Γιώργος Κρεασίδης
▸ Η «Ομπρέλα» τους χάλασε το πάρτι προεκλογικής συσπείρωσης
Συνέδριο προεκλογικής συσπείρωσης και επιβεβαίωσης της εσωκομματικής κυριαρχίας του Α. Τσίπρα ήταν αυτό που πραγματοποίησε ο ΣΥΡΙΖΑ στις 14-17/4. Το 3ο συνέδριο έγινε σε μια συγκυρία που περισσεύει η οργή για την ακρίβεια, με την κυβέρνηση να έχει μπει σε τροχιά φθοράς στα πλατιά λαϊκά στρώματα, αλλά και στα μεσοστρώματα που ήταν βασικό στήριγμα της ΝΔ. Ο Αλέξης Τσίπρας απευθύνθηκε στην κοινωνία, βάζοντας το εκλογικό δίλημμα και προτείνοντας κυβερνητική εναλλαγή. με αυτό το δίλημμα απευθύνθηκε όμως και προς στο ΚΙΝΑΛ, για να στοιχηθεί πίσω του στο όνομα της προοδευτικής διακυβέρνησης, αλλά και προς την κοινοβουλευτική Αριστερά. Αφορά όμως και το εσωκομματικό ακροατήριο, κλείνοντας εκ των πραγμάτων κάθε δυνατότητα να αμφισβητηθεί ο ίδιος και οι επιλογές του προεκλογικά. Στα παραπάνω οφείλεται το κλίμα υποτίμησης της διαδικασίας μετά την εναρκτήρια ομιλία Τσίπρα, όταν αποχώρησαν πολλοί σύνεδροι, αλλά και οι σκηνές οχλαγωγίας, όταν αμφισβητούνταν οι επιλογές του.
Τα προγραμματικά σημεία της εισηγητικής ομιλίας Τσίπρα, που αποτυπώθηκαν και στην πολιτική απόφαση του συνεδρίου, έχουν τη γενική λογική της ανακούφισης από την πολιτική Μητσοτάκη, αλλά αφήνουν ανέγγιχτα τα θεμέλιά της. Εξάλλου, αυτά στηρίχτηκαν σε μεγάλο βαθμό στις επιλογές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Για παράδειγμα, υποσχέθηκε αύξηση του κατώτατου μισθού από 663 στα 800 ευρώ, αντί στα 713 της ΝΔ. Όχι, όμως, αναίρεση της κατάργησης της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και του μνημονιακού μηχανισμού που ορίζει τον κατώτατο μισθό με υπουργική απόφαση, με παράλληλη σαφή δέσμευση για κατάργηση του νόμου Χατζηδάκη, που εμποδίσει τις διεκδικήσεις των συνδικάτων. Με υποσχέσεις που θυμίζουν το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης του 2014, αλλά και την τύχη που είχε αυτό, ο
Α. Τσίπρας έστειλε μήνυμα χαμηλών προσδοκιών στην κοινωνία και στρατηγικής συναίνεσης με τη ΝΔ στην άρχουσα τάξη.
Τέτοιες υποσχέσεις ήρθαν σαν αποτέλεσμα της επιλογής του ΣΥΡΙΖΑ για συναινετική αντιπολίτευση, που αποτυπώθηκε στην υπερψήφιση των μισών νομοσχεδίων της κυβέρνησης, στο «θα λογαριαστούμε μετά» της πανδημίας και στο χειροκρότημα στον Ζελένσκι στη Βουλή, στην στήριξη της πολιτικής των εξοπλισμών και της πρόσδεσης στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, την αφοσίωση στην ΕΕ. Κυρίως όμως στο σταθερό μέτωπο σε κάθε προσπάθεια κλιμάκωσης των εργατικών αγώνων πέρα από το επίπεδο διαμαρτυρίας στα πλαίσια της ΓΣΕΕ.
Σε αυτό το κλίμα προεκλογικής συγκέντρωσης, χωρίς πολιτικά επίδικα, η Ομπρέλα, η εσωκομματική αντιπολίτευσης που διεκδικεί ρόλο αριστερής τάσης, περιορίστηκε σε μια μάχη για τους συσχετισμούς, στο όνομα μιας φυσιογνωμίας που παραπέμπει στον ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς τους προερχόμενους από το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ.
Έξαλλου, έχει στηρίξει τις συναινετικές επιλογές του Τσίπρα, όπως και τη μνημονιακή πολιτική της περιόδου 2015-19, από υπουργικές θέσεις μάλιστα. Βρέθηκε, ωστόσο σε δυσχερή θέση, καθώς περιορίστηκε να διαφοροποιηθεί σε διαδικαστικά ζητήματα. Όμως, με την κατάθεση τροπολογιών για τις προτεινόμενες καταστατικές αλλαγές στο κλείσιμο του συνέδριου και με το ενδεχόμενο να περάσουν σε ένα σώμα που φυλλορροούσε, προκάλεσε στιγμές έντασης. Το ότι ξεπεράστηκαν με πυροσβεστικές παρεμβάσεις από Τσακαλώτο και Τσίπρα δεν διαγράφει το γεγονός πως η Ομπρέλα κατάφερε να κάνει αισθητή την παρουσία της, όχι μόνο με το 25% περίπου στις ψηφοφορίες, αλλά και επειδή χάλασε την εικόνα της απόλυτης κυριαρχίας Τσίπρα.