Θεοπίστη Καπέτα
▸ Σε όλα τα πανεπιστημιακά ιδρύματα, παρ’ όλη την έξαρση της πανδημίας, δεν έχουν ληφθεί επαρκή μέτρα για τη σωστή λειτουργία της δια ζώσης εκπαίδευσης.
Το ΑΠΘ αποτελεί μια χαρακτηριστική περίπτωση.
Στο πλαίσιο αυτό, το Κέντρο Έρευνας και Εκπαίδευσης στην Δημόσια Υγεία, την Πολιτική Υγείας και την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΚΕΠΥ) διεξήγαγε μια έρευνα γύρω από την εξέλιξη της επιδημίας Covid-19 στα πανεπιστήμια. Ο αναπληρωτής καθηγητής Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας-Πολιτικής Υγείας ΑΠΘ Ηλίας Κονδύλης και ο καθηγητής Υγιεινής, Κοινωνικής Ιατρικής και Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας ΑΠΘ, Αλέξης Μπένος, παρουσίασαν τα στοιχεία που αφορούν το ΑΠΘ.
Η αθροιστική επίπτωση της Covid-19 στον πληθυσμό του ΑΠΘ, κατά τη διάρκεια της τρίμηνης επαναλειτουργίας του με φυσική παρουσία, είναι σημαντικά μικρότερη σε σχέση με το γενικό πληθυσμό. Το παραπάνω εύρημα μπορεί να οφείλεται στα υψηλότερα ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό αλλά και τον υπολογισμό με βάσει όλους τους ενεργούς προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές και όχι με βάσει τους φοιτητές που επισκέπτονταν το campus την εν λόγω περίοδο.
Χρησιμοποιήθηκε με άλλα λόγια, λόγω έλλειψης πραγματικών στοιχείων κινητικότητας του πληθυσμού εντός του ΑΠΘ, πολύ μεγαλύτερος παρονομαστής από αυτόν που θα έπρεπε θεωρητικά να είχε χρησιμοποιηθεί. Μεταξύ 11 Οκτωβρίου και 21 Νοεμβρίου 2021, παρατηρήθηκε πως η αθροιστική εξάπλωση στα μέλη ΔΕΠ ήταν 70,8% υψηλότερη σε σχέση με το γενικό πληθυσμό ενώ στο διοικητικό προσωπικό των Τμημάτων ήταν έως και 115% υψηλότερη.
Τα ποσοστά αυτά μειώθηκαν μόνο κατά τη περίοδο των εορτών και την πρώτη εβδομάδα επαναλειτουργίας, όπου τα μαθήματα δεν πραγματοποιούνταν ή ήταν σημαντικά λιγότερα σε σχέση με την προ εορτών περίοδο.
Τα ευρήματα αυτά είναι ιδιαίτερα επίκαιρα, δεδομένης της απόφασης τόσο της κυβέρνησης όσο και των πρυτανικών αρχών για διενέργεια των εξετάσεων του χειμερινού εξαμήνου του 2022 με φυσική παρουσία χωρίς όμως πρόσθετα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας. Η αναμενόμενη σημαντική αύξηση του συγχρωτισμού και συνωστισμού με πλημμελή τήρηση των αναγκαίων μέτρων δημόσιας υγείας αναμένεται να αυξήσει σημαντικά τον κίνδυνο μόλυνσης των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας.