Δυναμική επανεμφάνιση των Wikileaks του Τζουλιάν Ασάντζ, με αποκαλύψεις για παρακολούθηση από τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων της γαλλικής πολιτικής ηγεσίας. Πολύ πιο ανήσυχες είναι οι γαλλικές πολυεθνικές που ξέρουν ότι τα πιο ακριβά επιχειρηματικά μυστικά τους τα μαθαίνουν πρώτοι οι αμερικάνοι ανταγωνιστές.
του Άρη Χατζηστεφάνου
Θεαματική επιστροφή με αποκαλύψεις που αφορούν άμεσα και την Ελλάδα πραγματοποίησε την περασμένη εβδομάδα το Wikileaks, φέρνοντας στο φως στοιχεία για τις παρακολουθήσεις τριών γάλλων προέδρων από την αμερικανική Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας (NSA).
Μεταξύ άλλων, από τα στοιχεία των επικοινωνιών προκύπτει ο πανικός που προκαλεί στην αστική τάξη της Γαλλίας το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη – πληροφορία την οποία μέχρι στιγμής καμία ελληνική κυβέρνηση δεν δείχνει διατεθειμένη να χρησιμοποιήσει προς όφελος του ελληνικού λαού. Το Μάιο του 2012 ο Ολάντ είχε συγκαλέσει έκτακτο υπουργικό συμβούλιο, σε συνθήκες απόλυτης μυστικότητας, για να εξετάσει τις επιπτώσεις ενός πιθανού Grexit στη γαλλική οικονομία και κυρίως στις τράπεζες. Η ανησυχία του, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Wikileaks, ήταν ότι το Βερολίνο είχε «εγκαταλείψει οριστικά» την Ελλάδα. Για το λόγο αυτό προσπαθούσε να δημιουργήσει παράλληλα κανάλια επικοινωνίας με τμήματα της πολιτικής και οικονομικής ελίτ στη Γερμανία, παρακάμπτοντας ουσιαστικά την καγκελάριο Μέρκελ. Συγκεκριμένα, είχε ζητήσει να συναντηθεί με την ηγετική ομάδα των γερμανών σοσιαλδημοκρατών αναζητώντας προφανώς ρωγμές στην επίσημη θέση του Βερολίνου.
Παρά το γεγονός ότι τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν από το Wikileaks δεν συνιστούν απειλή για την εθνική ασφάλεια της Γαλλίας, ο Ολάντ συγκάλεσε εκτάκτως το κυβερνητικό συμβούλιο άμυνας (το αντίστοιχο ΚΥΣΕΑ) για να εξετάσει την υπόθεση ενώ κάλεσε και τον αμερικανό πρέσβη στο Παρίσι για εξηγήσεις. Τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν αποδεικνύουν ότι η NSA ήταν σε θέση να παρακολουθεί κάθε επικοινωνία του Ζακ Σιράκ, του Νικολά Σαρκοζί και του Φρανσουά Ολάντ ακόμη και αν χρησιμοποιούσαν εξελιγμένα συστήματα προστασίας δεδομένων. «Δεν είμαστε αφελείς να συζητάμε στο τηλέφωνο» εξηγούσε η γαλλίδα πρώην υπουργός Άμυνας Μισέλ Αγιό Μαρί, αφήνοντας να εννοηθεί ότι οι αμερικανικές υπηρεσίες είναι σε θέση να καταγράφουν συνομιλίες και κρατικών ή στρατιωτικών δικτύων επικοινωνίας.
Περισσότερο και από την ανησυχία του πολιτικού και στρατιωτικού κατεστημένου, η σκληρή αντίδραση της γαλλικής προεδρίας εκφράζει την αγωνία των μεγαλύτερων γαλλικών επιχειρήσεων ότι πληροφορίες, που μπορεί να κρίνουν την επιβίωσή τους στη διεθνή αγορά, είναι ανά πάσα στιγμή διαθέσιμες στις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες και μέσω αυτών στις πολυεθνικές των ΗΠΑ. Γι’ άλλη μια φορά το αόρατο χέρι της ελεύθερης αγοράς χρησιμοποιεί τη σιδερένια γροθιά του εθνικού κρατικού μηχανισμού για να κυριαρχήσει.
Προφανώς, η ανησυχία για την ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων αφορά μόνο πολιτικούς και επιχειρηματίες και σε καμία περίπτωση τους πολίτες. Οι αποκαλύψεις του Wikileaks έγιναν καθώς η γαλλική κυβέρνηση προωθούσε νέες νομοθετικές ρυθμίσεις που επιτρέπουν σε κρατικές υπηρεσίες να παρακολουθούν τα τηλέφωνα και την ηλεκτρονική αλληλογραφία των πολιτών χωρίς καμία εισαγγελική έγκριση. Ο Ολάντ δηλαδή φέρνει και στη χώρα του το καφκικό σκηνικό που έχει στηθεί εδώ και χρόνια στις ΗΠΑ και πέρασε πρόσφατα στη Βρετανία και τη Γερμανία.
Δεν χρειάζεται βέβαια να σημειώσει κανείς ότι σε σύγκριση με τις δυνατότητες παρακολούθησης που διαθέτουν οι μυστικές υπηρεσίες των δυτικών χωρών, τα αυταρχικά καθεστώτα του πρώην ανατολικού μπλοκ ωχριούν. Παρά το γεγονός ότι η Στάζι και οι ρωσικές μυστικές υπηρεσίες παραμένουν (όχι άδικα) στο συλλογικό υποσυνείδητο σαν σύμβολο ενός απολυταρχικού καθεστώτος, μπροστά στις αμερικανικές υπηρεσίες θυμίζουν απλώς τον κουτσομπόλη που βάζει το ποτήρι στο τοίχο για να ακούσει τους γείτονές του.
Οι αποκαλύψεις άκρως απόρρητων εγγράφων σηματοδοτεί τη δυναμική επιστροφή του Wikileaks και του Τζουλιάν Ασάνζ, που παρεμπιπτόντως ενεργοποίησαν και πάλι τη δυνατότητα της ιστοσελίδας τους να δέχεται την ανώνυμη κατάθεση σημαντικών εγγράφων. Οι χρήστες δηλαδή θα μπορούν να καταθέτουν στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους χωρίς να γίνεται γνωστή η ταυτότητά τους ούτε καν από τα μέλη του Wikileaks. Χάρη στη δυναμικότητα που παρουσιάζει για πρώτη φορά εδώ και χρόνια, η ομάδα του Ασανζ κατάφερε να προσελκύσει και πάλι το ενδιαφέρον παλαιών συνεργατών που την είχαν εγκαταλείψει όπως η περίφημη ισλανδή βουλευτής Μπιργκίτα Γιονσντότιρ.
Στο μεσοδιάστημα ο Ασάνζ και η ομάδα του είχαν βρεθεί αντιμέτωποι με ορισμένες από τις μεγαλύτερες πολυεθνικές του χρηματοπιστωτικού συστήματος, όπως η Visa που συμμάχησαν με την αμερικανική κυβέρνηση για να κόψουν κάθε πηγή χρηματοδότησης της πρωτοβουλίας. Στο πλευρό των Αμερικανών έχει περάσει επισήμως και η Google η οποία πρόσφατα κλήθηκε να καταθέσει περισσότερα στοιχεία για μέλη του Wikileaks που διώκονται από τον αμερικανικό κρατικό μηχανισμό.
Παρόλα αυτά, από το τέλος του 2014 το Wikileaks έφερε στο φως τα μυστικά προσχέδια της Διατλαντικής Συμφωνίας Εμπορίου TTIP, τα σχέδια της ΕΕ να επιτίθεται με στρατιωτικά μέσα σε πλοιάρια που μεταφέρουν πρόσφυγες και μετανάστες στις ακτές της Ευρώπης αλλά και χιλιάδες έγγραφα που εκθέτουν το ρόλο της Σαουδικής Αραβίας και μέσω αυτής των ΗΠΑ, στη Μέση Ανατολή. Επίσης, αν και έλαβαν λιγότερη δημοσιότητα, τα αρχεία του Wikileaks έφεραν στο φως πληροφορίες για το μηχανισμό με τον οποίο η CIA αποφασίζει και εκτελεί αντιπάλους της με παρακρατικού τύπου χτυπήματα.
Τίποτα απ’ αυτά δεν θα είχαν συμβεί βέβαια εάν η κυβέρνηση του Ισημερινού δεν είχε δεχθεί να προσφέρει προστασία στον ιδρυτή του Wikileaks. Την Παρασκευή 19 Ιουνίου συμπληρώθηκαν τρία χρόνια από τη στιγμή που ο Ασάνζ πέρασε την πόρτα της πρεσβείας του Ισημερινού στο Λονδίνο καθώς ο κλοιός των αμερικανικών και βρετανικών μυστικών υπηρεσιών στένευε επικίνδυνα γύρω του. Ένας ιδιότυπος κατ’ οίκον περιορισμός για έναν από τους μεγαλύτερους ήρωες της εποχής μας.