Δημήτρης Τζιαντζής
▸ Η ελπίδα μας κρεμάστηκε, νέος στόχος η «δημοκρατική ομαλότητα»
«Ο λαός δεν ξεχνά και ΠΑΣΟΚ και Δεξιά», ήταν το σύνθημα που δονούσε τις συγκεντρώσεις της Αριστεράς στα τέλη της δεκαετίας του ’80, πριν η ηγεσία της συναινέσει στις κυβερνήσεις συνεργασίας με αυτές ακριβώς τις δυνάμεις. Τριάντα πέντε σχεδόν χρόνια μετά, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, στην περιοδεία του στη Θεσσαλονίκη, έρχεται να μας πει πως δεν στρέφεται ενάντια σε άλλες «προοδευτικές δυνάμεις» και έκανε λόγο για «μονομέτωπο αγώνα» κατά της «Δεξιάς του κυρίου Μητσοτάκη». Μάλλον γρήγορα ξέχασε ότι αυτές οι «προοδευτικές δυνάμεις», που τις αφήνει στο απυρόβλητο, είναι υπεύθυνες για την πιο ραγδαία επιδείνωση στο βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων μεταπολεμικά.
Ωστόσο, ο «μονομέτωπος» αγώνας του ΣΥΡΙΖΑ είναι συμβατός με το μόνο σύνθημα που δείχνει να έχει απήχηση στη λαϊκή πλειοψηφία, που είναι να φύγει με κάθε τίμημα η «τρισκατάρατη» κυβέρνηση Μητσοτάκη και… «μετά βλέπουμε». Σε αυτό το πλαίσιο, τα μόνα «επαναστατικά» στοιχεία που έχει η προεκλογική εκστρατεία του ΣΥΡΙΖΑ είναι ο «ύμνος του ΕΑΜ», με τον οποίο ξεκίνησε η εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη και η λογική «θα συμμαχήσουμε ακόμα και με τον διάβολο, για να σώσουμε ό,τι πρέπει», της οποίας η πατρότητα αποδίδεται λανθασμένα στον Λένιν. Οι στίχοι του Βασίλη Ρώτα, βέβαια, κάνουν λόγο για «πρόγραμμα λαοκρατίας», σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ που υπόσχεται απλά μια ανακούφιση από τη σημερινή απελπιστική κατάσταση με τα τιμολόγια ενέργειας και το κόστος ζωής.
Ο ΣΥΡΙΖΑ του 2023 δεν θα «σκίσει» μνημόνια και σύμφωνα σταθερότητας. Κατεβάζει τον πήχη στην «πάταξη της αισχροκέρδειας»
Ο ΣΥΡΙΖΑ ισχυρίζεται ότι θα χτυπήσει την αισχροκέρδεια παντού, χωρίς όμως να καταργήσει το χρηματιστήριο ενέργειας ή να έρθει σε ρήξη με την Κομισιόν. Η πρόσφατη πολιτική ιστορία έρχεται να μας υπενθυμίσει πως ακόμα και αυτές οι υποσχέσεις βρίσκονται πάντα υπό την αίρεση του «συμφώνου σταθερότητας» και των δεσμεύσεων του «Ταμείου Ανάκαμψης». Άλλωστε, κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι το προεκλογικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα και σε περίπτωση νίκης, δεν θα πεταχτεί την επόμενη μέρα στον κάλαθο των αχρήστων, όπως έγινε το 2009, το 2012 και το 2015. Όλες οι ενδείξεις επιβεβαιώνουν πως το πρόγραμμα μιας «προοδευτικής διακυβέρνησης» θα είναι σε κάθε περίπτωση προϊόν συμβιβασμού με το δεξιόστροφο ΠΑΣΟΚ και δεν θα είναι το ίδιο με αυτό του κόμματος. Ως ελάχιστος παρανομαστής τίθεται η «υπεράσπιση της δημοκρατίας» σε μια κυβέρνηση «δημοκρατικής ομαλότητας, αλλαγής και προόδου». Τι σημαίνει αυτό, θα φανεί, με τον ΣΥΡΙΖΑ να ρίχνει βάρος στο επικοινωνιακό, υποσχόμενος λιγότερους μετακλητούς, νεότερους υπουργούς και σχεδόν ισότιμη συμμετοχή γυναικών στην κυβέρνηση, όπως είδαμε σε σκανδιναβικές χώρες.
Το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τόλμησε να έρθει σε σύγκρουση με το συνολικό σύστημα εξουσίας (δικαστικό, εκκλησιαστικό, επιχειρηματικό, υπερεθνικό). Τότε το δικαιολόγησε λέγοντας πως δεν κατάφερε να «ελέγξει τους κρίσιμους αρμούς της εξουσίας». Σήμερα θέτει ως προτεραιότητα την «αποκατάσταση» της δημοκρατικής λειτουργίας που μπήκε σε κίνδυνο από τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη, στο πρότυπο της θητείας Μπάιντεν μετά τον Τραμπ. Ωστόσο, το ΠΑΣΟΚ εξακολουθεί να αντιλαμβάνεται το δημοκρατικό διακύβευμα διαφορετικά και στο πλαστό δίλημμα «Βορίδης ή Κασιδιάρης» τάσσεται χωρίς επιφυλάξεις υπέρ του πρώτου, όπως φάνηκε και στην υπερψήφιση της σχετικής τροπολογίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ, με την Π.Τσαπανίδου ως εκπρόσωπο του κόμματος, «σπάει αριστερά στεγανά» και μετατοπίζεται όλο και περισσότερο προς το κέντρο, κυνηγώντας το ΠΑΣΟΚ και ένα πολιτικό σύστημα που συνολικά μετατοπίζεται προς τα δεξιά.