Στέλεχος της ιταλικής οργάνωσης «Λαϊκό Μέτωπο» (Fronte Popolare)
«Μετά τη δημοσιοποίηση των εκλογικών αποτελεσμάτων, η χώρα βυθίστηκε σε μια περίεργη ατμόσφαιρα», λέει ο Αλέσιο Αρένα, στέλεχος του Fronte Popolare, τονίζοντας πως υπάρχουν «προϋποθέσεις ισχυρής πολιτικής αστάθειας». Η «ανθεκτικότητα μιας ήδη μειοψηφικής εκλογικής συναίνεσης» απειλείται, ενώ ο κόσμος αντιλαμβάνεται πως δεν έχει λόγο στη διακυβέρνηση. Παρά την «παντελή απουσία πολιτική εκπροσώπηση της ταξικής πάλης», αυτή φυσικά δεν έχει σταματήσει.
Συνέντευξη στον Γιώργο Μιχαηλίδη
▶ Όλη η Ευρώπη μιλάει για το αποτέλεσμα των ιταλικών εκλογών. Θα λέγατε ότι αυτό που συνέβη συνιστά μια ποιοτική εξέλιξη σε σύγκριση με προηγούμενα εκλογικά αποτελέσματα;
Για να κατανοήσουμε τις εκλογές της 25ης Σεπτεμβρίου, πρέπει να αναλογιστούμε την ιστορική εξέλιξη του πολιτικού μας συστήματος. Όλα τα ιστορικά ιταλικά κόμματα διαλύθηκαν μεταξύ 1991 και 1994. Το 2011, ένα πραξικόπημα του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου οδήγησε στη σύσταση μιας κυβέρνησης τεχνοκρατών που υποστηρίχθηκε από μια πολύ μεγάλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία (συμπεριλαμβανομένης της Μελόνι), με επικεφαλής τον Μάριο Μόντι. Από τότε, καθώς οι συνθήκες διαβίωσης των ανθρώπων έχουν χειροτερέψει, ενισχύθηκε η αντίληψη στους Ιταλούς ότι δεν έχουν φωνή στη διακυβέρνηση της χώρας. Το αποτέλεσμα είναι μια πολύ ασταθής συναίνεση για τα κόμματα. Η τελευταία ψηφοφορία δεν χαρακτηρίστηκε από μια ενθουσιώδη ψήφο, αλλά ήταν ψήφος παραίτησης της εργατικής τάξης με ολοένα και πιο χαμηλό επίπεδο πολιτικού πολιτισμού, που αισθάνεται ότι έχει αποδυναμωθεί. Στην πραγματικότητα, σχεδόν το 40% των ψηφοφόρων δεν ψήφισαν, η χαμηλότερη προσέλευση ψηφοφόρων στην ιστορία μας.
▶ Τι αντιπροσωπεύουν τα Αδέλφια της Ιταλίας; Ποια είναι η κοινωνική τους βάση και τα κύρια συνθήματα που έκαναν το κόμμα δημοφιλές;
Όσον αφορά τα συνθήματα, πέρα από τις αντιδραστικές και ξενοφοβικές φράσεις, μπορεί να ειπωθεί ότι η επιτυχία των Αδελφών της Ιταλίας (FdI) οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο ότι ήταν η «αντίθεση της μεγαλειότητάς της» στην κυβέρνηση Ντράγκι. Από την άλλη πλευρά, όταν η υποστήριξη των ψηφοφόρων για τα κόμματα αλλάζει τόσο γρήγορα, είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια η κοινωνική βάση του καθενός. Μόλις πριν από τρία χρόνια, η Λέγκα του Βορρά συγκέντρωνε το 34% των ψήφων στις ευρωεκλογές, ενώ σήμερα υπολείπεται του 9%. Την ίδια ώρα, το εκλογικό ποσοστό της Μελόνι έχει πενταπλασιαστεί. Ασφαλώς, υπάρχει σημαντικό ποσοστό πελατειακής ψήφου, καθώς και υψηλό επίπεδο συναίνεσης μεταξύ του υποπρολεταριάτου των προαστίων. Μετά υπάρχει μια «μαύρη αστική τάξη» που πάντα υποστήριζε τον μεταφασισμό. Η πραγματικότητα είναι ότι μόνο ένας στους έξι Ιταλούς ψήφισε FdI. Σήμερα, η Μελόνι έχει να υπολογίσει δύο συμμάχους, τον Μπερλουσκόνι και τον Σαλβίνι, που θέλουν να τη φτιασιδώσουν. Αυτό το νομοθετικό σώμα παρουσιάζει όλες τις προϋποθέσεις για ισχυρή αστάθεια και το 26% της Μελόνι θα μπορούσε να εξαφανιστεί γρήγορα.
▶ Η Μελόνι ξεκαθάρισε ότι το κόμμα της είναι υπέρ της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Είναι αυτό σημάδι της εμφάνισης μιας πλήρως ελεγχόμενης ακροδεξιάς στη Δυτική Ευρώπη (σε διάκριση από τη Μαρίν Λεπέν) ή είναι μια ιταλική ιδιαιτερότητα;
Νομίζω ότι πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ της πίστης της Μελόνι στο ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ από τη μία πλευρά και στη σχέση της με την ΕΕ από την άλλη. Η Μελόνι είναι αποφασισμένη να εκδηλώσει την προσήλωσή της σε αυτό το ρεύμα σε όλη την ιταλική πολιτική ευθυγράμμιση που καθιστά την πίστη στην Ουάσινγκτον το χαρακτηριστικό της. Εξ ου και η εξαιρετικά συνεργατική της στάση με τον Ντράγκι μετά την εκλογική νίκη, καθώς και η επιβεβαίωση της υποχωρητικής θέσης απέναντι στον Μπάιντεν, που εφάρμοζε μέχρι τώρα η Ιταλία σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η θέση της λοιπόν είναι εκείνου που δεν σκοπεύει να αμφισβητήσει την ΕΕ σε επίσημο επίπεδο, αλλά εργάζεται για να την καταστήσει ανίκανη να καλλιεργήσει αυτόνομες ιμπεριαλιστικές φιλοδοξίες ανταγωνιστικές προς τις ΗΠΑ. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι στη ρητορική της Μελόνι ένα από τα κεντρικά στοιχεία είναι η πολεμική κατά της Γερμανίας και της Γαλλίας. Η διαφορά με τη Μαρίν Λεπέν και τις «ευρασιατικές» προτάσεις της είναι σαφέστατη: στην πραγματικότητα, το γαλλικό RN έχει ως σημείο αναφοράς στην Ιταλία τη Λέγκα.
▶ Η Ιταλία είναι μια χώρα με μακρά παράδοση ταξικών αγώνων και έχουμε δει σημαντικούς ταξικούς αγώνες και την τελευταία περίοδο. Αυτό δεν έχει επηρεάσει το εργατικό κίνημα τα εκλογικά αποτελέσματα κι αν όχι ποιος είναι ο λόγος;
Η ταξική πάλη είναι ένα έμφυτο στοιχείο της ιστορικής διαδικασίας. Φυσικά, συνεχίζεται και στην Ιταλία, εκφραζόμενη σε αγώνες για την υπεράσπιση των θέσεων εργασίας ενάντια στην αποβιομηχάνιση και τις μετακινήσεις, σε διαμαρτυρίες κοινοτήτων για την υπεράσπιση του περιβάλλοντος κ.λπ. Η ηχώ της αγωνιστικής κουλτούρας του παρελθόντος ωθεί έτσι ώστε μερικές φορές κάποιος απ’ αυτούς τους αγώνες να καταφέρνει να θέσει ερωτήματα σε ολόκληρη την ιταλική κοινωνία. Ωστόσο, υπάρχουν δύο θεμελιώδη προβλήματα: Το πρώτο είναι ο μετασχηματισμός που επιβάλλει η «ευρωπαϊκή οικοδόμηση» στην κοινωνική και παραγωγική μας δομή, η οποία διευρύνει τις παλιές περιφερειακές διαφορές και δημιουργεί νέες, πολύ σοβαρές ανισορροπίες. Το δεύτερο είναι η παρακμή του ρόλου των ενδιάμεσων σωμάτων και η παντελής απουσία πολιτικής εκπροσώπησης της ταξικής πάλης.
▶ Γιατί οι αριστερές, αντικαπιταλιστικές και κομμουνιστικές δυνάμεις δεν μπόρεσαν να εκφράσουν την οργή του λαού ενάντια στις υψηλές τιμές, τον πληθωρισμό και τη φτώχεια στις πρόσφατες εκλογές;
Η ιταλική αριστερά βρίσκεται σε κρίση, ανίκανη να εκπροσωπήσει την κοινωνική πρωτοπορία. Ο στόχος του 3%, βιώνεται ως η μόνη δυνατή «ανάσταση»
Η ιταλική αριστερά βρίσκεται σε κρίση ταυτότητας, ανίκανη να εκπροσωπήσει μια πρωτοπορία ούτε πολιτικά ούτε πολιτισμικά. Το να ηγηθείς της ταξικής πάλης και να της δώσεις ένα πολιτικό αίτημα απαιτεί να μπορείς να ανταποκριθείς στις φιλοδοξίες των εργατικών τάξεων και να τους δείξεις το δρόμο για μια συγκεκριμένη επιβεβαίωση του εαυτού τους. Η ιταλική αριστερά, αντίθετα, εκδηλώνει βαθιά δυσκολία στην κατανόηση των φαινομένων και αδυνατεί να υποδείξει οποιαδήποτε λύση στην κρίση της χώρας. Οι δεσμοί της με την κοινωνία είναι στην καλύτερη περίπτωση αδύναμοι, στη χειρότερη ανύπαρκτοι. Η σχέση με τα κινήματα είναι υποδεέστερη και συχνά εκπίπτει σε οπορτουνισμό. Το αποτέλεσμα είναι, σε κάθε εκλογικό γύρο, η πρόταση αυτοσχέδιων συμμαχιών μεταξύ ολοένα και πιο μικρών οργανώσεων, διχασμένων από σεχταριστικά μίση, με στόχο την επίτευξη του 3% προκειμένου να επιτευχθεί αυτή η επιστροφή στο Κοινοβούλιο, που βιώνεται ως η μόνη δυνατή «ανάσταση».
Πώς περιμένεις να είναι η επόμενη μέρα (κυριότερες προκλήσεις, τακτική της Μελόνι) και πού πιστεύεις ότι οφείλουν να επικεντρωθούν οι αντικαπιταλιστικές και κομμουνιστικές δυνάμεις;
Μετά τη δημοσιοποίηση των εκλογικών αποτελεσμάτων, η χώρα βυθίστηκε σε μια περίεργη ατμόσφαιρα. Η Λέγκα έχει ήδη απειλήσει να μην μπει στην κυβέρνηση εάν δεν της παραχωρηθούν κάποιες βασικές θέσεις. Η Μελόνι εμφανίζεται ελάχιστα δημόσια. Το επερχόμενο κρύο και το αυξανόμενο κόστος ηλεκτρισμού και θέρμανσης βαραίνουν σαν διαφαινόμενη απειλή για την ανθεκτικότητα μιας ήδη μειοψηφικής εκλογικής συναίνεσης. Εάν η δεξιά πτέρυγα είναι σε θέση να εκτρέψει τη λαϊκή δυσαρέσκεια με τη χρήση κάποιου αποδιοπομπαίου τράγου, ίσως θα μπορέσει να ξεπεράσει τον χειμώνα. Ωστόσο, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι υπάρχουν βαθιές διασπάσεις στο βαθύ κράτος και μεταξύ των οικονομικών ελίτ της Ιταλίας, η πρώτη από τις οποίες είναι αναμφίβολα αυτή μεταξύ των πιο ευδιάκριτα φιλοαμερικανικών τάσεων και εκείνων που κοιτάζουν περισσότερο στον γαλλογερμανικό άξονα. Κανένα κόμμα δεν μπόρεσε, τα τελευταία χρόνια, να αντισταθεί σε αυτές τις πιέσεις. Σε αυτές τις αντιφάσεις θα μπορούσε να μπει και η δράση της αριστεράς, αλλά για να γίνει αυτό δυνατό θα πρέπει να δουλέψουμε πολύ περισσότερο.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (8.10.22)