Μπάμπης Συριόπουλος
Ο λαϊκός πόθος για ειρήνη, η αντίθεση σε ένα «βρώμικο πόλεμο», η απαίτηση να σιγήσουν τα όπλα δεν είναι καθόλου αμελητέα, ιδίως σήμερα, όταν περισσεύουν οι φιλοπόλεμες κραυγές υπέρ του ενός ή του άλλου ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου. Ας δούμε πως αντιμετώπιζε ο Λένιν τον Μάη του 1917 τις διαθέσεις των στρατιωτών του Α’ Παγκόσμιου πολέμου: «Είναι καλό που οι στρατιώτες καταριούνται τον πόλεμο. Είναι καλό που απαιτούν ειρήνη. Είναι καλό που αρχίζουν να νιώθουν πως ο πόλεμος συμφέρει στους καπιταλιστές. […] Όλα αυτά είναι καλά. Αλλά μόνο αυτά δεν αρκούν».
»Πρέπει οι στρατιώτες να περνάνε τώρα σε μια τέτοια συναδέλφωση, που στη διάρκειά της να συζητιέται ένα ξεκάθαρο πολιτικό πρόγραμμα. Εμείς δεν είμαστε αναρχικοί. Δεν νομίζουμε ότι τον πόλεμο είναι δυνατό να τον τερματίσουμε με μια απλή “άρνηση”, άρνηση ατόμων, ομάδων, ή τυχαίου “πλήθους”. Εμείς υποστηρίζουμε ότι τον πόλεμο πρέπει να τον τερματίσει και θα τον τερματίσει η επανάσταση σε μια σειρά χώρες, δηλαδή η κατάκτηση της κρατικής εξουσίας από μια νέα τάξη και συγκεκριμένα […] από τους προλετάριους και τους μισοπρολετάριους».
Οι κομμουνιστές δεν μπορεί να υποτιμούν τη μαζική «αυθόρμητη» απαίτηση για ειρήνη. Τονίζουν όμως το αναγκαίο «πολιτικό πρόγραμμα» για ένα αποτελεσματικό αντιπολεμικό κίνημα. Η επανάσταση δεν έρχεται κατά παραγγελία, αλλά η αντίθεση στην πολεμική εμπλοκή κάθε χώρας, η διεκδίκηση αποδέσμευσης από κάθε στρατιωτικό συνασπισμό και συμμαχία, μείωσης των στρατιωτικών δαπανών, η άρνηση της συστράτευσης «κάτω από ξένη σημαία» είναι άμεσο καθήκον.