Χρίστος Κρανάκης
Το μεγαλειώδες κίνημα που αναπτύχθηκε, με τη δημοσιοποίηση των εικόνων από τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ, επέβαλε και ντην καταδίκη του φονιά. Ωστόσο, το πρόβλημα του ρατσισμού και της κρατικής και αστυνομικής βίας παραμένει αμείωτο.
Αίσθημα χαράς και δικαίωσης γέννησε σε εκατομμύρια ανθρώπους, στις ΗΠΑ και ανά τον κόσμο, η καταδικαστική απόφαση για τον αστυνομικό που δολοφόνησε τον Τζόρτζ Φλόιντ, τον περασμένο Μάιο στη Μινεάπολη. Μετά από δύο πολύωρες συνεδριάσεις, οι ένορκοι έκριναν ένοχο και για τις τρεις κατηγορίες τον Ντέρεκ Σόβιν, ο οποίος πλέον απειλείται με πολυετή ποινή κάθειρξης.
Αναμφισβήτητα, η ύπαρξη οπτικοακουστικού υλικού και δεκάδων αυτοπτών μαρτύρων δεν άφησαν μεγάλο περιθώριο νομικών ελιγμών στους δικηγόρους του Σόβιν. Παρ’ όλα αυτά, το ποιοτικό στοιχείο που επικύρωσε και διασφάλισε την καταδίκη δεν ήταν άλλο από τα ισχυρά κοινωνικά κινήματα που αναπτύχθηκαν μετά τη δολοφονία Φλόιντ ενάντια στην αστυνομική βία, τις φυλετικές διακρίσεις αλλά και την οικονομική ανισότητα. Η επιθετική επανεμφάνιση του Black Lives Matter (BLM), η συνένωση (αν και μερική) εργαζομένων-νεολαίας-μειονοτήτων και η σκιαγράφηση αιτημάτων απέναντι στο αστυνομικό και ρατσιστικό κράτος των ΗΠΑ, «έσπασαν», έστω και προσωρινά, την αρνητική παράδοση που θέλει τα περιστατικά αστυνομικής βαρβαρότητας να μένουν ατιμώρητα. Αυτός είναι και ο λόγος που από τη Μινεάπολη μέχρι τον «μαγικό κόσμο» του NBA, η είδηση της καταδίκης του Σόβιν δεν πέρασε στα «ψιλά» ως κάτι «αναμενόμενο» αλλά αντίθετα αγκαλιάστηκε σαν νίκη του κινήματος.
Παρ’ ότι, όμως, η δίκη για τη δολοφονία Φλόιντ αποτέλεσε σημαντικό κόμβο στην πολιτική ιστορία των ΗΠΑ, η «πανδημία» της κρατικής βίας συνεχίζει να μαστίζει τη χώρα. Η πρόσφατη εναλλαγή εξουσίας αντιμετωπίστηκε με αισιοδοξία από μεγάλο μέρος των προοδευτικών πολιτών και των Αφροαμερικάνων, οι οποίοι ήλπισαν πως ο πιο μετριοπαθής –έναντι του Τραμπ– Τζο Μπάιντεν θα καταφέρει να μειώσει τα επίπεδα αστυνομικής αυθαιρεσίας. Για ακόμα μία φορα, ωστόσο, διαφαίνεται πως η βία αποτελεί αναπόσπαστη αλληλουχία στο DNA του αμερικανικού κράτους και καμία κυβέρνηση δεν θέλει ή μπορεί να αναμετρηθεί ουσιαστικά με το ζήτημα. Η προεδρία Μπάιντεν σε καμία περίπτωση δεν έχει ανακόψει τον κύκλο, καθώς συνεχίζονται οι δολοφονίες υπόπτων και συλληφθέντων από τις αστυνομικές αρχές, με τα μεγαλύτερα ποσοστά νεκρών να ανήκουν –όπως πάντα– σε φυλετικές μειονότητες. Ιδιαίτερα, τα τρία τελευταία περιστατικά με τις δολοφονίες δύο ανήλικων παιδιών και ενός 20χρονου ανέσυραν μνήμες από τη δολοφονία Φλόιντ και δημιούργησαν νέο γύρο εντάσεων.
Όπως είναι γνωστό, στις 29 Μαρτίου ο 13χρονος Άνταμ Τολέντο έπεσε νεκρός από πυροβολισμό αστυνομικού στο Σικάγο κατά τη διάρκεια καταδίωξης. Παρότι οι Αρχές υποστηρίζουν πως ο 13χρονος οπλοφορούσε, το βιντεοσκοπημένο υλικό –που δημοσιοποιήθηκε αρκετές μέρες αργότερα– μάλλον διαψεύδει την επίσημη εκδοχή της αστυνομίας. Στις 11 Απριλίου στη Μινεάπολις, λίγα χιλιόμετρα από τον χώρο που εκδικαζόταν η δολοφονία Φλόιντ, λευκή αστυνομικός πυροβόλησε και σκότωσε τον 20χρονο αφροαμερικάνο, Ντόντε Ράιτ, γεγονός που πυροδότησε ολονύχτιες συγκρούσεις διαδηλωτών με την αστυνομία, επιθέσεις σε δημοσιογραφικά συνεργεία (CNN) αλλά και την επέμβαση της εθνοφρουράς. Τέλος, λίγες ώρες πριν την ανάγνωση της ετυμηγορίας για τον Σόβιν, δύο αστυνομικοί δολοφόνησαν τη 16χρονη –επίσης αφροαμερικανή– Μακάια Μπράιαντ, στο Οχάιο. Τα περιστατικά αυτά αποτυπώνουν εμφατικά πως το δόγμα των δολοφονικών συλλήψεων/εφόδων και οι ρατσιστικές προκαταλήψεις αποτελούν δομικό… υλικό της αμερικανικής αστυνομίας.
Χιλιάδες κόσμου που είχε συγκεντρωθεί στη Μινεάπολη και άλλες πόλεις την ημέρα ανακοίνωσης της ετυμηγορίας, ξέσπασαν με δάκρυα χαράς και πανηγυρισμούς
Η ακαμψία του αμερικανικού κράτους σε αυτά τα θέματα και οι «κάλπικες» προεκλογικές υποσχέσεις του Μπάιντεν δημιουργούν, έτσι, νέες και αναβαθμισμένες υποχρεώσεις για το κίνημα στην Αμερική. Η λογική του αντι-Τραμπ μετώπου, που σε κάποιες περιπτώσεις μεταφράστηκε και σε καθολική στήριξη του Μπάιντεν, αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα καθίζησης της κοινωνικής αναταραχής και εν τέλει οδήγησε στην ενσωμάτωση πλατιών λαϊκών τμημάτων στα διλήμματα των Δημοκρατικών. Η αδυναμία καθολικής σύνδεσης –παρά τις αξιόλογες προσπάθειες από μέρος του BLM και αριστερόστροφες οργανώσεις– των διαφορετικών υποκειμένων που ζουν στις ΗΠΑ, έδωσε τον χώρο στους Δημοκρατικούς να εμφανιστούν σαν «βαλβίδα εκτόνωσης» της κοινωνικής οργής.
Το μεγάλο στοίχημα για τη συγκρότηση ενός ριζοσπαστικού και διαρκούς κινήματος στις ΗΠΑ, που δεν θα υποτάσσεται σε άνευρα «δημοκρατικά μέτωπα» παραμένει ανοιχτό. Σίγουρα δε, όπως έδειξε και η καταδίκη του Σόβιν, η ελπίδα παραμένει ζωντανή…