Λίτσα Φρυδά
Η παγωνιά του ρατσισμού κυβέρνησης και ΕΕ και πώς έκαψε τα όνειρα της 21χρονης Ταμκίν Μπαγιάτ. Μια ιστορία που συνέβη δίπλα μας, μια ιστορία κυνισμού, απανθρωπιάς, στοιχείων αλληλεγγύης και απόγνωσης που δεν μπορούμε να αφήσουμε στη λήθη.
▸ Τετάρτη 26 Ιανουαρίου 2022 απόγευμα. Η κακοκαιρία «Ελπίδα» βρίσκεται στο λεκανοπέδιο. Χιόνι έχει σκεπάσει τα πάντα.
Άνθρωποι εγκλωβισμένοι σε δρόμους και σπίτια. Σ’ ένα σπίτι στη Νέα Φιλαδέλφεια, μια 21χρονη προσφυγοπούλα από το Αφγανιστάν, η Ταμκίν Μπαγιάτ, κόβει το νήμα της σύντομης ζωής της.
Το 2017 η Ταμκίν ξεκίνησε ένα μακρύ και δύσκολο ταξίδι, με τη μητέρα και τα τέσσερα μικρότερα αδέλφια της, αναζητώντας ασφάλεια και ελευθερία, κάνοντας όνειρα για τη ζωή, Με αποφασιστικότητα και θάρρος δραπετεύουν από τον τόπο όπου η βία και ο θάνατος παραμονεύουν σε κάθε γωνιά, κυρίως για τα κορίτσια και τις γυναίκες. Τέσσερα χρόνια περιπλάνησης. Καμπούλ, Ιράν, Τουρκία, έπειτα Σάμος, Καστοριά, και το περασμένο καλοκαίρι Νέα Φιλαδέλφεια. Μαθήτρια στη Β’ Λυκείου, η Ταμκίν –έχει ήδη φοιτήσει στην Α’ Λυκείου, στο Διαπολιτισμικό Λύκειο του Άργους Ορεστικού– παρακολουθεί ταυτόχρονα μαθήματα στη σχολή διερμηνέων της «ΜετάΔΡΑΣΗ».
Οι δυσκολίες μεγάλες, οι υποχρεώσεις αυξημένες, το δίλημμα ανάμεσα στην ανάγκη να εργαστεί για τη στήριξη της οικογένειας και να ολοκληρώσει τη φοίτηση στο σχολείο και στη σχολή βασανιστικό. Μάνα της μάνας της και των τεσσάρων μικρότερων αγοριών της οικογένειας, λυγίζει κάτω από την τρομακτική ευθύνη που έχει ήδη συνθλίψει τη μητέρα. Η σκληρότητα της πραγματικότητας που διαμορφώνουν οι πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδιαίτερα της ελληνικής κυβέρνησης, για τις ζωές των προσφύγων δεν αφήνουν κανέναν αλώβητο.
Η συμπεριφορά της μητέρας, που κάτω από τις αντιξοότητες βιώνει βαριά κατάθλιψη, είναι κακοποιητική απέναντι στην Ταμκίν. Αυτό γίνεται η αφορμή απομάκρυνσής της και στέγασής της σε δομή φιλοξενίας. Όμως λίγες μέρες μετά επιστρέφει στην οικογένεια νιώθοντας το βάρος της ευθύνης για τα μικρότερα αδέλφια, καθώς η μητέρα δεν λαμβάνει την «εξειδικευμένη φροντίδα και προστασία» που προβλέπεται για τις ευάλωτες κατηγορίες. Έκτοτε, η Ταμκίν παραλείπει τη φαρμακευτική αγωγή της και τις συνεδρίες με την ψυχίατρο. Η ανυπαρξία πλαισίου ικανού να καλύψει ακόμα και τις βασικές τους ανάγκες, μεγιστοποιεί τα όποια προβλήματα και η εξέλιξη της κατάστασης είναι εκθετική.
Η Ταμκίν διακατέχεται ξανά από αυτοκτονικό ιδεασμό, έπειτα από μια απόπειρα αυτοκτονίας ένα χρόνο νωρίτερα, τη δίμηνη νοσηλεία της, τη φαρμακευτική αγωγή που τής είχε συνταγογραφήσει ψυχίατρος και την ψυχολογική υποστήριξη που λάμβανε από την ψυχολόγο του προγράμματος ΕΣΤΙΑ στο Δήμο κατοικίας της, αφηγείται συγκλονισμένη η καθηγήτριά της στο Γενικό Λύκειο κ. Σταυριάνα Σούμπαση, που την στήριζε τους λίγους μήνες της φοίτησής της εκεί, καθώς μιλά γι’ αυτό το υπέροχο και ευαίσθητο κορίτσι.
Οι δυο απορριπτικές αποφάσεις που είχε λάβει η οικογένειά της από την Υπηρεσία Ασύλου, ενώ η ίδια ήταν το μοναδικό μέλος της οικογένειας με θετική απάντηση, επιτείνει το άγχος και την αγωνία της για το μέλλον. Η περιπλοκότητα των διαδικασιών στην απόδοση ασύλου, η μη υπαγωγή τους σε «καθεστώς διεθνούς προστασίας», οι αποφάσεις που αποτρέπουν την οικογενειακή επανένωση τους με τον μεγαλύτερο αδελφό στην Ολλανδία και ο εγκλωβισμός τους σε ένα καθεστώς ομηρίας, προκαλούν ένα τραγικό αδιέξοδο. Της είναι αδιανόητο να εγκαταλείψει την οικογένειά της και τρέμει στην ιδέα πως ίσως χρειαστεί να επιστρέψει μαζί τους στο Αφγανιστάν. Οι υπεύθυνοι φορείς που γνωρίζουν τις διαδρομές, τις κακουχίες, και τα βάσανα των προσφύγων, μοιάζει να έχουν αποφασίσει να τους εξοντώσουν με κάθε τρόπο.
Η Ταμκίν αγχώνεται επίσης πολύ με την επίδοσή της στα σχολικά μαθήματα και τις απουσίες, που έχουν αρχίσει να συσσωρεύονται καθώς πηγαίνει και παίρνει τα αδελφάκια της στο Νηπιαγωγείο και το Δημοτικό. Η ελλιπής μέριμνα από την πολιτεία για την ισότιμη εκπαίδευση των παιδιών προσφύγων στο σχολείο και η ρατσιστική ρητορική στον δημόσιο λόγο, συμβάλλουν στην εμφάνιση συμπεριφορών και στάσεων που δυσχεραίνουν τη φοίτησή τους, όταν καταφέρνουν με χίλιους κόπους να έχουν πρόσβαση σε αυτήν.
Παρά τις τεράστιες δυσκολίες, η Ταμκίν αρχίζει να κοινωνικοποιείται στο σχολείο και να συμμετέχει ενεργά σε πρόγραμμα για την αλληλοδιδασκαλία των Ελληνικών από Έλληνες μαθητές στους πρόσφυγες συμμαθητές τους και σε συνομηλίκους τους από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αναπτύσσει στενές σχέσεις με τους μαθητές των άλλων σχολείων και δείχνει να ενδυναμώνεται ψυχικά. Όμως, οι πρακτικές δυσκολίες εντείνονται και την αποσταθεροποιούν. Στις 24 Νοεμβρίου γίνεται έξωση στην οικογένεια από το διαμέρισμα όπου φιλοξενούνταν και χρειάζεται να μετακομίσουν σε μια μέρα. Επιπλέον, από το τέλος του Οκτώβρη και για δύο μήνες, η Ταμκίν και η οικογένειά της αναγκάζονται να επιβιώσουν χωρίς το μηνιαίο βοήθημα, όπως και όλοι οι ωφελούμενοι του προγράμματος ΕΣΤΙΑ.
Στο τέλος του Δεκέμβρη, νιώθει αποκαμωμένη και απελπισμένη και μιλά στην καθηγήτριά της για τον αυτοκτονικό ιδεασμό που είχε αρχίσει πάλι να την ταλαιπωρεί. Αρχίζει να βλέπει ξανά την ψυχολόγο και συμφωνεί να ξαναρχίσει τη φαρμακευτική αγωγή. Στη διάρκεια των διακοπών των Χριστουγέννων επικοινωνεί καθημερινά με την καθηγήτριά της. Είναι ήρεμη, ξεκούραστη, χαρούμενη και σε τακτική επαφή με την ψυχολόγο της.
Η επιστροφή όμως στο σχολείο, πυροδοτεί και πάλι το άγχος της για τις απουσίες, τα διαγωνίσματα, το ίδιο και η επομένη συνέντευξη της ίδιας και της οικογένειάς της στην Υπηρεσία Ασύλου. Ο αποκλεισμός της Ταμκίν τις μέρες της κακοκαιρίας επιδεινώνει την κατάστασή της. Η ελπίδα που οδήγησε τα βήματά της από την Καμπούλ ως την Αθήνα θάφτηκε στον χιονιά.