Δημήτρης Γρηγορόπουλος
Με την ολοκλήρωση των συνεδριακών διαδικασιών στα τρία μεγάλα αστικά κόμματα (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ) ενισχύθηκε ο αρχηγικός χαρακτήρας τους. Με πρόσχημα την εκλογή των προέδρων από την «βάση», οι ηγέτες αποκτούν χαρακτηριστικά αυθεντίας και τίθενται υπεράνω εσωκομματικής κριτικής. Η κομματική αυτή φυσιογνωμία διευκολύνει, ως ένα βαθμό, την ενσωμάτωση λαϊκών στρωμάτων, σε μια περίοδο μάλιστα κρίσης της αστικής πολιτικής.
Πλήθος συνέδρων και ψηφοφόρων, έλλειμμα δημοκρατίας
Το τελευταίο διάστημα γινόμαστε μάρτυρες, σε εθνικό αλλά και διεθνές επίπεδο, μιας «θεοποίησης», «ηρωοποίησης» των ηγετών των αστικών κομμάτων (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ) στα καθ’ ημάς. Το φαινόμενο αυτό δεν είναι νέο, αλλά επιχωριάζει στον καπιταλισμό και εντείνεται σε συνθήκες κρίσης, όπως η τρέχουσα, που τείνει να οξύνει στο έπακρο τις κοινωνικές αντιθέσεις.
Η προβολή από την αστική προπαγάνδα του πολιτικού-Μεσσία επιχειρεί να καθησυχάσει τις μάζες ότι τα προβλήματά τους θα λυθούν από τους σύγχρονους θεούς της πολιτικής, αρκεί οι μάζες να τους εμπιστευτούν και να μην επιδιώξουν την αγωνιστική λύση των προβλημάτων τους. Ο νοών νοείτω…
Μάλιστα, στην προσπάθειά τους να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των μαζών, τα αστικά κόμματα μεταμφιέζονται σε λαϊκά και δημοκρατικά κόμματα, πραγματοποιώντας συνέδρια με δεκάδες χιλιάδες συνέδρους, μέλη ή και μη μέλη του κόμματος.
Αυτά τα πολυπληθή συνέδρια λειτουργούν ως κολυμπήθρες του Σιλωάμ για τα αστικά κόμματα που τα απαλλάσσουν, υποτίθεται, από τις αμαρτίες και τις ευθύνες για την εξαθλίωση του ελληνικού λαού. Ο αριθμός των συνέδρων και ο καθοριστικός υποτίθεται ρόλος τους στις εσωκομματικές διαδικασίες προβάλλεται ως πρόγευση και εχέγγυο για την φιλολαϊκή και δημοκρατική δήθεν πολιτική που θα εφαρμόσουν τα αστικά κόμματα, αν αναλάβουν τη διακυβέρνηση της χώρας κατά μόνας ή και με συμμαχία.
Διαμόρφωση αρχηγικών κομμάτων
Οι θαυματουργικές ικανότητες των τριών αστών ηγετών εξάρθηκαν στο έπακρο στις πρόσφατες συνεδριακές διαδικασίες των κομμάτων τους. Τα φερέφωνα της ΝΔ εξαίρουν τη συμμετοχή στις διαδικασίες του κυβερνώνοντος κόμματος, εκτιμώντας την ως ιδιαίτερα υψηλή, παρά την αναπόφευκτη κυβερνητική φθορά και τις αλλεπάλληλες κρίσεις που έπληξαν την ελληνική κοινωνία. Εξαιρετικά προβλήθηκε και η ενθουσιώδης ανταπόκριση των αμερικανών αξιωματούχων στον λόγο του Μητσοτάκη στο κογκρέσο. Εύλογη είναι η αντίδραση αυτή των αμερικανών πολιτικών, αφού δεν θα μπορούσαν να φανταστούν πρωθυπουργό πιο πρόθυμο στην προώθηση της ιμπεριαλιστικής πολιτικής των ΗΠΑ.
Η προπαγανδιστική μηχανή του ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ιδιαίτερα υψηλό το ποσοστό συμμετοχής μελών του ΣΥΡΙΖΑ στις εσωκομματικές διαδικασίες, λαμβανομένου υπόψη ότι σε αυτές δεν συμμετείχαν και φίλοι του κόμματος και ότι ήταν μειωμένο το ενδιαφέρον συμμετοχής από την έλλειψη ανθυποψηφίου απέναντι στον Τσίπρα. Επιπλέον, η θεοποίηση του αδιαμφισβήτητου πλέον ηγέτη του ΣΥΡΙΖΑ τεκμαίρεται και από το γεγονός ότι υπό την ηγεσία του Τσίπρα ο ΣΥΡΙΖΑ «του 3%» σημειώνει πλέον υψηλά εκλογικά ποσοστά στις διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις από το 2012 ως σήμερα.
Τρίτη θέση στο πάνθεον των θαυματοποιών πολιτικών στη χώρα κατέχει ο νέος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, Ν. Ανδρουλάκης. Η θαυματοποιός ικανότητα του Ανδρουλάκη αποδεικνύεται, κατά τους προπαγανδιστές του ΠΑΣΟΚ, από τη σταθεροποίηση του ΠΑΣΟΚ, για πρώτη φορά μετά την κρίση, σε ποσοστά 10-15%, που επιτρέπουν την μετατροπή του αστικού δικομματισμού σε τρικομματισμό. Επιπλέον, επειδή η χαρισματικότητα του Ανδρουλάκη δεν μπορεί ακόμη να στηριχθεί στα πολιτικά του κατορθώματα, ενισχύεται από το νεαρό της ηλικίας και τον άφθαρτο ακόμη πολιτικό βίο του, αν και ως στέλεχος της νεολαίας και του κόμματος ποτέ δεν αντιτάχθηκε στη μνημονιακή διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, ενώ και τώρα ακόμη αποφεύγει τη σχετική κριτική.
Η θεοποίηση αστών πολιτικών δεν είναι βέβαια ιδιότυπο ελληνικό φαινόμενο, αλλά διεθνές. Δεν θα μπορούσε να συμβαίνει διαφορετικά, αφού η πολλαπλή κρίση, στην οποία έχει προστεθεί και ο επικίνδυνος πόλεμος στην Ουκρανία, πλήττει οδυνηρά τους λαούς, ενώ διαγράφεται ως εφιαλτική απειλή ακόμη και η παγκοσμιοποίηση του πολέμου. Σε τέτοιες ιδιαίτερα συνθήκες οι πολιτικοί ηγέτες θεοποιούνται, προβάλλονται ως «πατερούληδες» που θα σώσουν την ανθρωπότητα από τους «διαβολικούς» ηγέτες των αντιπάλων. Στην πραγματικότητα όμως, στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους δεν υπάρχουν άγγελοι και διάβολοι, αλλά απλώς ιμπεριαλιστές της Δύσης και της Ανατολής, που διεκδικούν την παγκόσμια ηγεμονία. Έτσι, ακόμη και ο πρόεδρος Μπάιντεν, αν και αδιάλλακτος υποστηρικτής της συνέχισης του πολέμου στην Ουκρανία, προβάλλεται ως προστάτης της παγκόσμιας ελευθερίας και ειρήνης. Η ιδιότητα του χαρισματικού ηγέτη αποδίδεται και στον Μακρόν, επειδή απέτρεψε την άλωση της προεδρίας από την ακροδεξιά Λεπέν, αν και ο ίδιος είναι θιασώτης μιας πιο ήπιας εκδοχής του κοινοβουλευτικού ολοκληρωτισμού.
Το φαινόμενο της θεοποίησης των πολιτικών ηγετών δεν είναι νέο. Έλκει την καταγωγή του από τη διαίρεση της κοινωνίας σε εκμεταλλευτικές και εκμεταλλευόμενες κοινωνικές τάξεις. Οι εκμεταλλευτικές τάξεις είχαν συμφέρον να θεοποιούν τους ηγέτες τους, για να συγκαλύπτουν ή και να εξωραΐζουν την απάνθρωπη διακυβέρνησή τους, ώστε να αποτρέπονται οι αντιδράσεις των υποτελών τάξεων, που λάμβαναν ενίοτε μορφή εξεγέρσεων ή και επαναστάσεων, όπως συνέβη με τον πόλεμο των χωρικών στη φεουδαρχική Γερμανία και την εξέγερση των δούλων υπό τον Σπάρτακο στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Σε ορισμένες μάλιστα συνθήκες η θεοποίηση των ηγητόρων προσλάμβανε κυριολεκτική μορφή, όπως στην Αίγυπτο όπου οι Φαραώ θεωρούνταν ισόθεοι, αλλά και η θεοποίηση των Ρωμαίων αυτοκρατόρων, αρχής γενομένης από τον αυτοκράτορα Αύγουστο, ενώ παιδί του Άμμωνα Δία είχε θεωρηθεί και ο Μέγας Αλέξανδρος. Σε αυτήν την ακραία περίπτωση η υποταγή των μαζών στην πολιτική εξουσία καθίστατο ισοδύναμη με τον σεβασμό προς τους θεούς. Αυτή η αντίληψη συνεπαγόταν την αυτονόητη και απόλυτη συμμόρφωση των υπηκόων στη βούληση των βασιλέων-θεών.
Το φαινόμενο της θεοποίησης των πολιτικών ηγετών δεν είναι νέο. Έλκει την καταγωγή του από τη διαίρεση της κοινωνίας σε εκμεταλλευτικές και εκμεταλλευόμενες κοινωνικές τάξεις
Γενικότερα, στην ιδεαλιστική φιλοσοφία που κυριαρχεί στα εκμεταλλευτικά συστήματα, περιλαμβανομένου βέβαια και του καπιταλισμού, αποδίδεται υπερβολική εκτίμηση σε χαρισματικά άτομα που έχουν καθοριστική επίδραση στη ροή της ιστορικής διαδικασίας. Στην ιδεαλιστική αντίληψη αυτές οι χαρισματικές προσωπικότητες θεωρούνται υποκείμενα της ιστορίας, ενώ οι κοινωνικές μάζες απλώς αντικείμενα της σκέψης και της δράσης τους. Το φαινόμενο της προσωπολατρίας, που απολυτοποιεί τον ιστορικό ρόλο της χαρισματικής προσωπικότητας είναι ασύμβατο με τη μαρξιστική αντίληψη, που θεωρεί τον λαό δημιουργό της ιστορίας, υπό την καθοδήγηση όμως ηγετικών πολιτικών δυνάμεων.
Στη σύγχρονη εποχή των επώδυνων κρίσεων η εμμονική προσκόλληση των εργαζομένων στην αστική πολιτική και τους ηγέτες της ενάντια στα συμφέροντά τους και παρά τη σαφή άνοδο του μέσου μορφωτικού επιπέδου, θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας μιας πολιτικής ψυχολογίας. Ωστόσο, η παθητική στάση των πολιτών έναντι των πολιτικών ηγετών δεν πρέπει να μας εκπλήσσει, αφού παιδιόθεν κανοναρχούνται στο σεβασμό και την πειθαρχία προς τους ανωτέρους, κατεξοχήν προς τους κρατικούς παράγοντες, χωρίς να υποβάλλουν την πολιτική συμπεριφορά τους στη βάσανο της κριτικής και της αμφισβήτησης.
Αλλά και στο εσωτερικό των αστικών κομμάτων, σε συνθήκες οξυμμένης κρίσης, θεωρείται αναγκαία η πειθάρχηση των διαφόρων τάσεων στην πολιτική γραμμή που υπαγορεύει η αστική τάξη και διεκπεραιώνει η κυβέρνηση, χωρίς ωστόσο να αμφισβητείται η αναγκαιότητα τους, ιδίως για εναλλακτικές λύσεις που απαιτεί το σύστημα, ανάλογα με τις συνθήκες. Επιπλέον, η ανάγκη να τηρείται η κυρίαρχη αστική γραμμή έχει ως κύριο μοχλό τον χαρισματικό ηγέτη, που πρωταγωνιστεί στην καταστολή εσωκομματικών διαφοροποιήσεων.
Έτσι, στη ΝΔ η πολυδιαφημισμένη πλατφόρμα, ακροδεξιάς κοπής, που πρότεινε ο Σαμαράς, αν και προβλήθηκε ως εναλλακτική πρόταση, στην πραγματικότητα λειτουργεί συμπληρωματικά προς τη γραμμή Μητσοτάκη, συγκρατώντας ή και εντάσσοντας πολίτες, ρέποντες προς την ακροδεξιά, στη κοίτη της ΝΔ. Στο ΠΑΣΟΚ υπάρχει περιθωριοποίηση πολιτικών στελεχών, όπως ο Σημίτης, ο Βενιζέλος, ο Παπανδρέου. Στις εσωκομματικές διαδικασίες βέβαια προσκλήθηκαν, όχι για να δραστηριοποιηθούν πολιτικά, αλλά για να φιλοτεχνήσουν μία εικόνα συστράτευσης του όλου ΠΑΣΟΚ στη μάχη για την εξουσία.
Αλλά και στον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ υποτίθεται ότι πρυτανεύουν οι δημοκρατικές διαδικασίες, στην πραγματικότητα κυριαρχεί η φραξιονιστική πάλη καθοδηγούμενη από την μπαγκέτα του «χαρισματικού» ηγέτη του. Έτσι, στις ψηφοφορίες επικράτησε ο στενός περί τον Τσίπρα κύκλος στελεχών, αποτελούμενος από συνεργάτες και φίλους, τεχνοκράτες, τέως ηγετικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ, πού εγκατέλειψαν οπορτουνιστικά το κόμμα τους, όταν αυτό βυθιζόταν. Απεναντίας, ιστορικά στελέχη που ασκούν κριτική από αριστερή ή και δεξιά σκοπιά στη γραμμή Τσίπρα, όπως ο Τσακαλώτος, ο Σκουρλέτης, ο Δρίτσας, ο Βούτσης, αλλά και ο Παπαδημούλης υστέρησαν σημαντικά σε ψήφους έναντι των παρατρεχάμενων του αρχηγού…
Εμπιστοσύνη στον ηγέτη και όταν αυτοδιαψεύδεται
Η αποδοχή του αρχηγού-αυθεντία διευκολύνει τις πολιτικές… κωλοτούμπες
Ακόμα και οι απότομες ανατροπές στην πολιτική γραμμή των κυβερνώντων και γενικότερα των αστικών κομμάτων, όταν το απαιτήσει η συγκυρία, το κεφάλαιο και ο ιμπεριαλισμός, είναι δυνατές χωρίς τριγμούς συνήθως, αν αυτή η ανατροπή συντελεστεί υπό τις ευλογίες του χαρισματικού ηγέτη του κυβερνώντος κόμματος.
Χαρακτηριστική έκφραση αυτού του όχι σπάνιου πολιτικού φαινομένου αποτελεί η κυβίστηση του Τσίπρα στο δημοψήφισμα, που ο ίδιος προκήρυξε. Παρά την καταφανή νίκη του «Όχι», ο Τσίπρας με το μαγικό ραβδί της δημαγωγίας και της χειραγώγησης, μετέτρεψε το «Όχι» σε «Ναι», που οδήγησε στη συνέχιση και χειροτέρευση της μνημονιακής λαίλαπας. Η πλειονότητα των οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ, αν και ψήφισε κατά της υποταγής στην ΕΕ, παρά τον αιφνιδιασμό της από την κραυγαλέα ασυνέπεια του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ, δεν αντιτάχθηκε στην αντιδημοκρατική επιλογή του, αλλά υποτάχθηκε στα «κείνου» ρήματα πειθόμενη, αρνούμενη να αποκαθηλώσει τον Θεό-αρχηγό από το βάθρο του αλάθητου…
Επιπλέον, παρατηρείται, όχι σπάνια στις σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες των κρίσεων, ενώ το σύστημα φθείρεται ή και διευρύνεται η κρίση και η αντιδραστικότητα του, να διατηρείται με μικρές απώλειες ή και να αβγατίζει η εμπιστοσύνη του κοινού στις σωτήριες ικανότητες των αστών πολιτικών, που ευθύνονται όμως για την έκρηξη της κρίσης και τις οδυνηρές επιπτώσεις της στον λαό.
Η αυταπάτη για την αντιμετώπιση της κρίσης από κόμματα και ηγέτες, που είναι υπεύθυνοι για την πρόκλησή της, εξηγείται από τη μεταφυσική θεοποίηση πολιτικών αρχηγών, από την ανορθολογική πίστη ότι «τη σημερινή στραβή θα διορθώσει η αυριανή καλή». Αυτή δυστυχώς η πίστη καθορίζει τα πολιτικά πράγματα στη χώρα μας από το 2010, αποφράδα ημερομηνία έναρξης των μνημονίων, που δυστυχώς συνεχίζονται και μετά τη λήξη τους με την εύσχημη μορφή της επιτήρησης…
Η εκλογή ηγεσίας από τη βάση είναι εκδημοκρατισμός;
Έωλη είναι και η επιχειρηματολογία της ηγεσίας των αστικών κομμάτων ότι η εκλογή της ηγεσίας από τη βάση ή και απλούς φίλους του κόμματος, και όχι από τη «γραφειοκρατία» του, διευρύνει τον δημοκρατικό και φιλολαϊκό χαρακτήρα αυτών των κομμάτων, αφού η εξάρτηση της εκλογής της κομματικής ηγεσίας από πολλές χιλιάδες μέλη και φίλους του κόμματος, καθιστά πιο ευαίσθητη την ηγεσία στην ικανοποίηση των κοινωνικών αιτημάτων. Στην πραγματικότητα, συμβαίνει το αντίθετο. Όντως, η εκλογή της ηγεσίας και η χάραξη της γραμμής του κόμματος πρέπει να καθορίζεται και να ελέγχεται η τήρησή της από το κόμμα και όχι από μία γραφειοκρατικά δομημένη και δρώσα ηγεσία.
Για να θεωρηθεί όμως ότι η κομματική βάση όντως εκλέγει και ελέγχει την ηγεσία, πρέπει να δραστηριοποιείται με συνέπεια και συνέχεια στα πολιτικά δρώμενα, στις διαδικασίες και δράσεις του κόμματος, να συμμετέχει σε κοινωνικούς και συνδικαλιστικούς φορείς, να πρωτοπορεί στους λαϊκούς και εργατικούς αγώνες, να αποτελεί δυναμική προέκταση του κόμματος στην κοινωνία και να αντανακλά στο κόμμα τις προσδοκίες και τα αιτήματα των πολιτών.
Στην πραγματικότητα, η υπερψήφιση του προέδρου και της ηγεσίας του κόμματος από δεκάδες ή ακόμη και εκατοντάδες χιλιάδες άτομα, που μεγάλο τμήμα τους δεν είναι καν μέλη του κόμματος και δεν συμμετέχουν ενεργά και σταθερά στις κοινωνικές και πολιτικές δράσεις του, δεν διασφαλίζει τον δημοκρατικό και λαϊκό χαρακτήρα ενός κόμματος.
Εξάλλου, ελλοχεύει και ο κίνδυνος εκφυλισμού της εκλογικής διαδικασίας, αν μεγάλος αριθμός συμμετεχόντων σε αυτήν είναι μέλη ή φίλοι άλλων… κομμάτων.