του Σπύρου Μαρκέτου
Δυστυχώς δυο συνιστώσες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αποχώρησαν για να ενταχθούν στη Λαϊκή Ενότητα. Είναι χειρότερο και από έγκλημα, είχε πει ο Ταλεϊράνδος, είναι λάθος. Τα κίνητρά τους είναι φυσικά τα καλύτερα, και στον ίδιο αγώνα θα μείνουμε, και είμαι βέβαιος ότι θα συνεχίσουμε να δείχνουμε μεταξύ μας την αυτονόητη συντροφικότητα, έστω και από διαφορετικές επάλξεις. Ωστόσο οι κρίσιμες στιγμές που ζούμε μας επιβάλλουν να πούμε την αλήθεια.
Η αποχώρηση της ΑΡΑΝ και της ΑΡΑΣ αλλάζει το χαρακτήρα του σχηματισμού μας, και πρέπει τώρα ν’ αποφασίσουμε τα βασικά στοιχεία της νέας ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Πιστεύω πως αν κάνουμε τις κατάλληλες κινήσεις η αντικαπιταλιστική Αριστερά θα βγει ενισχυμένη από αυτή την πολύ σοβαρή κρίση. Αν πάλι κλείσουμε τα μάτια μας ή πάρουμε λάθος αποφάσεις, τότε μπαίνουμε σε δρόμο μαρασμού και διάλυσης.
Στην πραγματικότητα το πολιτικό σχέδιο της ΛΑΕ, να φτιάξει ένα μεταρρυθμιστικό πατριωτικό μέτωπο με προοπτική κυβερνητικής εξουσίας, μόνο σε ρόλο διακόσμησης, ή άλλοθι, χωρά αντικαπιταλιστικές συνιστώσες. Η πορεία του δεν είναι προδιαγεγραμμένη, φυσικά, κι ευτυχώς δεν ελέγχεται συνολικά από τους επικεφαλής του, αλλά για την ώρα τον ρυθμό τον δίνουν αυτοί. Θα είχε όμως κάνει πολύ διαφορετικές κινήσεις όλον αυτό τον καιρό αν επιδίωκε όχι τη δική του κυριαρχία στ’ αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά την όσο το δυνατόν ισχυρότερη δόμηση και παρουσία της αριστεράς. Και κυρίως, τότε, αποφεύγοντας τις χωριστές συνομιλίες με κομμάτια της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, θα είχε μπει μαζί μας σε σοβαρό διάλογο κεντρικά και καθαρά.
Η διάσπαση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν ήταν μια παράπλευρη απώλεια στην προσπάθεια να εφαρμοστεί αυτό το σχέδιο, αλλά ένας από τους βασικούς επιμέρους στόχους του. Επιτεύχθηκε πανεύκολα χάρη στη σπουδή που έδειξαν οι ηγεσίες της ΑΡΑΝ και της ΑΡΑΣ, και η ΛΑΕ την επιδίωξε για ν’ ανακόψει την ισχυρή δυναμική της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στα κινήματα και στην εκλογική μάχη, ελπίζοντας έτσι να ηγεμονεύσει στο χώρο αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ και να επιβάλει αργούς ρυθμούς και μετριοπαθείς στόχους στην αριστερή αμφισβήτηση του τρίτου μνημόνιου. Ώστε η κοινωνική ριζοσπαστικοποίηση να ευνοήσει τώρα την ΛΑΕ, όπως είχε νωρίτερα ευνοήσει τον ΣΥΡΙΖΑ. Μια ΛΑΕ η οποία ελπίζει ν’ αναδειχτεί ρυθμιστής του παιχνιδιού στην επόμενη φάση, αν η κλιμάκωση της κοινωνικής πόλωσης και της οικονομικής κρίσης απειλήσει τη μνημονιακή κυβέρνηση όπου θα συμμετέχει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Μάλιστα οι κανόνες του παιχνιδιού δεν αποκλείουν την ενδεχόμενη επαναπροσέγγιση Τσίπρα και Λαφαζάνη. Με δυο λόγια, η ΛΑΕ θέλει να συσπειρώσει την αμφισβήτηση φροντίζοντας να μην την ενισχύει αχρείαστα και πάντως να την στρέφει σε ασφαλείς συστημικές ατραπούς. Ελπίζοντας ν’ ανταμειφθεί με την πανηγυρική προσάρτηση του τσιπρισμού εν καιρώ, όταν το δικό του πρόγραμμα θα έχει πλέον γίνει ανεπίδεκτο εφαρμογής και θα έχει έρθει πλέον και η ώρα της ΛΑΕ να κυβερνήσει. Γιατί και η ΛΑΕ θέλει να κυβερνήσει, και ξέρει πως τότε θα χρειαστεί συμμάχους. Στα δεξιά της, όχι στ’ αριστερά της. Τον Τσίπρα χρειάζεται μάλλον παρά την ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Αξίζει λοιπόν να εξετάσουμε μια υπόθεση εργασίας, στην οποία την απάντηση ακόμη δεν γνωρίζουμε. Η υπόθεση είναι ότι δεν ήταν άστοχες ούτε λάθος οι πολυσυζητημένες κινήσεις της ηγεσίας της ΛΑΕ, όπως η καθυστερημένη αποχώρησή της από τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και όλοι οι δισταγμοί και οι αναβολές στις ημέρες μετά το «Όχι»και την προδοσία Τσίπρα, αλλά και ακόμη νωρίτερα, σ’ όλους εκείνους τους χαμένους μήνες στους οποίους μολονότι συγκυβερνούσε απέτυχε και η ίδια να επεξεργαστεί εναλλακτικό σχέδιο ρήξης.
Όλα αυτά δεν ήταν διόλου αποτέλεσμα της θρυλούμενης δειλίας, ή δήθεν αναποφασιστικότητας, ή λάθος εκτιμήσεων του επικεφαλής της Λαϊκής Ενότητας, όπως θέλουν κάποιες ρηχές εξηγήσεις ψυχολογικού ή συμπτωσιολογικού τύπου. Όχι, όλα αυτά απλώς υπηρετούσαν ένα σχέδιο που έχει βέβαια κοινούς στόχους με το δικό μας, ο Λαφαζάνης φυσικά δεν είναι Τσίπρας, λόγου χάρη από δεκαετίες προωθεί με συνέπεια ένα σχέδιο απεγκλωβισμού από τη δικτατορία της ΕΚΤ, αλλά ωστόσο προβλέπει πολύ διαφορετική πορεία και σταθμούς από κείνα που πιστεύουμε κι επιδιώκουμε εμείς στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Με δυο λόγια ένα ριζοσπαστικό μεταρρυθμιστικό σχέδιο που σε συγκεκριμένα ζητήματα συγκλίνει με το δικό μας αντικαπιταλιστικό σχέδιο, ενώ σε άλλα συγκρούεται.
Χονδρικά πρόκειται για ένα σχέδιο με καταβολές στη λογική των σταδίων, το οποίο πρέπει να μελετήσουμε πολύ πιο επισταμένα απ’ όσο έχουμε κάνει μέχρι στιγμής, αλλά πάντως, θα έλεγα σε πολύ αδρές γραμμές, επικαλείται μια μορφή οικονομικής ανάπτυξης αρκετά παρόμοια με κείνη των ένδοξων δεκαετιών του καπιταλισμού (με σοσιαλιστικό όμως πρόσημο), ποντάρει σε κεϊνσιανού τύπου εργαλεία, υποτιμά τη διαλεκτική των ρήξεων και των ασυνεχειών που πολλαπλά ενισχύει ο χρηματιστικοποιημένος κι εγγενώς ασταθής σημερινός καπιταλισμός, και αποδίδει στα κοινωνικά κινήματα και στην αυτενέργεια και την αλληλεγγύη των «από κάτω» ρόλο μικρότερο από εκείνο που τούς αναλογεί. Με αποτέλεσμα να μην επιμένει τελικά σε ζητήματα δημοκρατίας.
Φυσικά το σχέδιο δεν δηλώνεται ρητά σε όλες του τις λεπτομέρειες, όπως αναπόφευκτα συμβαίνει με όλα τα πολιτικά σχέδια. Αποσπώντας από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ πάντως την ΑΡΑΝ και την ΑΡΑΣ πλήττει το δικό μας σχέδιο για να ηγεμονεύσει στην από αριστερά αμφισβήτηση της καπιταλιστικής δομικής προσαρμογής. Ελπίδα μου πάντως είναι πως, μολονότι δυο συνιστώσες έφυγαν και, ας μην έχουμε αυταπάτες, ο αποχωρισμός μας θα είναι συνολικός και οριστικός και όχι μόνον εκλογικός και προσωρινός, πολλά μέλη τους θα μείνουν να συνεχίσουμε τον κοινό αγώνα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ.