Μπάμπης Συριόπουλος
Η βάρβαρη επίθεση της αστυνομίας ενάντια σε οικογένειες και νέους, που βρίσκονταν στην πλατεία της Ν. Σμύρνης, δείχνει την έκταση της αστυνομικής αυθαιρεσίας. Η εντελώς απρόκλητη, «προληπτική» διάλυση των συγκεντρώσεων στο Σύνταγμα στις 5 και 6 Μάρτη με χρήση χημικών και του «Αίαντα» και με συλλήψεις δεκάδων διαδηλωτών έρχεται να συμπληρώσει το όργιο καταστολής του τελευταίου διαστήματος με απαγορεύσεις και αστυνομική περικύκλωση συγκεντρώσεων, πρόστιμα καθώς και τη λογοκρισία των ιδιωτικών και όχι κοινωνικών, όπως λέγεται, μέσων του διαδικτύου.
Η δολοφονική κυβερνητική αδιαλλαξία απέναντι στα δίκαια και νόμιμα αιτήματα του φυλακισμένου Δ. Κουφοντίνα και η αντιμετώπιση του κινήματος υποστήριξης σ’ αυτά τα αιτήματα είναι μια πλευρά του κυβερνητικού δόγματος «νόμος-τάξη-φτώχεια» που εφαρμόζεται στις πλάτες της εργαζόμενης πλειονότητας και του κινήματός της, ιδίως την τελευταία χρονιά με την αξιοποίηση της πανδημίας. Η κυβέρνηση της ΝΔ εκμεταλλευόμενη αυτή τη συγκυρία επιχειρεί να πετύχει μια στρατηγική νίκη ενάντια στην πραγματική 17η Νοέμβρη του 1973, στους αγώνες και το ριζοσπαστισμό της μεταπολίτευσης και στον εργατικό και λαϊκό ξεσηκωμό ενάντια στα μνημόνια από το 2010 και μετά. Επιδιώκει να «μηδενίσει το κοντέρ», με εργαζόμενους να δουλεύουν χωρίς υπερωρίες και δικαίωμα απεργίας, με φοιτητές σε αστυνομοκρατούμενα πανεπιστήμια και με δρόμους και δημόσιους χώρους διαθέσιμους μόνο για την απρόσκοπτη λειτουργία της αγοράς.
Η κυβέρνηση εφαρμόζει, με υπερβάλλοντα ζήλο είναι αλήθεια, την κυρίαρχη πολιτική στο πλαίσιο του σύγχρονου ολοκληρωτικού καπιταλισμού που θέτει ως μοναδικό κριτήριο τη μέγιστη απόσπαση υπεραξίας από το κεφάλαιο και αντιμετωπίζει οτιδήποτε άλλο ως εμπόδιο. Η πραγματικότητα του κοινοβουλευτικού ολοκληρωτισμού, των αστικών δημοκρατιών που αργοπεθαίνουν σιωπηλά κρατώντας το τυπικό τους περίβλημα, αλλά σε μια διαρκή κατάσταση έκτακτης ανάγκης, είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο και διαπερνά όλα τα αστικά κόμματα εξουσίας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση σιωπά με τον ενδεχόμενο θάνατο φυλακισμένου απεργού πείνας στο έδαφός της μετά από 40 χρόνια. Αν αυτό συνέβαινε στη Ρωσία, στην Κίνα ή ακόμα και στην Ουγγαρία του ακροδεξιού Όρμπαν μπορούμε να φανταστούμε τι θα λεγόταν. Πόσος άκαμπτος δογματισμός χαρακτηρίζει την ευρωπαϊκή αριστερά που αρνείται να συγκρουστεί μέχρι τέλους με αυτή τη σύγχρονη «Ιερή Συμμαχία»;
Το σύγχρονο δημοκρατικό ζήτημα δεν αφορά μια ανολοκλήρωτη αστική δημοκρατία ή μια εκτροπή από την κανονικότητά της, αλλά τη σημερινή ουσία της
Το σύγχρονο δημοκρατικό ζήτημα δεν αφορά μια ανολοκλήρωτη αστική δημοκρατία ή μια εκτροπή από την κανονικότητά της, αλλά τη σημερινή ουσία της, δεν αφορά μόνο τη σημερινή κυβέρνηση αλλά και την προηγούμενη των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που έστρωσε το δρόμο στη ΝΔ διαψεύδοντας τις ελπίδες για έναν άλλο δρόμο και βυθίζοντας ένα μεγάλο κομμάτι του λαού στην απάθεια και τελικά στη συντηρητικοποίηση. Δεν αφορά μόνο την ικανοποίηση των δίκαιων αιτημάτων του Δ. Κουφοντίνα απέναντι στον κυνισμό και την αδιαλλαξία της κυβέρνησης που περιφρονεί τη ζωή όχι μόνο του συγκεκριμένου κρατούμενου αλλά και των χιλιάδων θυμάτων της πανδημίας. Δεν αφορά επίσης μόνο μειοψηφίες και «ακραία στοιχεία» αλλά τα δημοκρατικά δικαιώματα των εργαζόμενων και της νεολαίας, αναγκαία για την καθημερινή πάλη τους ενάντια στο κεφάλαιο. Η «ελευθερία» πάει μαζί με το «ψωμί», την «παιδεία» και την «υγεία» και δεν είναι πολυτέλεια. Η επίθεση της αστυνομίας στη Ν. Σμύρνη φανερώνει ότι ούτε ο κυριακάτικος περίπατος στην πλατεία δεν είναι αυτονόητος. Η απομόνωση του άμεσου και κρίσιμου αιτήματος της απεργίας πείνας του Δ. Κουφοντίνα δυσκολεύει τη γενικότερη πάλη ενάντια στην πολιτική κυβέρνησης-κεφαλαίου και τη νίκη στο συγκεκριμένο ζήτημα καθώς εμφανίζει αυτό το κίνημα ξεκομμένο από τις αγωνίες της κοινωνικής πλειονότητας. Ο εγκλωβισμός σε ένα μόνο στόχο διευκολύνει και το ΣΥΡΙΖΑ που αν και κομμάτι του αστικού αντιδραστικού δικομματισμού παρουσιάζεται ανέξοδα ως η αστική, αντιλαϊκή αλλά έστω και ελάχιστα πιο ανεκτή, εφικτή λύση.
Η πάλη ενάντια στην κυβερνητική δολοφονική αδιαλλαξία απέναντι στον απεργό πείνας Δ. Κουφοντίνα χρειάζεται να συνδεθεί με το σύνολο των στόχων ενάντια στον κοινοβουλευτικό ολοκληρωτισμό της εποχής μας, ενάντια στον περιορισμό -κατάργηση στην πράξη- του δικαιώματος των συναθροίσεων, στην απαγόρευση των μετακινήσεων και στον εγκλεισμό στο σπίτι, στον περιορισμό του δικαιώματος της απεργίας, στην τηλεργασία και στην τηλεκπαίδευση, στην πανεπιστημιακή αστυνομία, στη λογοκρισία στο διαδίκτυο. Ο αγώνας για τις λαϊκές ελευθερίες και για τα δημοκρατικά δικαιώματα, συλλογικά και ατομικά, είναι αναγκαία πλευρά της συνολικής πάλης για την ανατροπή της πολιτικής που απογειώνει την εκμετάλλευση και συντρίβει καθημερινά τη ζωή της εργατικής τάξης, της νεολαίας, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, των μεταναστών και των προσφύγων. Αυτός ο αγώνας αφορά την εργαζόμενη πλειονότητα, μπορεί να εκφράσει ευρύτερες λαϊκές μάζες και οργανώσεις του μαζικού κινήματος και όχι μόνο των «μυημένων» και «ειδικών» στην αντικατασταλτική πάλη. Αυτός ο αγώνας μπορεί να υπερβεί τη στενότητα των «αντιδεξιών μετώπων» πάσης φύσεως με τη λογική «να φύγει η δεξιά και μετά βλέπουμε». Το είδαμε αυτό το έργο πολλές φορές και κάθε σίκουελ είναι χειρότερο από το προηγούμενο. Αυτή η συνολική πάλη μπορεί να νικήσει και στον άμεσο στόχο της ικανοποίησης των δίκαιων αιτημάτων της απεργίας πείνας του Δ. Κουφοντίνα.
Αυτή η συνολική πάλη μπορεί να νικήσει και στον άμεσο στόχο της ικανοποίησης των δίκαιων αιτημάτων της απεργίας πείνας του Δ. Κουφοντίνα
Η κυβέρνηση εμφανίζει τους χιλιάδες διαδηλωτές κατά της κυβερνητικής δολοφονικής αδιαλλαξίας ως υποστηρικτές της 17Ν και της ατομικής τρομοκρατίας. Κραυγάζουν σε όλους τους τόνους «ή με εμάς ή με το δολοφόνο», προσπαθώντας να απομονώσουν και να χτυπήσουν το κίνημα. Η ταύτιση της πραγματικής 17ης Νοέμβρη του 1973 με την καρικατούρα της «17Ν» διευκολύνει την κυβέρνηση σ’ αυτή της την επιδίωξη στο συγκεκριμένο ζήτημα αλλά όχι μόνο. Τα γεγονότα του Πολυτεχνείου το ’73 ήταν μια νεολαιίστικη και λαϊκή εξέγερση που κλόνισε τη δικτατορία και άφησε βαθύ ίχνος στην ελληνική κοινωνία που προσπαθούν μάταια να σβήσουν μέχρι σήμερα, και όχι έργο μιας ομάδας «επαγγελματιών» της ατομικής βίας.
Την ιστορία τη γράφουν οι εργατικές και λαϊκές μάζες. Αυτές, οι οργανώσεις τους και οι πρωτοπορίες τους κάνουν τις ανατροπές και τις επαναστάσεις, αυτές είναι υπεύθυνες για τις κατακτήσεις και τις νίκες, αυτές για τις ήττες, ηρωικές ή ταπεινωτικές, αυτές για τις υποχωρήσεις και τους συμβιβασμούς. Αυτές μόνο μπορούν να υπερβούν τις ανεπάρκειες και τις αδυναμίες του κινήματός τους και να αντιστρέψουν τις ήττες. Αυτές μπορούν να περιγελάσουν τις πρότερες αυταπάτες και ψευδαισθήσεις τους για τους «εύκολους δρόμους» και να διανοίξουν νέους, όχι οι αυτόκλητοι σωτήρες. Αυτές θα διαλύσουν την ομίχλη της απελπισίας και την αίσθηση του αδιεξόδου. Αυτές θα ξαναβάλουν στο τραπέζι το ζήτημα της ατομικής ιδιοκτησίας και θα ξαναζωντανέψουν τον κομμουνισμό ως πραγματικό κίνημα. Οι αναγκαίες επαναστατικές κομμουνιστικές πρωτοπορίες συγκροτούνται και δρουν εντός τους και όχι μακριά και από πάνω τους. Η πάλη ενάντια στη «σιδερένια φτέρνα» του κεφαλαίου και η υπεράσπιση των ελευθεριών τους και των δικαιωμάτων τους είναι δικό τους έργο και κάθε άμεση νίκη μόνο έτσι μπορεί να επιτευχθεί.