Διονύσης Τζαρέλλας
Αφιέρωμα 150 χρόνια από την Παρισινή Κομμούνα
Πολιτικά το προλεταριάτο εκφράζεται στην Κομμούνα κυρίως από δύο αντίθετα ρεύματα με «γείωση» στη γαλλική κοινωνία: τους προυντονιστές και τους μπλανκιστές. Υπάρχουν επίσης μειοψηφίες μαρξιστών και μπακουνιστών. Οι αντιθέσεις αυτών των πολιτικών ρευμάτων αντανακλούν την αντίφαση της Κομμούνας ως προλεταριακής δικτατορίας, που ταυτόχρονα πρέπει να επεκτείνει τη δημοκρατία σε όλη την κοινωνική ζωή.
Η συνειδητή συντριβή του αστικού κράτους
Η Παρισινή Κομμούνα, παρά τον τοπικό χαρακτήρα της και τη σύντομη ζωή της, αποτελεί ένα ιστορικό γεγονός καθολικής σημασίας που παραμένει, ακόμα και σήμερα, σημείο αναφοράς στην παράδοση των καταπιεσμένων και ορόσημο στον, αλίμονο ακόμα μακρύ, αγώνα προς την καθολική απελευθέρωση.
Η Κομμούνα είναι το αποτέλεσμα της δράσης των συνειδητών δυνάμεων του προλεταριάτου σε συνδυασμό με μια ιλιγγιώδη κίνηση της ίδιας της εργατικής τάξης, στο πλαίσιο μιας ηγεμονικής κρίσης του δικτατορικού καθεστώτος του Λουδοβίκου Βοναπάρτη.
Μέσα σε 73 μέρες, η Κομμούνα εφευρίσκει πρακτικές μορφές της δικτατορίας του προλεταριάτου και αποπειράται συνειδητά τη συντριβή του αστικού κράτους, «τον προκαταρκτικό όρο κάθε πραγματικής λαϊκής επανάστασης στην ήπειρο» (Μαρξ: επιστολή στον Kugelman στις 12-4-1871).
Η Κομμούνα είναι η πρώτη απόπειρα μιας συνειδητής οργάνωσης της κοινωνικής ζωής και του πολιτισμού με την ευρύτερη έννοια υπό την ηγεμονία της εργατικής τάξης.
Αποτελεί ένα σημείο τομής γιατί προσπαθεί να συντρίψει μαζί με το αστικό κράτος και τους συγκροτητικούς μύθους της αστικής σκέψης: την πολιτική ως υπόθεση/επάγγελμα των ειδικών, την οικονομία ως άκτιστο κόσμο που λειτουργεί ουδέτερα, τον εγωισμό ως τη μόνη εκδοχή της ανθρώπινης φύσης.
Η Κομμούνα χαρακτηρίζεται από λάθη, αντιφάσεις και ιδεολογικές αντιπαραθέσεις που αντανακλούν και το διττό χαρακτήρα της ως μεταβατικής προλεταριακής εξουσίας που βγαίνει από τους κόλπους της παλιάς κοινωνίας. Κοιτώντας πίσω, πρέπει να ολοκληρώσει ένα αρνητικό έργο καταστροφής γιατί ο εχθρός καραδοκεί. Κοιτώντας στο μέλλον, οφείλει να παράγει στοχοθετημένα, συνειδητά και συλλογικά τους υποκειμενικούς και αντικειμενικούς όρους της μετάβασης προς τον κομμουνισμό.
Η Παρισινή Κομμούνα, όσο και αν αποτελεί πράγματι ένα σημείο τομής/ασυνέχειας, δεν μπορεί να προσεγγιστεί ως συμβάν αποκομμένο από το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο της. Η Κομμούνα δεν μπορεί να μη συνδεθεί λογικά και ιστορικά με τους ταξικούς αγώνες του 1848-1850 στη Γαλλία και ιδίως την εξέγερση του Ιούνη 1848, με το πραξικόπημα της 18ης Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη ως πρότυπης μορφής κράτους έκτακτης ανάγκης του προπερασμένου αιώνα. Σε ένα πιο αφηρημένο πεδίο υλιστικής ανάλυσης, η Κομμούνα μπορεί να συσχετιστεί με την ιστορική φάση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής: συμβαίνει στο τέλος του κύματος ανάπτυξης που ακολούθησε το 1848 και λίγο πριν ένα μακρύ κύμα ύφεσης (τη μεγάλη ύφεση του 1873) που σφραγίζει τη μετάβαση στον 20ο αιώνα. Η σχέση ανάμεσα στις επαναστάσεις και τις οικονομικές κρίσεις, όσο και αν δεν ανάγεται σε μια μηχανιστική συσχέτισή τους, αποτελεί την αντικειμενική υλική βάση αναδιαρθρώσεων, διάψευσης προσδοκιών και ταξικών αγώνων.
Η Κομμούνα αποτελεί τεκμήριο της ωρίμασης των νέων ταξικών αντιθέσεων της αστικής κοινωνίας, μια συμπύκνωση σε καθολικό επίπεδο των ταξικών αγώνων. Το προλεταριάτο με μια έφοδο στον ουρανό αποπειράται να καταλάβει την πολιτική εξουσία, εν μέσω μιας πολιτικής κρίσης, και μιας στρατιωτικής «εθνικής» ήττας από την Πρωσία του Βίσμαρκ, που συντελούν στην κυριολεκτική και συμβολική χρεοκοπία της 2ης Αυτοκρατορίας.
Κοινωνικές τάξεις και πολιτικά ρεύματα
Το πολιτικό κενό που δημιουργήθηκε μετά την κατάρρευση του βοναπαρτιστικού καθεστώτος ανέδειξε κρυστάλλινα τις κοινωνικές αντιθέσεις της γαλλικής κοινωνίας, χωρίζοντας την ουσιαστικά σε δύο πολιτικά-ταξικά στρατόπεδα.
Από τη μια μεριά, το σύνολο της αστικής τάξης και γαιοκτήμονες με σημαντικά ερείσματα στην καθυστερημένη αγροτική βάση της επαρχίας. Πολιτικά, το αστικό στρατόπεδο εκφράζει το κόμμα της «Τάξης», δηλαδή οι νοσταλγοί των δύο βασιλικών δυναστειών, μαζί με τους εναπομείναντες βοναπαρτικούς και τους αστούς δημοκράτες.
Ενώ το Παρίσι βρισκόταν υπό ασφυκτική πρωσική πολιορκία από τις 18 Σεπτεμβρίου 1870 και ο Θιέρσος ως αστικός ηγέτης, αναζητά να συνθηκολογήσει με την Πρωσία, στο όνομα της αντιμετώπισης του κοινού ταξικού εχθρού, η αστική τάξη και η αυλή της εγκαταλείπουν το Παρίσι αφήνοντας πίσω τους μόνους πια υπερασπιστές της δημοκρατίας, τον ανθό της γαλλικής κοινωνίας: το προλεταριάτο και τους συμμάχους του. Εργάτες, μικρομαγαζάτορες, γυναίκες και άντρες θα οργανώσουν την άμυνά τους και θα εξοπλίσουν την Εθνοφρουρά, διεξάγοντας άνισο πόλεμο ενάντια στις συνασπισμένες αστικές τάξεις.
Πολιτικά, το προλεταριάτο εκφράζεται κυρίως, (όχι αποκλειστικά, υπάρχουν και μειοψηφίες μαρξιστών και μπακουνιστών) από δύο αντίθετα ρεύματα με «γείωση» και πραγματική παρουσία στη γαλλική κοινωνία: τους προυντονιστές και τους μπλανκιστές.
Το κοινό σημείο και των δύο τάσεων είναι ότι πρωταγωνιστούν στην Κομμούνα περισσότερο λόγω του ρόλου τους στο παρελθόν και αποτελούν, με αυτή την έννοια και για διαφορετικούς λόγους, ξεπερασμένες μορφές πολιτικών υποκειμένων. Μετά την ήττα της Κομμούνας και τα δύο ρεύματα θα αποδυναμωθούν και θα αντικατασταθούν σε μεγάλο βαθμό από το ανερχόμενο ρεύμα του μαρξισμού.
Σχηματικά, οι αντιθέσεις αυτών των πολιτικών ρευμάτων αντανακλούν την αντίφαση της Κομμούνας ως προλεταριακής δικτατορίας που έχει το καθήκον να επιβάλει δικτατορικά την εξουσία της στην αστική τάξη αλλά ταυτόχρονα και να επεκτείνει τη δημοκρατία σε όλες τις πτυχές της κοινωνικής ζωής.Οι προυντονιστές έχουν όλα τα χαρακτηριστικά μιας μικροαστικής ριζοσπαστικής θεώρησης: από την άρνηση της πολιτικής και την αποκοπή της από το κοινωνικό ζήτημα, μέχρι τις αυταπάτες για αλλαγές του συστήματος χωρίς κατάληψη της εξουσίας. Η ιστορία όρισε να ηγηθούν μιας προλεταριακής εξέγερσης που ο Πιερ Ζοζέφ Προυντόν θα θεωρούσε ξεπερασμένη. Με ερείσματα στην Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφρουράς, θα εκφράσουν το κοινοτιστικό-ελευθεριακό πνεύμα της Κομμούνας, δίνοντας έμφαση στην προκήρυξη εκλογών και στην υλοποίηση των θετικών προταγμάτων της προλεταριακής εξουσίας, υποτιμώντας τραγικά την αστική αντίδραση που ήδη εξοπλίζεται. Γι’ αυτό το ρεύμα, η Κομμούνα είναι πρωτίστως εργατική δημοκρατία, το πανηγύρι της εργαζόμενης πλειοψηφίας και μετά ένοπλη δικτατορία.
Οι μπλανκιστές που ελέγχουν πολιτικά τους αντιπροσώπους των Είκοσι Δημοτικών Διαμερισμάτων του Παρισιού και ασκούσαν διοικητικά καθήκοντα στη διάρκεια της πολιορκίας, προκρίνουν μια συγκεντρωτική άσκηση εξουσίας, θεωρώντας ότι η Κομμούνα πρωτίστως πρέπει να τσακίσει δικτατορικά την αστική αντίδραση και μετά να μορφοποιηθεί ως εργατική δημοκρατία, βρίσκοντας σε αυτό σύμμαχο και τη μαρξική κριτική στην Κομμούνα.Οι μπλανκιστές είναι μάχιμοι άνθρωποι της δράσης, ενώ ο Αύγουστος Μπλανκί έχει περάσει τη μισή και πλέον ζωή του στη φυλακή. Θεωρούν την επανάσταση υπόθεση μιας συνειδητής μειοψηφίας γι αυτό και κατηγορούνται (ακόμα και στις μέρες μας) για υποκατάσταση/υποτίμηση του λαού. Οι μπλανκιστές δεν ήταν μια αποκομμένη μειοψηφία (οι οργανώσεις τους αριθμούσαν δεκάδες χιλιάδες άτομα) αλλά πιο πολύ μια εκδοχή της σχέσης πρωτοπορίας-μαζών που αντανακλούσε το παρελθόν της πολιτικής συνείδησης της εργατικής τάξης. Για αυτό και ο μαρξισμός δεν απορρίπτει τη σπουδαιότητα της οργανωμένης συνειδητής πρωτοπορίας, ιδίως τη στιγμή της εξέγερσης, δεν αποτελεί απόρριψη αλλά ανασυγκρότηση/υπέρβαση του μπλανκισμού.
Ο μαρξισμός δεν απορρίπτει τη σπουδαιότητα της οργανωμένης συνειδητής πρωτοπορίας, δεν αποτελεί απόρριψη αλλά ανασυγκρότηση/υπέρβαση του μπλανκισμού
Σε αντίθεση με μια μεταμοντέρνα (και όχι μόνο) άποψη που αντιλαμβάνεται τα δίπολα πολιτικού-κοινωνικού υποκειμένου και αυθόρμητου-συνειδητού ως αμοιβαίως αποκλειόμενα, η Κομμούνα ήταν μια εξέγερση με παρόντα όλα τα ρεύματα του προλεταριάτου και με σαφή πολιτική πρωτοπορία. Εξάλλου, όλες οι επαναστάσεις της νεωτερικότητας είχαν ως κύριο γνώρισμά τους ένα πολιτικό υποκείμενο που, οργανωμένο διακριτά από τις μάζες, στη βάση ενός συνειδητού σχεδίου οικοδόμησης και κοινής ιδεολογικής αναφοράς, εξέφραζε διαμεσολαβημένα το γενικό συμφέρον του κοινωνικού υποκειμένου. Για αυτό και τα αποτελέσματα των επαναστάσεων, ανεξάρτητα από το κοινωνικό τους περιεχόμενο, βαραίνουν εν τέλει πρωτίστως τα πολιτικά υποκείμενα.
Η Κομμούνα σήμερα
Η σύγχρονη μαρξιστική σκέψη, παρά τις πολλαπλές πτυχές της Κομμούνας, οφείλει να οριοθετηθεί ξεκάθαρα από απόψεις που προσεγγίζουν την εξέγερση σαν υπόδειγμα αντεξουσιαστικού κοινοτισμού, σαν αυθόρμητη εξέγερση χωρίς πολιτική πρωτοπορία, εν τέλει σαν τον ιδεότυπο μιας «φωτεινής» προλεταριακής επανάστασης που αντιπαραβάλεται με τις «σκοτεινές», νικηφόρες ή μη, επαναστάσεις του 20ου αιώνα.
Η σύγχρονη μαρξιστική σκέψη αναγνωρίζει και εμπνέεται από την Κομμούνα θεωρώντας την ιστορική μορφή της δικτατορίας του προλεταριάτου. Η συντριβή του σκληρού πυρήνα του αστικού κράτους και η δημιουργία ένοπλων πολιτοφυλακών, η αντικατάσταση του κοινοβουλευτισμού από εργατικά συμβούλια και η άρση της διάκρισης των εξουσιών, η αιρετότητα και η ανακλητότητα των αντιπροσώπων και η εξίσωση των βουλευτικών μισθών με το μέσο εργατικό μισθό, αποτελούν τυπολογικά χαρακτηριστικά της Κομμούνας που αποτελούν και σήμερα, 150 χρόνια μετά, ένα αναγκαίο σημείο εκκίνησης.
Το 1848 ως προεικόνιση της Κομμούνας
Η γαλλική κοινωνία αποτελεί τον ιδεότυπο της ταξικής συγκρότησης της αστικής κοινωνίας που, δυνητικά, κυοφορεί στους κόλπους της την άρνησή της. Σε ένα διάστημα περίπου 80 ετών (1789-1871) συγκλονίζεται από μια χορογραφική αλληλουχία επαναστάσεων-αντεπαναστάσεων και αναμφίβολα συμπυκνώνει ανάγλυφα τη δυναμική της πάλης των τάξεων και τον τρόπο αποκρυστάλλωσής της στις μορφές του κράτους.Η Γαλλική Επανάσταση υπήρξε ιδεολογικά ένα γεγονός με καθολικό ηθικοπαιδαγωγικό χαρακτήρα που παρήγαγε το πολιτικό εποικοδόμημα της αστικής κοινωνίας αλλά και ανέδειξε, ήδη από το 1793, το ταξικό όριο της αστικής δημοκρατίας.
Από την προλεταριακή κριτική στα ανθρώπινα δικαιώματα και το αίτημα για ολοκλήρωση της επανάστασης από τους Μπαμπέφ-Μπουαναρρότι και τις πολιτικές λέσχες των πρώιμων κομμουνιστών (ριζοσπαστική πτέρυγα των Γιακωβίνων, Συνωμοσία των Ίσων) ως μορφών συγκρότησης της πολιτικής πρωτοπορίας, μέχρι τις επαναστάσεις/αντεπαναστάσεις του 1848 και την Παρισινή Κομμούνα του 1871, το παρελθόν-φορτίο της Γαλλικής Επανάστασης παραμένει ζωντανό. Το επαναστατικό κομμουνιστικό κίνημα του 19ου αιώνα στη Γαλλία θα προσδιοριστεί από την εμβληματική προσωπικότητα του Μπλανκί και το πολιτικό ρεύμα του μπλανκισμού εμφανίζεται ως κληρονόμος της ριζοσπαστικής πτέρυγας της Γαλλικής Επανάστασης. Οι μπλανκιστές, ως πολιτική πρωτοπορία του προλεταριάτου, θα πρωταγωνιστήσουν στα οδοφράγματα του Φλεβάρη αλλά και στην αιματηρή εξέγερση του Ιούνη του 1848, επανοηματοδώντας το περιεχόμενο της δημοκρατίας και την κληρονομιά του 1789-93.
Ο Ιούνης του 1848, αναδεικνύοντας επώδυνα την αντίθεση ανάμεσα στην αφηρημένη μορφή της αστικής δημοκρατίας και στο πραγματικό ταξικό περιεχόμενό της, αποτελεί το αιματηρό λίκνο της συγκρότησης του προλεταριάτου ως ανταγωνιστικού πολιτικού υποκειμένου. Ο κόκκινος Ιούνης είναι η πρώτη πρόβα για μια έφοδο στον ουρανό που προαναγγέλλει την Κομμούνα.
Μπλανκί: Κόκκινη σημαία και όχι τρίχρωμη
O Μπλανκί, μετά την επανάσταση του Φλεβάρη 1848, με τη διακήρυξή του προειδοποιεί για την πραγματική σημασία της αστικής («τρίχρωμης») δημοκρατίας προτάσσοντας την κόκκινη σημαία.
«Για την κόκκινη σημαία (26/2/1848)
Δεν είμαστε πλέον στο (17)93. Βρισκόμαστε στο 1848. Η τρίχρωμη σημαία (στΜ: εννοεί τα τρία χρώματα της γαλλικής σημαίας) δεν είναι η σημαία της δημοκρατίας, αλλά εκείνη του Λουδοβίκου Φίλιππου και της μοναρχίας. Αυτή η σημαία προΐστατο στις σφαγές στην οδό Τρασνονέν, στο προάστιο του Βεζ, στο Σεν Ετιέν. Έχει βουτηχτεί είκοσι φορές στο αίμα των εργατών.
Ο λαός σήκωσε τις κόκκινες σημαίες στα οδοφράγματα του ‘48, όπως τις είχε κρατήσει ψηλά στα οδοφράγματα τον Ιούνιο του 1832, τον Απρίλιο του 1834, τον Μάιο του 1839. Οι κόκκινες σημαίες, που έλαβαν το διπλό βάπτισμα, της ήττας και της νίκης, θα είναι εφεξής οι σημαίες μας.
Χθες ακόμα ανέμιζαν ένδοξα μπροστά από τα κτίρια μας. Σήμερα, η αντίδραση κυλά στη λάσπη τις σημαίες μας και έχει το θράσος να τις συκοφαντεί.
Λένε ότι είναι οι σημαίες του αίματος. Είναι κόκκινες από το αίμα των μαρτύρων, έτσι έγιναν παράδειγμα για τη δημοκρατία. H πτώση τους, αποτελεί προσβολή του λαού και βεβήλωση των νεκρών.
Ήδη η αντίδραση εξαπολύεται. Την αναγνωρίζουμε από τη βιαιότητά της. Οι άντρες της βασιλικής φρουράς περιπολούν στους δρόμους και με απειλές και προσβολές, αφαιρούν τα κόκκινα σύμβολα από το πέτο των πολιτών.
Προλετάριοι, είναι η δική σας σημαία που πέφτει. Ακούστε με προσοχή! Η δημοκρατία δεν θα αργήσει να ακολουθήσει».
Μετάφραση Δ.Τζαρέλλας