Γιώργος Μιχαηλίδης
Μπορεί με τη Συμφωνία των Πρεσπών η Δημοκρατία της Μακεδονίας να αναγκάστηκε να αλλάξει το όνομά της σε Βόρεια Μακεδονία, να προχωρήσει σε συνταγματική αναθεώρηση σύμφωνα με τις υποδείξεις της Αθήνας και να αναγνωρίσει ότι δεν υπάρχουν πολίτες μακεδονικής εθνικής συνείδησης στην Ελλάδα, αλλά αυτή ήταν απλά η αρχή ενός οδυνηρού δρόμου προς την πολυπόθητη (;) ένταξη στην ΕΕ. Ακολουθώντας το ελληνικό παράδειγμα, το βουλγαρικό κράτος βρήκε την κατάλληλη ευκαιρία να επιβάλει μία σειρά θέσεις του στη γειτονική χώρα.
Πρόκειται για ζητήματα που ταλάνιζαν τις σχέσεις των δύο γειτόνων ακόμα και επί εποχής σοσιαλισμού: Η Βουλγαρία απαιτεί να αναγνωριστεί πως δεν υπάρχει ξεχωριστή μακεδονική γλώσσα παρά μόνο ως μετεξέλιξη μιας βουλγαρικής διαλέκτου και επιπλέον να αναγνωριστεί η ύπαρξη βουλγαρικής εθνικής συνείδησης πολιτών στο εσωτερικό της Βόρειας Μακεδονίας, οι οποίοι θα πρέπει ακολούθως να απολαύσουν τα δικαιώματα που προβλέπονται για όλες τις εθνικές μειονότητες. Επιπλέον, το κράτος της Βόρειας Μακεδονίας καλείται να εφαρμόσει σειρά βουλγαρικών απαιτήσεων, όπως αυτές αποτυπώθηκαν στη δουλειά της κοινής διακρατικής επιτροπής επιστημόνων και ειδικών που δημιουργήθηκε με βάση τη διμερή συνθήκη φιλίας του 2017.
Όμως, η σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ των δύο μικρών βαλκανικών κρατών αποτελεί ένα μόνο μέρος του παζλ. Η διαδικασία ένταξης κρατών των δυτικών Βαλκανίων στο ΝΑΤΟ (που έχει προχωρήσει) και στην ΕΕ αποτελεί υψηλής προτεραιότητας θέμα για το ευρωενωσιακό κέντρο, καθώς στο φόντο της όξυνσης του ανταγωνισμού με τη Ρωσία και την Κίνα (αλλά και την Τουρκία), τα δυτικά Βαλκάνια έχουν αξιολογηθεί ως η πιθανότερη πύλη διείσδυσης του αντίπαλου πόλου στην Ευρώπη. Στη βιασύνη τους να «κλειδώσουν» τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων, οι μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις και οι ΗΠΑ πιέζουν για μία σειρά συμβιβασμούς που θα οδηγήσουν στη γρήγορη (αν και επιφανειακή) επίλυση ιστορικών διαφορών στην περιοχή.
Μέσα σε αυτό το φόντο, ασκείται μεγάλη πίεση σε Βουλγαρία και Βόρεια Μακεδονία για αμοιβαίες υποχωρήσεις, που θα ξεπαγώσουν τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της τελευταίας. Όμως, αυτού του είδους οι εκβιασμοί και οι πιέσεις μόνο φαινομενικά επιλύουν ζητήματα. Οι βίαιες διαδηλώσεις εναντίωσης στη γαλλική συμβιβαστική πρόταση που λαμβάνουν χώρα αυτές τις μέρες στη Βόρεια Μακεδονία και οι κυβερνητικές κρίσεις στις δύο χώρες δεν δείχνουν απλά την υπόγεια δράση του ρωσικού παράγοντα αλλά και την ανάδυση του εθνικισμού, που πυροδοτείται από το μείγμα γεωπολιτικών ανταγωνισμών, φτώχειας και υποτίμησης των λαών.