▸Αγνός, τίμιος, φτωχός, αλτρουιστής, ασκητικός και αφοσιωμένος από τα νεανικά του χρόνια μέχρι το τέλος της ζωής του στις ιδέες της αριστεράς και της επανάστασης. Αυτός ήταν -όπως τον περιγράφουν σύντροφοι του- ο Στέργιος Κατσαρός, εργάτης, οικοδόμος, αγωνιστής της ριζοσπαστικής-επαναστατικής Αριστεράς και παλιό στέλεχος της ΕΔΑ και της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη, που πέθανε το Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2021 σε ηλικία 83 ετών.
Ενημέρωση σπό την οικογένειά του: Η αποχαιρετιστήρια τελετή θα γίνει τη Δευτέρα 13/12/2021 στις 15:00 στην εκκλησία Κοίμηση της Θεοτόκου στο Μαρούσι και η κηδεία την Τρίτη στις 14/12/2021, στις 12:00 στη γενέτειρα του, Βαθύκοιλο Φθιώτιδας. (Αντί στεφάνων τα χρήματα θα δοθούν στο σύλλογο για την ψυχική υγεία ΣΟΨΥ)
Ο Κατσαρός βρέθηκε στις συγκρούσεις των οικοδόμων το 1961 με την αστυνομία και στους αγώνες της περίοδος των Ιουλιανών, ενώ την περίοδο της δικτατορίας ανέπτυξε παράνομη δράση εμπνευσμένος από τη γκεβαρική θεωρία για τις επαναστατικές εστίες. Καταζητούμενος από τη χούντα τον Απρίλη του 1967, καταφέρνει να διαφύγει στο εξωτερικό και να φτάσει, με μυθιστορηματικό τρόπο, στην Κούβα, «τη μοναδική του πατρίδα», όπως έλεγε, λίγο μετά τον θάνατο του Τσε. Επιστρέφει στην Ελλάδα το Μάη του 1968 και συμμετέχει ενεργά στην αντιδικτατορική αντίσταση για την οποία συλλαμβάνεται στις 5 Σεπτεμβρίου 1969, βασανίζεται άγρια στην ΚΥΠ και την Ασφάλεια Θεσσαλονίκης, και καταδικάζεται σε ισόβια κάθειρξη από το Έκτακτο Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης για τη συμμετοχή του στην αντιδικτατορική οργάνωση «ΛΑΪΚΗ ΠΑΛΗ» και φυλακίζεται στις φυλακές Κορυδαλλού και Αίγινας. Αποφυλακίζεται τον Αύγουστο του 1973 και τον Νοέμβριο συμμετέχει στην εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Η μεταπολίτευση και η επιστράτευση κλείνουν αυτόν τον κύκλο και σηματοδοτούν έναν ιδιότυπο «αποχαιρετισμό στα όπλα».
Το 1999 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Μαύρη Λίστα» το πολυσυζητημένο βιβλίο «Εγώ ο προβοκάτορας, ο τρομοκράτης-Η γοητεία της βίας» στο οποίο ο Κατσαρός καταθέτει μια αποκαλυπτική «εξομολόγηση» σχετικά με το μεγάλο και «απαγορευμένο» ζήτημα της ένοπλης δράσης. Στο βιβλίο όπως τονίζεται και στον πρόλογο ο Στέργιος Κατσαρός καταθέτει με σαφήνεια τη δική του εκδοχή για την περίοδο της «θύελλας και της ορμής», πλουτίζει την οξυδερκή εξιστόρηση των συνθηκών (ιδιαίτερα από το ’65 ως το ’74) με παραδείγματα από το διεθνή χώρο, αναγνωρίζει τα λάθη του και προσπαθεί να περιγράψει με αφοπλιστική ειλικρίνεια τα συναισθήματα του ξεσηκωμένου γκεβαριστή νέου που πίστευε ότι «η επανάσταση θα έφτανε σύντομα». «Μόνο όποιος δεν έχει ερωτευτεί πραγματικά δεν μπορεί να νιώσει αυτή την υπέρτατη έκρηξη ευτυχίας» γράφει σε ένα σημείο. «Και όλα αυτά μέσα σε μια ερεθιστική ατμόσφαιρα από οδοφράγματα, φωτιές, δακρυγόνα και μολότοφ».
Στην πορεία οι ιδέες του άλλαξαν κάτω από την πίεση της λογικής και της εμπειρίας με κριτήριο την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα.
Ο Στέργιος Κατσαρός, παρέμεινε μέχρι το τέλος στο πλευρό της «εκτός των τειχών» Αριστεράς. Στήριξε με τη συμμετοχή ή τη συμβολή του τον χώρο της ανατρεπτικής αντισυστημικής Αριστεράς, όπως με τη συμμετοχή του το 1996 στα ψηφοδέλτια της Μαχόμενης Αριστεράς. Δραστήριος και στη γειτονιά του ήταν υποψήφιος με την δημοτική κίνηση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στο Μαρούσι «Εκτός των Τειχών».
Όπως έχει γράψει όσο υπάρχουν ρεφορμιστές πολιτικοί που ξεπουλούν τους αγώνες των καταπιεσμένων και εκμεταλλευόμενων μαζών και τα κάνουν πλακάκια με τους αστούς, οι εξεγερσιακές καταστάσεις θα παίρνουν χαρακτήρα σπασμωδικό, ανεξέλεγκτο και βίαιο.
Ο Κατσαρός την περίοδο της μεταπολίτευσης υπήρξε ιδιαίτερα κριτικός απέναντι στο φαινόμενο της «ατομικής τρομοκρατίας» (ένας όρος που όπως σημειώνει διατυπώθηκε πρώτη φορά από επαναστάτες) χωρίς ωστόσο αυτό να τον εμποδίσει από το να εκφράσει την αλληλεγγύη του απέναντι σε διώξεις, καταθέτοντας σε δίκες ως μάρτυρας υπεράσπισης αλλά και διαχωρίζοντας τη θέση του από την προβοκατορολογία της επίσημης Αριστεράς.
Όπως σημειώνει στο βιβλίο του δεν μετράνε οι προθέσεις, αλλά το αποτέλεσμα και το αποτέλεσμα ήταν ότι όλες οι απόπειρες για ένοπλη πάλη την περίοδο της δικτατορίας δεν μπόρεσαν να συνδεθούν με ευρύτερα κοινωνικά στρώματα και κατέληξαν σε πράξεις ατομικής βίας.
Ταξίδι στην Κούβα, στα χνάρια του Φιντέλ και του Τσε
Πολλοί αγωνιστές της Αριστεράς θαύμαζαν στη δεκαετία του ’60 και του ’70 την προσωπικότητα του Κάστρο και του Γκεβάρα, ελάχιστοι όμως επιχείρησαν να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους Ο Στέργιος Κατσαρός έφτασε μέχρι την Κούβα, μόνος του, για να ανακαλύψει τα χνάρια του κομαντάντε, και επέστρεψε στην Ελλάδα της χούντας για να στήσει το δικό του αντάρτικο. Η ιστορία αυτή περιγράφεται στο βιβλίο του, ένα ανάγνωσμα που αξίζει την προσοχή μας.
Μια συνέντευξη από το παρελθόν
Διαβάστε τη συνέντευξη του αγωνιστή της Αριστεράς Στέργιου Κατσαρού την οποία έδωσε στο περιοδικό Αναιρέσεις τον Οκτώβρη του 1999 με αφορμή την πρώτη τότε έκδοση του βιβλίου του «Εγώ, ο προβοκάτορας, ο τρομοκράτης»,
Στέργιος Κατασρός: «Για να σπάσει το φράγμα της σιωπής»
Οι Αναιρέσεις έχουν την τιμή να φιλοξενούν το βετεράνο, αλλά ακόμη ενεργό συναγωνιστή Στέργιο Κατσαρό. Αφορμή για τη συζήτηση που ακολουθεί αποτέλεσε η έκδοση του βιβλίου του Στέργιου «ΕΓΩ Ο ΠΡΟΒΟΚΑΤΟΡΑΣ, Ο ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΗΣ» (Εκδόσεις «Μαύρη λίστα», 1999).
Ο Στέργιος Κατσαρός, εργάτης και στέλεχος της ελληνικής Αριστεράς, δίνει τη δική του εκδοχή για τα χρόνια της «θύελλας και της ορμής», από τη δεκαετία του 1960 έως τη μεταπολίτευση. Πιστεύουμε πως πρόκειται για μια σημαντική δουλειά για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί το να γράφουν για την ιστορία του εργατικού κινήματος οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές του έχει τη δική του αξία και μια άλλη πολιτιστική διάσταση, ιδιαίτερα σήμερα που κάποιοι προσπαθούν να μας πείσουν ότι π.χ. ο εμφύλιος υπήρξε «ανταρσία». Δεύτερο, γιατί συμβάλλει στη συζήτηση για τα κορυφαία ζητήματα της ιστορίας της ελληνικής Αριστεράς.
Ποιο ήταν το κίνητρο γι’ αυτό το βιβλίο, τι σε έσπρωξε μετά από τόσα χρόνια να γράψεις;
Γιατί γενικότερα η εργατική τάξη στην Ελλάδα και ο κλάδος των οικοδόμων έχει να επιδείξει μια σειρά από αγωνιστές οι οποίοι έχουν ένα επίπεδο. Το ότι δεν κατάφεραν να γράψουν κάτι που να μείνει είναι συγκυριακό. Αυτό ήταν ένα κίνητρο για μένα, λίγο πολύ είδα τον εαυτό μου ως μια κατηγορία που αντιπροσώπευε όλο αυτό τον κόσμο που δεν κατάφερε να φτάσει σε ένα υλικό.
Ανήκεις σε μια γενιά που μεγάλωσε στη σκιά της ήττας του εμφυλίου. Η δική μας η γενιά μεγάλωσε στη σκιά της κατάρρευσης. Μας συνδέουν οι ήττες του κομμουνιστικού κινήματος;
Υπάρχουν κάποιες διαφορές. Η γενιά μου γνώρισε την ήττα, αλλά ακόμα μπροστά της είχε ένα όραμα. Ακόμα τα ΚΚ παρουσιάζονταν στα μάτια μας ως ελπίδες. Η σημερινή γενιά σημαδεύτηκε από την ήττα του κομμουνιστικού κινήματος, που εκφυλίστηκε στα μάτια των πλατιών μαζών και των εργατών. Είναι πολύ πιο δύσκολες οι συνθήκες για τη γενιά τη δική σας απ’ ότι τη δική μας. Η ήττα ήταν πιο οδυνηρή για εμάς, μια ήττα στρατιωτική, «με τα όπλα στο χέρι». Οι συνθήκες της γενιάς μου ήταν βάρβαρες, αντιμετωπίζαμε φυλακίσεις, εξορίες, «τυχαίο θάνατο», πράγματα που δεν αντιμετωπίζετε εσείς. Όμως σήμερα, παρουσιάζεται μια έλλειψη προοπτικής και αυτό κάνει πιο δύσκολα τα πράγματα για τη νέα γενιά.
Τι κυρίως πιστεύεις ότι έπαιξε το βασικό ρόλο στην αδυναμία της Αριστεράς της εποχής σου να αδράξει την ευκαιρία; Μιλάμε για μια εποχή που το σύστημα έκανε μια επίθεση στην Αριστερά, στις ιδέες, στην πολιτική, στις αλλαγές του ίδιου του καπιταλισμού κ.λπ. Προφανώς, υπήρχε συνολικά το πρόβλημα για την Αριστερά, πέρα από τη συγκεκριμένη στάση της στην ένοπλη πάλη;
Έτσι έχουν τα πράγματα. Βέβαια, αλλιώς έβλεπε κανείς το ζήτημα το 1964 και αλλιώς το βλέπει σήμερα. Το 1964 βλέπαμε την επανάσταση να προχωράει στις αποικίες, τους Βιετκόνγκ να νικούν, βλέπαμε την Αλγερία και την Κούβα. Υπήρχε μια ισχυρή ΕΣΣΔ που από τη μια ήταν στήριγμα και από την άλλη φρένο για το εργατικό κίνημα. Βλέποντας το Μάη του ’68 και μια κατάσταση εξέγερσης σε όλο τον κόσμο, πιστεύαμε πως είχε έρθει και ο δικός μας καιρός. Η επίσημη Αριστερά είχε εγκλωβιστεί σε μια ρεφορμιστική λογική κατώτερης ποιότητας ακόμη και από το μετέπειτα ρεφορμισμό του ΠΑΣΟΚ. Αυτή η τροχοπέδη θα μπορούσε να αρθεί, αν (βέβαια με τα αν δεν γράφεται ιστορία) η πρωτοπορία έσπαζε τα φράγματα της επίσημης Αριστεράς. Ποια θα ήταν τα αποτελέσματα; Θα είχαμε τουλάχιστον μια πρωτοφανή για την εποχή διεύρυνση της δημοκρατίας. Δεν το πετύχαμε αυτό, αλλά άξιζε τον κόπο, όπως και κάθε μάχη αξίζει τον κόπο. Ένα από τα κίνητρα, για να γράψω αυτό το βιβλίο ήταν και το συμπέρασμα του φίλου μου του Μίσιου, το γνωστό «ευτυχώς που δεν νικήσαμε». Δεν είναι έτσι. Μια νίκη του εργατικού, του επαναστατικού κινήματος στην Ελλάδα θα επιτάχυνε τα γεγονότα. Δεν είχαμε καμία αυταπάτη πως μια νίκη στην Ελλάδα θα μπορούσε να επηρεάσει τόσο πολύ τις εξελίξεις στην Ευρώπη ή στην Τουρκία, αλλά κάθε βήμα της επανάστασης ήταν ήττα τόσο του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού όσο και του παγκόσμιου κέντρου της γραφειοκρατίας που το θεωρούσα εξίσου φραγμό στην εξάπλωση της επανάστασης. Τελικά, πιστεύω πως ο εμφύλιος πόλεμος σε κάθε κοινωνία καταλήγει σε έναν εμφύλιο μέσα στην πρωτοπορία. Αυτό έγινε και στους μπολσεβίκους, και στην Ισπανική επανάσταση, και στο ΕΑΜ με τον Βελουχιώτη. Ένα στοιχείο που μας έσπρωξε σε μεμονωμένες πράξεις βίας ήταν η εκτίμηση ότι εάν τελικά η δικτατορία οδηγήσει σε σύγκρουση, αυτή η σύγκρουση θα μεταφερθεί στο εσωτερικό της Αριστεράς. Ήταν αυτός ο λόγος που, πρόωρα, οδηγηθήκαμε στο να πάρουμε τα όπλα και να προετοιμαστούμε για τον ένοπλο αγώνα που βέβαια δεν ήρθε.
Τελικά η Αριστερά με την τακτική της στα Ιουλιανά και μετέπειτα, όχι μόνο τη δημοκρατία δεν κατάφερε να διευρύνει, αλλά οδηγηθήκαμε στη δικτατορία. Αποδείχτηκε για μία ακόμη φορά, και με τραγικό τρόπο, πως για να καλυτερεύσει η ζωή των εργαζομένων χρειάζεται η επαναστατική πάλη;
Σίγουρα για παράδειγμα ο Μάης του ’68 μπορεί να μην κατάφερε την επαναστατική αλλαγή αλλά διέρρηξε δομές δεκαετιών, ανάγκασε την αστική τάξη σε πρωτοφανείς υποχωρήσεις, δημιούργησε μια νέα κατάσταση στη Γαλλία. Αυτό θα μπορούσε να γίνει και στην Ελλάδα. Πιστεύω πως ακόμη και για τις παραμικρές μεταρρυθμίσεις η επαναστατική αποφασιστικότητα είναι το πρωταρχικό. Δες και σήμερα το εργατικό κίνημα με τη λογική που κυριαρχεί δεν μπορεί να κερδίσει τίποτα, άσε που ακόμη και αν κερδίσει κάτι σήμερα, θα το χάσει αύριο.
Έχεις αφιερώσει κάποιες γραμμές του βιβλίου στις μεταμορφώσεις του Σαββόπουλου εκείνης της εποχής. Σήμερα, με αφορμή την υπόθεση του Οτσαλάν και τους ΝΑΤΟϊκούς βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία, είχαμε μια αφύπνιση του λεγόμενου καλλιτεχνικού κόσμου και της διανόησης στην Ελλάδα. Τι γνώμη έχεις γι’ αυτό;
Πιστεύω ότι υπήρξε ένας αντιιμπεριαλιστικός ξεσηκωμός του ελληνικού λαού με αφορμή αυτά τα γεγονότα. Αυτό βέβαια δεν είναι μόνιμο χαρακτηριστικό των μαζών στη χώρα μας. Είναι απόηχος του παγκόσμιου αντιιμπεριαλιστικού κινήματος, απόηχος που για διάφορους λόγους είναι ισχυρός στο ελληνικό αριστερό κίνημα. Έπειτα από μια εμπειρία 45 χρόνων στην Αριστερά, πιστεύω ότι ο χώρος των διανοούμενων και των καλλιτεχνών ακολουθεί τις περιόδους του εργατικού κινήματος. Απόσταση στις περιόδους της υποχώρησης, αριστερή μετατόπιση όταν κυριαρχεί το «πεζοδρόμιο». Από τη φύση τους οι καλλιτέχνες και οι διανοούμενοι λειτουργούν σαν ένα εκκρεμές ανάμεσα στις επαναστατικές και τις συντηρητικές ιδέες. Αυτό έγινε και στα πρόσφατα γεγονότα. Βέβαια, υπάρχουν και καλλιτέχνες και διανοούμενοι που έχουν σταθερές θέσεις, αλλά είναι ελάχιστοι. Έτσι κι αλλιώς, πιστεύω ότι οι διανοούμενοι δεν μπορούν να καθυποτάξουν τη λαϊκή συνείδηση, όπως άλλωστε ούτε τα ΜΜΕ. Ποιος μεγαλοεκφωνητής θα μπορούσε να πάρει θέση υπέρ των ΝΑΤΟϊκών βομβαρδισμών, τη στιγμή που η πλειοψηφία του λαού διαφωνούσε;
Στέργιο, τι πιστεύεις ότι χρειάζεται η Αριστερά σε μια εποχή που πολλά αλλάζουν και ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος της βίας και της ένοπλης πάλης στους ταξικούς αγώνες;
Το νέο στοιχείο που βλέπω, πέρα από τις αναλύσεις που γίνονται για διάφορα ζητήματα, είναι πως τα δύο μεγάλα ρεύματα του εργατικού κινήματος, η 2η και η 3η Διεθνής, έχουν οριστικά τελειώσει. Από την άλλη πλευρά, ο νεοφιλελευθερισμός δεν πέρασε, ο καπιταλισμός δεν έπεισε πως μπορεί να φτιάξει ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο και αυτός είναι ο λόγος που προσπαθεί με την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ να επιβάλει με τα όπλα τη διατήρηση του συστήματος. Ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία αντιπροσωπεύει μια καινούργια τακτική του καπιταλισμού, την τακτική της απροκάλυπτης βίας. Αυτό σηματοδοτεί για μένα μια νέα εποχή. Η εποχή της λεγόμενης Νέας Τάξης είναι η εποχή της ένοπλης επέμβασης των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ σε όποιον σηκώνει κεφάλι. Έχουμε μπει σε μια νέα περίοδο ένοπλης επίθεσης του καπιταλισμού. Όποιος θέλει να κλείσει τα μάτια του σε αυτό και να στέλνει υπομνήματα μπορεί να το κάνει, αλλά σε έναν αγώνα χρειάζεται συμμετρία. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι κάποιος οφείλει να πάρει ένα 45άρι και να παριστάνει το Ζορό.
Η όξυνση του αυταρχισμού στο εσωτερικό είναι κομμάτι αυτής της τακτικής της απροκάλυπτης βίας;
Είναι μια αναλογία αυτό που συμβαίνει στο εσωτερικό. Γι’ αυτό και πρέπει το κίνημα στην Ελλάδα με αποφασιστικότητα να αντιμετωπίσει αυτή την τρομοκρατία. Βέβαια, όσο θα ήταν βλακεία σήμερα στη Βολιβία να κάνεις υπομνήματα, έτσι και στην Ελλάδα θα ήταν να πάρουμε τα όπλα και να βγούμε στους δρόμους. Αλλά η αποφασιστικότητα απέναντι στα ΜΑΤ, το ότι το κίνημα νομιμοποιείται να απαντάει στις ρίψεις δακρυγόνων και στις επιθέσεις πρέπει να είναι δεδομένο. Για την Αριστερά τώρα, η μάχη που πρέπει να δοθεί είναι διπλή, τόσο στο πεδίο των ιδεών, όσο και στο δρόμο. Η θεωρητική δουλειά είναι εξίσου σημαντική με τη δράση στο δρόμο. Η εποχή είναι αρκετά ενδιαφέρουσα και η Αριστερά χρειάζεται μια συνολική κατεύθυνση.
Στέργιο σε ευχαριστούμε.
Εγώ ευχαριστώ. Ξέρεις το βιβλίο το έγραψα για να σπάσει το φράγμα της σιωπής. Δέχτηκα να μιλήσω και στον Κούλογλου και στην Ελευθεροτυπία, αλλά τα θεώρησα ένα βήμα. Σε μια εφημερίδα σαν τη δική σας είναι ευχαρίστησή μου.
Τη συνέντευξη πήρε ο Μιχάλης Παπαμακάριος
Αναιρέσεις, τ. 1 (2η περίοδος), Οκτώβρης 1999