαλλία να καίγεται. Ο Αλέξης Τσίπρας τούς κλείνει το μάτι ότι μια πληθυντική «προοδευτική κυβέρνηση» μπορεί να απορροφήσει τους κοινωνικούς κραδασμούς και να περάσει πιο αποτελεσματικά από τον κλυδωνιζόμενο Κ. Μητσοτάκη σκληρές πολιτικές, όπως αυτές που επιβάλλουν το Σύμφωνο Σταθερότητας της ΕΕ και τα προαπαιτούμενα του Ταμείου Ανάκαμψης. Με άλλα λόγια, ο Αλέξης Τσίπρας πλασάρεται ως καλύτερος διαχειριστής του συστήματος σε σύγκριση με το φθαρμένο επιτελικό κράτος του Κυριάκου Μητσοτάκη. Σε αυτή την κατεύθυνση κινούνται και οι διαβεβαιώσεις για την ανάγκη κυβέρνησης συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ. Ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίζεται διατεθειμένος να βάλει και άλλο νερό στο κρασί του, σημειώνοντας ότι «μαζί (με το ΠΑΣΟΚ) μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις που δεν μπορεί κανένας μόνος», σε αντίθεση με μια «αυτοδύναμη αλαζονική» κυβέρνηση.
Όσο για τα όποια φιλολαϊκά στοιχεία του προεκλογικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι –όπως και το 2015– αυτό είναι το πρόγραμμα του κόμματος και όχι της όποιας κυβέρνησης προκύψειπ που θα βρίσκεται υπό την αίρεση της κυβερνητικής συμφωνίας και της έγκρισης της Κομισιόν. Με άλλα λόγια, οι περισσότερες προεκλογικές υποσχέσεις προορίζονται καθαρά για εσωτερική προεκλογική κατανάλωση. Αποκαλυπτικές είναι οι δηλώσεις του Γιώργου Χουλιαράκη. Ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Τσίπρα, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην Καθημερινή, χαρακτηρίζει το τρίτο μνημόνιο που υπέγραψε ο ΣΥΡΙΖΑ «νομοτελειακό» και αναγκαίο για να αποφύγει η χώρα την άτακτη χρεοκοπία. Ο ΣΥΡΙΖΑ ακόμα κάνει ότι δεν βλέπει τον «ελέφαντα στο δωμάτιο», που είναι η δεύτερη μετα-προγραμματική αξιολόγηση χωρίς «ρήτρα διαφυγής» και η βίαιη επιστροφή στη λογική των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων από το 2024. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μιλά πια για «δεύτερη φορά Αριστερά», καθώς ετοιμάζεται να ρίξει άγκυρα στη σοσιαλδημοκρατία. Χαρακτηριστικές είναι οι αναφορές σε μια κυβέρνηση δημοκρατικής ομαλότητας, αλλαγής και προόδου», που θα στήσει εξεταστικές επιτροπές για το σκάνδαλο των υποκλοπών. Το μόνο σύνθημα που εξακολουθεί να έχει απήχηση στην κοινωνική πλειοψηφία στο νέο αφήγημα, είναι το να φύγει ο Μητσοτάκης, όποιο και αν είναι το τίμημα και οι πολιτικές «εκπτώσεις». Το πρόβλημα για την Κουμουνδούρου είναι ότι η αλλοπρόσαλλη συμμαχία με την οποία φιλοδοξεί να τον αντικαταστήσει αδυνατεί να εμπνεύσει και σαφέστατα δεν έχει τη δυναμική του 2012 ή του 2015.