«Όπως αργεί τ’ ατσάλι να γίνει κοφτερό και χρήσιμο μαχαίρι
έτσι αργούν κ’ οι λέξεις ν’ ακονιστούν σε λόγο.
Στο μεταξύ
όσο δουλεύεις στον τροχό
πρόσεχε μην παρασυρθείς
μην ξιππαστείς
απ’ τη λαμπρή αλληλουχία των σπινθήρων.
Σκοπός σου εσένα το μαχαίρι»
Το παραπάνω ποίημα με τίτλο «Το μαχαίρι», μας υπενθυμίζει ότι ο Άρης Αλεξάνδρου δεν είναι μόνο ο συγγραφέας του Κιβωτίου και ο μεταφραστής μυθιστορημάτων των Ρώσων κλασσικών, όπως είναι περισσότερο γνωστός στο ευρύ κοινό, αλλά και ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της μεταπολεμικής γενιάς. Ο Αλεξάνδρου (ψευδώνυμο του Αριστοτέλη Βασιλειάδη) γεννήθηκε στις 24/11/1922 από πατέρα Έλληνα και μητέρα Ρωσίδα στο Λένινγκραντ, όπου και έζησε έως το 1928, όταν η οικογένειά του μετακόμισε στην Ελλάδα.
Στα χρόνια της κατοχής πήρε μέρος στην αντίσταση μέσα από τις γραμμές της ΟΚΝΕ, από την οποία αποχώρησε λόγω διαφωνιών, παραμένοντας κομμουνιστής. Εξαιτίας της συμμετοχής του στα Δεκεμβριανά, συνελήφθη και στάλθηκε εξορία στο στρατόπεδο Ελ Ντάμπα της Αφρικής έως τον Απρίλιο του 1945. Το 1948 συλλαμβάνεται ξανά και στέλνεται στα στρατόπεδα συγκέντρωσης στον Μούδρο, στη Μακρονήσο και στον Άι-Στράτη, έως τον Οκτώβριο του 1951. Τον Δεκέμβρη του 1952 καταδικάζεται από το Στρατοδικείο Αθηνών ως ανυπότακτος και φυλακίζεται στις φυλακές Αβέρωφ και κατόπιν στην Αίγινα και στη Γυάρο, από όπου απολύθηκε τον Αύγουστο του 1958. Με το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1967 και υπό τον φόβο της σύλληψης αυτοεξορίζεται στο Παρίσι, όπου έκανε διάφορες δουλειές για τα προς το ζην έως και τον θάνατό του τον Ιούλιο του 1978.
Στην εργογραφία του περιλαμβάνονται τέσσερις ποιητικές συλλογές, Ακόμα τούτη η άνοιξη (Γκοβόστης 1946), Άγονος γραμμή (ιδιωτική έκδοση 1952), Ευθύτης οδών (ιδιωτική έκδοση 1959), Ποιήματα 1941-1971 (Κείμενα 1972), το μυθιστόρημα Το κιβώτιο (Κέδρος 1975), το χρονικό Η εξέγερση της Κροστάνδης (Φυτράκης 1975), το παραμύθι Ta Ksilopodara (Βέργος 1976), το δοκίμιο Έξω απ’ τα δόντια 1937-1975 (Βέργος 1977) και το σενάριο Ο λόφος με το συντριβάνι (Βέργος 1977), βασισμένο στο ομώνυμο θεατρικό του Γ. Ρίτσου.
Η ποίησή του συντονίζεται με τους λαϊκούς αγώνες, «Κοιμήσου και πλαγιάσανε τ’ αστέρια στις παντιέρες / είν’ το φεγγάρι στη σκοπιά κι ο ΕΛΑΣ στα καραούλια / κ’ έχεις κουβέρτα σύγνεφο και κούνια σου την πέτρα», μας λέει στο «Νανούρισμα». Εξυμνεί τον έρωτα, «Όσο υπάρχεις / ταξιδεύω. / Θα σε βρω. / Όπου πατάς πέφτουν πράσινα φύλλα», όπως στο ποίημά του «Άννα» και επιμένει παρά την ήττα στο «Μέσα στις πέτρες» μονολογώντας «Κι όμως δεν αυτοκτόνησα. / Είδατε ποτέ κανέναν έλατο να κατεβαίνει μοναχός του στο πριονιστήριο; / Η θέση μας είναι μέσα δω σ’ αυτό το δάσος / με τα κλαδιά κομμένα μισοκαμένους τους κορμούς / με τις ρίζες σφηνωμένες μες στις πέτρες». Ενώ στα «Ανεπίδοτα γράμματα» μας ρωτά: «Σύντροφε, κοιμάσαι; / ΄Ηθελα να μου πεις, ξέρεις καμιά σελίδα μαρξισμού / που να βουλιάζουνε οι λέξεις στο χαρτί / σαν την σιωπή μου / στις κόρες των ματιών της;»
Ο Άρης Αλεξάνδρου είναι από τις περιπτώσεις των δημιουργών που ταυτίζονται απόλυτα με το έργο τους
Το παρακάτω απόσπασμα από το κείμενό του «Ποιος αυτοκτόνησε τον Μαγιακόφσκη» νομίζουμε πως συμπυκνώνει με τον καλύτερο τρόπο το αξιακό του σύστημα, το οποίο και δεν πρόδωσε σε καμιά στιγμή της ζωής του: «Ο Μαγιακόβσκη έζησε σ’ όλη του τη ζωή διασπασμένος, μισός ενταγμένος στην ομάδα και μισός απ’ έξω, μισός αλτρουιστής και μισός εγωιστής, μισός μπρούτζινος και μισός ατσαλένιος. Αν είχε κατορθώσει να ενταχθεί ολοκληρωτικά στην ομάδα, θα γιόρταζε πέρσι την εβδομηκοστή επέτειο των γενεθλίων του και θα συνόδευε τον Χρουτσόβ στα ταξίδια του, αντί του Σόλοχοβ… Αν ήταν μόνο αλτρουιστής, αν κατόρθωνε να θυσιάσει τα πάντα, ακόμα και την υστεροφημία του, θα γινόταν ένας άγιος, ένας μάρτυρας, ένας γιόγκι. Αν ήταν μόνο εγωιστής, θα γινόταν κομμισσάριος. Μα ο Μαγιακόβσκη πάλευε συνεχώς με τον εαυτό του, έπαιζε γροθιές με το δεύτερο εγώ του και, φυσικά, κονταροχτυπιόταν συνεχώς με τον έξω κόσμο».
Γιατί ο Άρης Αλεξάνδρου είναι από τις περιπτώσεις των δημιουργών που ταυτίζονται απόλυτα με το έργο τους, που η κοινωνική τους θέση, η στάση ζωής τους και οι πολιτικές τους απόψεις εναρμονίζονται πλήρως με το περιεχόμενό του. Γι’ αυτό και το έργο του έμεινε αλώβητο στον χρόνο, χωρίς να χρειαστεί να επανοηματοδοτηθεί από τις μετέπειτα πολιτικές και κοινωνικές συγκυρίες, όπως συνέβη με πλήθος άλλων μεγάλων δημιουργών.
* Στο σημείωμα αυτό περιοριστήκαμε στο ποιητικό έργο του Αλεξάνδρου και δεν ασχοληθήκαμε με Το Κιβώτιο, ένα από σημαντικότερα μυθιστορήματα της μεταπολεμικής λογοτεχνίας, το οποίο μάλιστα τα τελευταία χρόνια έχει ανέβει σε πολλές θεατρικές σκηνές.
Βασίλης Τσιράκης
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (26.11.22)