Νίκος Πελεκούδας
Στα δίχτυα ενός νομικού πλαισίου που διαμόρφωνε όρους κρατικού ελέγχου και ομηρίας, εργοδοτικής αυθαιρεσίας και συνολικής ανισότητας, «πιάστηκαν» για δεκαετίες οι μετανάστες που βρέθηκαν στη χώρα μας. Επιχειρούμε μια αναδρομή στο νομικό πλαίσιο των προηγούμενων 30 ετών, από τη σκοπιά των αναγκαίων απαντήσεων του σήμερα και του αύριο.
Τριάντα χρόνια κρατικός ρατσισμός
Η αντιμετώπιση των μεταναστών και μεταναστριών από το ελληνικό κράτος, αποτελεί ένα από τα πλέον εμβληματικά παραδείγματα άνισης αντιμετώπισης ολόκληρων πληθυσμών, τόσο σε σχέση με τον ντόπιο πληθυσμό όσο και ανάμεσά τους. Επιλεκτικές και απότομες παρεμβάσεις αλλαγής των όρων διαμονής, που τροφοδοτούν την εργοδοτική αυθαιρεσία και την παρανομία με βάση τους αστικούς νόμους, εσωτερικές κατηγοριοποιήσεις με στόχο την ακύρωση των όρων ενοποίησης και κοινής πάλης τους, βία και συγκάλυψη εργοδοτικών δολοφονιών είναι κάποια από τα βασικά χαρακτηριστικά συνολικά της πολιτικής του ελληνικού κράτους τα προηγούμενα 30 χρόνια. Η γενική αυτή εικόνα δεν μεταβάλλεται από τις σποραδικές παρεμβάσεις λείανσης των πιο ακραίων αντιμεταναστευτικών πλευρών των πολιτικών του ελληνικού κράτους.
Οι όροι με τους οποίους μπορούν να παραμένουν και να εργάζονται στην Ελλάδα οι μετανάστες και οι μετανάστριες, είναι ένα σημαντικό ζήτημα για τον καθορισμό της παρέμβασης σε αυτούς από τις δυνάμεις που παλεύουν για ένα Νέο Εργατικό Κίνημα. Παίζουν ρόλο στη δυνατότητα των μεταναστών για ανοιχτή πολιτική και συνδικαλιστική πάλη, ενώ από την άλλη μεριά μπορούν να ερμηνεύσουν σε έναν βαθμό και τις πολιτικές τους στάσεις. Η στάση του αστικοποιημένου γραφειοκρατικού συνδικαλισμού καθώς και οι δυνατότητες και τα όρια του μάχιμου και ανεξάρτητου από κράτος και κεφάλαιο εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος συμπληρώνουν την εικόνα.
Στόχος αυτού του κειμένου είναι να καταδείξουμε στοιχεία αυτής της κρατικής πολιτικής, μαζί με τους αντικειμενικούς και υποκειμενικούς όρους των δυνατοτήτων κοινής πάλης του εργατικού κινήματος ανεξάρτητα από εθνικότητα και θρήσκευμα, για την ανατροπή της μισθωτής εκμετάλλευσης.
Οι βασικές νομοθετικές παρεμβάσεις, με τις οποίες το ελληνικό κράτος έχει επιχειρήσει να «ρυθμίσει» τους όρους διαμονής και εργασίας των μεταναστών, είναι οι εξής: Ο πρώτος είναι ο νόμος 1975/1991, με έντονη την αντιμεταναστευτική και ειδικότερα αντιαλβανική υστερία, ο οποίος δίνει περισσότερο βάση στην ενίσχυση των συνόρων, στη δίωξη της «λαθρομετανάστευσης», περιγράφει αυστηρές ποινικές και διοικητικές κυρώσεις, ενώ διευκολύνει και τις διαδικασίες των απελάσεων. Βέβαια η κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη δεν κάνει καθόλου τα στραβά μάτια και στην καθαρά εργασιακή πλευρά του ζητήματος, στην εκμετάλλευση δηλαδή των μεταναστών. Η εξατομικευμένη αδειοδότηση εργασίας για συγκεκριμένες εργασίες, που δεν μπορούν να καλυφθούν από το ελληνικό εργατικό δυναμικό, δίνει τον τόνο. Ο μετανάστης είναι βασικά απειλή, ο οποίος ήρθε για να διαρρήξει την «κοινωνική ειρήνη». Είναι η περίοδος των εμβληματικών «επιχειρήσεων σκούπα», που στήνονταν με όρους σόου για τον επηρεασμό της κοινωνίας. Βρισκόμαστε άλλωστε στην περίοδο των περίφημων εθνικιστικών συλλαλητηρίων για την ονομασία της Μακεδονίας.
Η δεύτερη σημαντική παρέμβαση είναι ο ν. 2434/1996 καθώς και τα ΠΔ 358 και 359 του 1997, που προκύπτουν από αυτόν. Η κυβέρνηση Σημίτη πια, και με δεδομένη την πενταετία που έχει προηγηθεί κάνει μια μικρή στροφή με κέντρο τους όρους της καθαυτό παροχής εργασίας και εκμετάλλευσης στη χώρα με στόχο φυσικά τη διαμονή. Ο νόμος του 1991 παραμένει σε ισχύ, ενώ ο νέος νόμος δίνει κυρίως βάση στην απόδειξη πραγματικής εργασίας από το μετανάστη ως κριτήριο για να εξεταστεί η διαμονή. Εδώ είναι που έρχεται πια η γνωστή Πράσινη Κάρτα, η οποία μπορεί να διαρκεί από ένα έως τρία χρόνια. Βέβαια η αντιμεταναστευτική πολιτική είναι και πάλι παρούσα υπό την έννοια ότι η ανανέωση της άδειας συναρτάται από κάποια αμφιλεγόμενα κριτήρια όπως το είδος της εργασίας του μετανάστη, την κατάσταση της αγοράς εργασίας, το γενικότερο συμφέρον της εθνικής οικονομίας κ.τ.λ. Δεν πρέπει να υποτιμηθεί καθόλου εδώ και το στοιχείο της πειθάρχησης.
Το 2001 τέθηκαν και ζητήματα ενσωμάτωσης των μεταναστών. Λίγο πριν την Ολυμπιάδα του 2004, δεν υπάρχουν πολυτέλειες για απώλεια εργατικής δύναμης φτηνής και μαζικής
Ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά θα διατηρηθούν και στο επόμενο νομοθέτημα που είναι ο ν. 2910/2001. Παρόλο που σε διακηρυκτικό επίπεδο η δεύτερη κυβέρνηση Σημίτη επιχείρησε να εμφανιστεί με πιο φιλομεταναστευτικό λόγο, προσπαθώντας να λειάνει τις πιο σκληρές πλευρές του νόμου του 1991, επί της ουσίας δεν μετακινήθηκε καθόλου. Το πραγματικά νέο στοιχείο είναι πως εδώ οι μετανάστες δεν αντιμετωπίζονται μόνο ως κίνδυνος, αλλά μπαίνει και το ζήτημα των πιο αντικειμενικών κριτηρίων των όρων διαμονής και διακηρυκτικά τουλάχιστον της κοινωνικής ενσωμάτωσής τους. Βέβαια δεν πρέπει να μας εκπλήσσει αυτός ο ελιγμός της τότε κυβέρνησης. Βρισκόμαστε στην τελική φάση των έργων για την Ολυμπιάδα του 2004, δεν υπάρχουν πολυτέλειες για απώλεια εργατικής δύναμης φτηνής και μαζικής.
Υπεύθυνο για την εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας σε σχέση με τους μετανάστες δεν είναι το υπουργείο Εργασίας αλλά το υπουργείο Εσωτερικών! Αποτέλεσμα η ίδια ταλαιπωρία. Βραχύχρονες ανανεώσεις αδειών παραμονής, δυσκολίες στην εκπλήρωση των αντικειμενικών κριτηρίων (π.χ. αριθμός ενσήμων) θα οδηγήσει την κατάσταση σε ένα αδιέξοδο όπου πάνω από το 60% των μέχρι τότε εγγεγραμμένων μεταναστών θα έχει δυσχέρειες να ανανεώσει την άδειά του. Ο νόμος 2910/2001 θα τροποποιηθεί 60 φορές(!), προκειμένου να καταφέρει η πλειοψηφία των μεταναστών να συγκεντρώσει τις αναγκαίες προϋποθέσεις.
Ο νόμος 3386/2005 της κυβέρνησης Καραμανλή θα επιχειρήσει να προσθέσει κάποια ζητήματα με τη διευκόλυνση της επανένωσης οικογενειών μεταναστών, όμως κατά βάση θα έχει διαχειριστικό χαρακτήρα, διατηρώντας ιδιαίτερα όλες τις δυσκολίες στην ανανέωση της άδειας των μεταναστών με αποτέλεσμα τη διατήρηση μεγάλου μέρους τους στο καθεστώς του ανασφάλιστου.
Οι δύο τελευταίοι σημαντικοί νόμοι πριν την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι 3536/2007 και ο 4251/2014. Πιο σημαντικός θεωρείται ο δεύτερος, γιατί μετατοπίζει σχετικά το κριτήριο διαμονής από την εργασία στα χρόνια παραμονής στη χώρα. Γενικά για τα δεδομένα του ελληνικού κράτους αυτό ήταν κάτι διαφορετικό. Βέβαια εννοείται πως υπάρχουν όλες οι σχετικές προβλέψεις για την αποτροπή πρόσθετης μετανάστευσης.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ θα κινηθεί και στο μεταναστευτικό με την ίδια αναξιόπιστη λογική και τελικά υπέρ των γενικότερων κρατικών πολιτικών όπως μέχρι τώρα τις έχουμε δει. Στην αρχή της διακυβέρνησης έχουμε το ν. 4332/2015, ο οποίος επιδιώκει να διευκολύνει πλευρές της παραμονής των μεταναστών στη χώρα (διευκόλυνση της διαμονής για εξαιρετικούς λόγους μειώνοντας τα αναγκαία έτη διαμονής πριν την αίτηση, ειδική άδεια για ανθρωπιστικούς λόγους, διευκόλυνση άδειας διαμονής για μετανάστες δεύτερης γενιάς κ.λπ.) και γενικότερα υπάρχει μια σαφής μετατόπιση των κριτηρίων διαμονής με βάση τα έτη και όχι την εργασία. Χωρίς να αποτελεί ένα ριζικά διαφορετικό πρόγραμμα με τα προηγούμενα και ιδιαίτερα αυτό του 2014, επιχειρεί να εξορθολογίσει κάποιες πλευρές των διαδικασιών.
Βέβαια, όλα θα αντιστραφούν μετά την υπογραφή του μνημονίου το φθινόπωρο του 2015. Με το ν. 4375/2016, με τον οποίο ενσωματώνεται η συμφωνία ΕΕ και Τουρκίας, το βάρος δίνεται στην ανάσχεση των προσφύγων και μεταναστών από το να βρεθούν στην Ελλάδα, ενώ καθήκοντα ρύθμισης μεταναστευτικών ζητημάτων ανατίθενται μέχρι και στο υπουργείο Άμυνας. Ήδη από τον Μάρτιο του 2018 το Ελληνικό Φόρουμ Μεταναστών εντοπίζει προβλήματα κι ανακολουθίες σε όσα επιχειρήθηκαν από το 2014 και μετά.
Από το 2019 και μετά η κυβέρνηση της ΝΔ εκτός των αντιπροσφυγικών νομοθετημάτων που θα προωθήσει, στην κατεύθυνση σκλήρυνσης παροχής ασύλου και αυξανόμενων επιστροφών-απελάσεων στις χώρες καταγωγής τους (το θέμα είναι διακριτό συνολικά με τους νόμους του Οκτωβρίου 2019, Μαΐου 2020, Σεπτεμβρίου 2020), θα προωθήσει σε συνεργασία με το Μπαγκλαντές και το Πακιστάν πρόσθετες αντιμεταναστευτικές συμφωνίες. Σε πρώτη φάση 15.000 πολίτες από το Μπαγκλαντές που μένουν στην Ελλάδα θα έχουν άδεια εποχικής εργασίας 9μήνου και μετά θα γυρίζουν στη χώρα τους. Στη συνέχεια 4.000 θα μπορούν ανά έτος και πάλι για 9μηνο να εργάζονται στο ίδιο καθεστώς. Η συμφωνία δεν προβλέπει καμιά δυνατότητα μόνιμης παραμονής, παροχής ιθαγένειας, ούτε καν οικογενειακής επανένωσης.
Συμπερασματικά όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις από το 1990 και μετά κινήθηκαν στην κατεύθυνση της αποτροπής επιπλέον υποδοχής μεταναστών, ενώ η παραμονή τους στη χώρα κινείται σε ένα συνδυασμό κριτηρίων (εργασία ή χρόνος προσωρινής διαμονής). Το αποτέλεσμα είναι να αναπαράγεται ένας κατακερματισμός διαφορετικών κατηγοριών μεταναστών, με διαφορετικά ένσημα αναγκαία για παραμονή, ταλαιπωρία στη συλλογή των απαιτούμενων εγγράφων, δημιουργία ενός χώρου ωμής εργοδοτικής παρανομίας σε συνδυασμό με μια κρατική πολιτική που με ελάχιστες εξαιρέσεις χρησιμοποιεί το μεταναστατευτικό σε πολιτική αντιδραστική κατεύθυνση.
Μετανάστες: αυτοί οι «αόρατοι» πανταχού παρόντες
▸ Το 85% είναι μισθωτοί, κυρίως σε οικοδομές, βιομηχανία, εστίαση
Είναι εντυπωσιακό το ότι δεν υπάρχει μια συστηματική προσπάθεια καταγραφής των ποσοτικών και των ποιοτικών δεδομένων για τους μετανάστες στην Ελλάδα. Έπειτα από κοπιώδεις προσπάθειες, και με βάση τις σποραδικές πηγές που υπάρχουν έχουμε τα εξής δεδομένα.
Οι μετανάστες αποτελούν το 8-10% του πληθυσμού. Σε ένα ποσοστό 85% είναι μισθωτοί εκμεταλλευόμενοι, παρόλη την προσπάθεια μικρής επιχειρηματικότητας μετά την οικονομική κρίση. Έρευνες της ΕΛΣΤΑΤ, αλλά και ακαδημαϊκές εργασίες, καταδεικνύουν την αύξηση των μεταναστών που έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα, με τους γονείς τους γεννημένους επίσης στην Ελλάδα. Γεγονός που αναδεικνύει δυνατότητες ουσιαστικής συνύπαρξης και κοινής πάλης για καλύτερη ζωή.
Οι μετανάστες κατά βάση εργάζονται στις κατασκευές, τη βιοτεχνία-μεταποίηση, σε ιδιωτικά νοικοκυριά, σε ξενοδοχεία και εστιατόρια. Ενδεικτικά στις κατασκευές μετανάστης είναι ο 1 στους 3 από το σύνολο των εργαζομένων στον κλάδο, ενώ στα ιδιωτικά νοικοκυριά το 75% είναι γυναίκες. Από το 2008 που βρισκόταν στο 4,8%, το 2017 οι μετανάστες εργαζόμενοι στην γεωργία-κτηνοτροφία-αλιεία ανήλθαν στο 13,3%, με ανοδική τάση. Μια συνεκτίμηση δεδομένων και για την χωροταξική κατανομή των μεταναστών θα ολοκλήρωνε ακόμα πιο αξιόπιστα την εικόνα. Οι μετανάστες/ριες εργάτες/τριες στην Ελλάδα δεν είναι κάποιο εξωτικό είδος. Δουλεύουν και μεγαλώνουν τα παιδιά τους δίπλα μας. Οι αντικειμενικές προϋποθέσεις μιας νέας ενοποίησης της εργατικής τάξης είναι παρούσες, παρά τις συστηματικές νομοθετικές προσπάθειες κατακερματισμού των ίδιων των μεταναστών και της αναπαραγωγής της καχυποψίας μεταξύ αλλοδαπών και ντόπιων. Εθνικές, θρησκευτικές και ευρύτερες πολιτισμικές προκαταλήψεις είναι παρούσες, και σε μια εποχή αναζωπύρωσης των πολέμων και απαιτείται ιδιαίτερη πρόνοια από το νέο εργατικό κίνημα για την αντιμετώπισή τους.
Επείγουσα η διεθνιστική κομμουνιστική παρέμβαση
Η ανάγκη προγραμματικής δράσης από διεθνιστικές κομμουνιστικές θέσεις είναι εξαιρετικά αναγκαία, και προφανώς η «έρευνα» της πολιτικής παρέμβασης στους μετανάστες εργάτες, θα είναι και η πλέον αξιόπιστη, αυτή που θα χτίσει αγωνιστικούς δεσμούς και εμπιστοσύνη. Εδώ παρουσιάστηκαν κάποιες αναγκαίες αφετηριακές εκτιμήσεις.
Επιπρόσθετα αυτή η πάλη έχει τη δυνατότητα να λάβει υπόψη της, σημαντικές προσπάθειες του άμεσου παρελθόντος και παρόντος (π.χ. ΣΥΠΡΟΜΕ, παρεμβάσεις ΑΝΤΑΡΣΥΑ):
Την ανάγκη τσακίσματος όλου του νομοθετικού χαρτοβασίλειου κατακερματισμού των μεταναστών. Ατομικά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα σε όλους. Πάλη για τη διεύρυνσή τους στο πλαίσιο της σύγκρουσης με την αστική πολιτική και για όλους/ες τους εργαζόμενους/ες.
Την αναγκαία μάχη για το άνοιγμα των σωματείων στους μετανάστες εργάτες/τριες. Η ΓΣΕΕ είναι λαλίστατη από τα γραφεία της, και στην πράξη σιωπή, ή αντίδραση στα πιο ακραία φαινόμενα εργοδοτικής βίας.
Η αυτοτέλεια παρέμβασης στο ζήτημα να μην το καθιστά ένα πολιτικό θέμα σε διαρκή ΜΚΟποίηση αποκομμένων από το εργατικό κίνημα πρωτοβουλιών με απουσία τελικά χειραφετητικού πολιτικού ορίζοντα, όπως έχει συμβεί και στο παρελθόν.
Τον σεβασμό, αλλά όχι την υπόκλιση σε θρησκευτικές προκαταλήψεις και πολιτισμικές ιδιαιτερότητες των μεταναστών. Η πολυχρωμία είναι δύναμη συγκεντρωμένη στη γροθιά της μάχης με το κράτος και τα αφεντικά. Διαφορετικά είναι αφορμή κατακερματισμού.
Συμμετοχή και επιμονή στη δημιουργία δεσμών στους αγώνες που «σκάνε μύτη» αυτή την εποχή στους εργάτες γης και όχι μόνο σε αυτούς. Ιδιαίτερη μέριμνα για την πάλη ενάντια στα «εργατικά ατυχήματα», εργοδοτικές δολοφονίες, την μαφιόζικη τρομοκράτηση μεταναστών.
Νέος Κώδικας αντι-μετανάστευσης-Ο ρατσισμός της εκμετάλλευσης