Γεράσιμος Λιβιτσάνος
Ολοκλήρωση της μετατροπής σε «Κόμμα Τσίπρα»
Αρκετές αλλαγές αναμένεται να συμβούν στον ΣΥΡΙΖΑ μετά την ολοκλήρωση του 3ου Συνεδρίου του στις 14-17 Απριλίου. Καμία όμως από αυτές δεν θα αφορά την πορεία ολοκλήρωσης της μετάλλαξής του σε ένα κόμμα αστικής διαχείρισης, που έχει ήδη δώσει κυβερνητικά διαπιστευτήρια. Για την ακρίβεια, η συνεδριακή διαδικασία αναμένεται να αποτελέσει ένα τελικό (και καθυστερημένο χρονικά) «φινίρισμα», πριν ο ΣΥΡΙΖΑ αντιστοιχήσει και το οργανωτικό του μοντέλο στις αναγκαιότητες του «νέου διπολισμού».
Τα ζητήματα που σχετίζονται με την πολιτική «γραμμή» και τους στρατηγικούς στόχους του κόμματος, ελάχιστα θα απασχολήσουν –όπως όλα δείχνουν– την τριήμερη συνεδριακή διαδικασία του. Αυτό θα συμβεί για δύο λόγους: Ο πρώτος είναι ότι το συνέδριο θα έχει έντονα «προεκλογικό» χαρακτήρα, με την ηγεσία του κόμματος να έχει προκαθορίσει ότι αποτελεί έναν ακόμη «σταθμό» στην προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να κερδίσει τις επόμενες εκλογές. Ένα δεδομένο που προφανώς δεν ευνοεί την έκφραση διαφωνιών, που αυτόματα θα θεωρηθεί ότι λειτουργούν «υπέρ του αντιπάλου».
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η πολιτική αντιπαράθεση αναμένεται να εστιαστεί σε οργανωτικά ζητήματα διαμόρφωσης συσχετισμών. Δηλαδή στη συμφωνία ή όχι με τις προτάσεις που έχει ήδη καταθέσει από τον περασμένο Δεκέμβριο ο Αλέξης Τσίπρας και περιλαμβάνουν την εκλογή πρόεδρου και Κεντρικής Επιτροπής από τη βάση, όπως και μια σειρά ποσοστώσεων που σχετίζονται με το φύλο και τις περιφερειακές οργανώσεις. Μάλιστα, το συνέδριο αναμένεται να δρομολογήσει μια εκλογική διαδικασία για τα μέσα Μαΐου. Με αυτήν θα εκλεγεί πρόεδρος ο Αλέξης Τσίπρας, αφού δεν θα υπάρχει αντίπαλος υποψήφιος, καθώς και η νέα Κεντρική Επιτροπή.
Όσον αφορά τους συσχετισμούς που φαίνεται να διαμορφώνονται, αυτοί μάλλον «κλίνουν» υπέρ μίας εύκολης επικράτησης των δυνάμεων της «διεύρυνσης». Όπως διαρρέεται από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, από τους 5.000 αντιπροσώπους που θα απαρτίζουν το σώμα του συνεδρίου, μετά τις εκλογές του προηγούμενου Σαββατοκύριακου, περίπου το 80% συντάσσεται με τις προτάσεις και τις θέσεις του Αλέξη Τσίπρα.
Η εικόνα αυτή δεν διαψεύδεται από την «Ομπρέλα», δηλαδή τον συνασπισμό της τάσης των «53» με σειρά άλλων στελεχών, όπως ο Π. Σκουρλέτης , ο Ν. Φίλης, ο Π. Λάμπρου, ο Δ. Παπαδημούλης, ο Ν. Βούτσης, ο Δ. Βίτσας κ.α. Το συγκεκριμένο ρεύμα δεν φαίνεται να έχει πολλές δυνατότητες παρέμβασης στις αποφάσεις του συνεδρίου και αναμένεται να περιοριστεί στη διεκδίκηση της δυνατότητας να αποτελεί μια μειοψηφική πλην όμως «ορατή» συνιστώσα. Εκτός από την «Ομπρέλα», διακριτό λόγο στη συνεδριακή διαδικασία θα έχει η ομάδα των λεγόμενων «προεδρικών» (Ν. Παππάς, Κ. Ζαχαριάδης, Χρ. Σπίρτζης, Γ. Μπαλάφας κ.α.), η τάση της «Γέφυρας» (Ν. Μπίστης, Σπ. Δανέλλης, Γ. Λιάκος κ.α.), αλλά και η νεοσυσταθείσα τάση της Ριζοσπαστικής Ενότητας (Α. Κοτσακάς, Σ. Φάμελλος, Π. Ρήγας).
Όσον αφορά την ουσία του οργανωτικού μετασχηματισμού που θα επιχειρηθεί από το συνέδριο, ο Αλέξης Τσίπρας έχει μιλήσει για την ανάγκη ενός «σύγχρονου κόμματος» που θα είναι πρότυπο για τα κόμματα τη αριστεράς. Ζητώντας ένα κόμμα «πιο μαζικό, ανανεωμένο, ελκυστικό, ισχυρό, ικανό να εμπνεύσει την κοινωνία, μαζί με την κοινωνία, για τη μεγάλη ανατροπή, την μεγάλη νίκη στις ερχόμενες εκλογές».
Το ίδιο εγχείρημα έχει ερμηνεύσει με πιο ιδεολογικούς όρους ο γραμματέας του κόμματος, Δημήτρης Τζανακόπουλος. Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Αυγή έχει επισημάνει ότι «η δομή του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., προσιδιάζει περισσότερο στη δομή των μαζικών-λαϊκών κομμάτων του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα, πολλά από τα οποία μετεξελίχθηκαν στα λεγόμενα κόμματα-καρτέλ: πολυσυλλεκτικά δηλαδή κόμματα που στοχεύουν στη διατήρηση δεσμών με τους ψηφοφόρους μέσα από τη διαχείριση και διανομή των κρατικών πόρων και όχι κόμματα ταξικής αντιπροσώπευσης». Αν και στην συνέχεια επισήμανε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «εξακολουθεί σε μεγάλο βαθμό να είναι κόμμα ταξικής αντιπροσώπευσης» που στοχεύει σε «μια ριζική αλλαγή κοινωνικών προτεραιοτήτων». Για τον λόγο αυτό υποστήριξε ότι πρέπει «να ανιχνεύσουμε την καταλληλότερη μορφή οργάνωσης για την Αριστερά του 21ου αιώνα».