Γιώργος Παυλόπουλος
Ορατή ακόμη και η απειλή ενός πυρηνικού πολέμου
Ο συνεχής εξοπλισμός της Ουκρανίας από τους ΝΑΤΟϊκούς και η μερική επιστράτευση που κήρυξε ο Πούτιν στη Ρωσία οδηγούν με βεβαιότητα στην κλιμάκωση του πολέμου, επτά μήνες μετά τη ρωσική εισβολή, που ήδη μετρά δεκάδες χιλιάδες νεκρούς από τις δύο χώρες και έχει οδηγήσει στη φτώχεια εκατομμύρια ανθρώπους στην Ευρώπη και σε όλο τον πλανήτη.
Σε νέα και εξαιρετικά επικίνδυνη φάση εισέρχεται ο πόλεμος στην Ουκρανία, καθώς συμπληρώθηκαν επτά μήνες από τη ρωσική εισβολή –κάτι που ελάχιστοι περίμεναν– και δεν διαφαίνεται ακόμη η έξοδος του τούνελ. Την ώρα που ΗΠΑ,ΕΕ και ΝΑΤΟ… αλαλάζουν ότι «η Ρωσία πρέπει να ηττηθεί με κάθε κόστος», το Κρεμλίνο εγκατέλειψε πλέον οριστικά το αφήγημα της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» (το οποίο έτσι κι αλλιώς ήταν έωλο και δεν έπειθε παρά ελάχιστους) και κήρυξε κανονικό πόλεμο, όπως μαρτυρά και η «μερική επιστράτευση» 300.000 περίπου εφέδρων. Παράλληλα, επιταχύνεται η διαδικασία της αλλαγής των συνόρων, με τα δημοψηφίσματα που οργανώνονται στο Ντονμπάς, αλλά και τις περιφέρειες της Χερσώνας και της Ζαπορίζια, που έχουν καταληφθεί σε ένα μεγάλο μέρος τους από τις ρωσικές δυνάμεις, με ζητούμενο την απόσχιση από την Ουκρανία και την προσάρτηση στη Ρωσία, όπως συνέβη με την Κριμαία το 2014.
Ξεκάθαρος πλέον ο χαρακτήρας που έχει ο πόλεμος στην Ουκρανία και για τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα
Πρακτικά, λοιπόν, ο πόλεμος γενικεύεται και τα περιθώρια υποχώρησης έχουν στενέψει ασφυκτικά. Τόσο για την ηγετική ομάδα της Ρωσίας, που υποχρεούται –αν μη τι άλλο– να κατοχυρώσει τα «κεκτημένα» της εάν δεν θέλει να έχει άσχημη κατάληξη όσο και για το Κίεβο το οποίο, συνεπαρμένο από τις –αναμφίβολα σημαντικές– επιτυχίες των τελευταίων εβδομάδων στα πεδία των μαχών, υψώνει τον πήχη σε σημείο που δεν μπορεί καν να τον φτάσει, διαμηνύοντας πως δεν διαπραγματεύεται εάν οι Ρώσοι δεν αποχωρήσουν πλήρως από την Ουκρανία. Την ίδια στιγμή, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ έχουν κάθε λόγο να τρίβουν τα χέρια τους, διότι φαίνεται να έχουν στριμώξει τη Ρωσία, χωρίς να έχουν πληρώσει οι ίδιοι ιδιαίτερο κόστος. Αυτό το έχουν καταφέρει εξοπλίζοντας διαρκώς και αξιοποιώντας ως πολιορκητικό κριό τη μαριονέτα με το όνομα Ζελένσκι, καταδικάζοντας έτσι σε θάνατο δεκάδες χιλιάδες Ουκρανούς και στη φτώχεια εκατομμύρια ανθρώπους στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο.
Δεν χωράει αμφιβολία, άλλωστε, ότι εδώ και καιρό οι πραγματικοί αντίπαλοι σε αυτόν τον πόλεμο είναι η Ρωσία και οι ΗΠΑ με τους στενούς συμμάχους τους, πρωτίστως τη Βρετανία. Η Ουκρανία αποτελεί απλώς το πεδίο στο οποίο επέλεξαν να λύσουν τους λογαριασμούς τους, αδιαφορώντας πρακτικά για τη μοίρα της. Όπως φυσικά και για τη μοίρα του του λαού της, έστω κι αν αυτός, για ευνόητους λόγους, θεωρεί ότι δέχεται επίθεση μόνο από τη μία πλευρά και αντιμετωπίζει την άλλη ως «φίλο».
Αν, όμως, για τις ευθύνες της Ρωσίας και του προέδρου της δεν χρειάζονται περαιτέρω αποδείξεις και εξηγήσεις, αυτό δεν σημαίνει πως η άλλη πλευρά έχει μικρότερο μερίδιο. Έχοντας ήδη προσφέρει σε αυτό το επτάμηνο κάπου 25 δισ. εξοπλισμών προς την Ουκρανία (ποσό που πλησιάζει τον ετήσιο «αμυντικό» προϋπολογισμό της Γαλλίας ή της Βρετανίας) και συνεχίζοντας να ξεφορτώνουν το… έρμα τους και να δοκιμάζουν σε πραγματικές συνθήκες τα όπλα τους, οι ΝΑΤΟϊκοί συμμετέχουν ολοένα πιο ενεργά στον πόλεμο. Το κάνουν όχι για να υπερασπίσουν τη δημοκρατία, την ελευθερία και τα δικαιώματα των Ουκρανών, αλλά για να αποδείξουν στον Πούτιν και τη ρωσική αστική τάξη ότι είναι ισχυρότεροι. Για να τους κόψουν οριστικά τα φτερά, στέλνοντας παράλληλα ένα μήνυμα προς κάθε κατεύθυνση και κυρίως προς την Κίνα ότι παραμένουν τα αφεντικά του πλανήτη.
Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο (δεν πολεμάμε με την Ουκρανία, αλλά με τη «συλλογική Δύση», είπε ο Ρώσος υπουργός Άμυνας) η συνέχεια της σύγκρουσης είναι απρόβλεπτη και μπορεί να αποδειχθεί εφιαλτική. Όχι μόνο για τους άμεσα εμπλεκόμενους, αλλά συνολικά για την ανθρωπότητα, η οποία καλείται να πληρώσει το τίμημα των βίαιων ανταγωνισμών για την παγκόσμια ηγεμονία και των πολέμων του κεφαλαίου που τους συνοδεύουν. Ένα τίμημα που ελάχιστοι μοιάζουν να έχουν συνειδητοποιήσει πόσο μεγάλο μπορεί να είναι τελικώς, μιας και η συντριπτική πλειοψηφία εξακολουθεί να πιστεύει πως ένας τρίτος παγκόσμιος πόλεμος είναι απίθανο να ξεσπάσει και μια πυρηνική σύγκρουση αδύνατο να συμβεί.
Μόνο που τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Η εικόνα του πολέμου, σε συνδυασμό με την ανατίναξη σχεδόν κάθε γέφυρας που θα επέτρεπε την «αξιοπρεπή υποχώρηση» και το κλείσιμο του ενός μετά του άλλου των διαύλων επικοινωνίας, φέρνουν τον εφιάλτη ολοένα πιο κοντά. Για του λόγου το αληθές, η έμμεση πλην σαφής επίκληση των πυρηνικών όπλων από τον Πούτιν έγινε με διατυπώσεις οι οποίες παραπέμπουν στον τέταρτο πυλώνα του «δόγματος» της Ρωσίας, που προβλέπει ότι η χρήση τους μπορεί να γίνει, υπό προϋποθέσεις, ακόμη και εάν η χώρα δέχεται επίθεση με συμβατικά όπλα. Σε αυτό πρέπει να συνυπολογίσουμε και το γεγονός ότι πολύ σύντομα το ρωσικό έδαφος ίσως περιλαμβάνει το Ντονμπάς, τη Χερσώνα και τη Ζαπορίζια, όπου οι Ουκρανοί αντεπιτίθενται και ανακαταλαμβάνουν εδάφη με τα όπλα και την πολύπλευρη βοήθεια των Αμερικανών, των Βρετανών, των Γερμανών και των Γάλλων, οι οποίοι επίσης δεν διστάζουν να «δείχνουν» το πυρηνικό χαρτί τους.
Ακόμη και μετά από όλα αυτά, βεβαίως, αρκετοί πιθανώς συνεχίζουν να θεωρούν αδιανόητο το σενάριο ενός παγκοσμίου πολέμου ή μιας πυρηνικής σύρραξης, καθώς σήμερα αυτό θα οδηγούσε πιθανότατα σε ολοκαύτωμα. Μακάρι να έχουν δίκιο. Ας αναλογιστούμε, όμως, ότι η προηγούμενη –και μοναδική ως τώρα– φορά που έγινε χρήση ατομικής βόμβας ήταν για να επισφραγιστεί το τέλος του προηγούμενου παγκοσμίου πολέμου με την εγκαθίδρυση μιας νέας παγκόσμιας τάξης πραγμάτων. Σήμερα, αλήθεια, δεν έχουμε εκτιμήσει πως αυτή η τάξη πραγμάτων φτάνει στο τέλος της και, μέχρι να αναδυθεί η νέα, θα κυριαρχήσουν τα τέρατα;