Αναδείχθηκε η αναβίωση του συνδικαλιστικού της Ασφάλειας και η στοχοποίηση αγωνιστών
«Δε σκύβουμε το κεφάλι. Άλλοι πρέπει να τρέμουν και να φοβούνται και έχουν τη χλεύη μας. Εμείς στον αγώνα, στο δρόμο, γιατί η ιστορία γράφεται με αγώνες, ρήξη και ανατροπή». Αυτή είναι η πρώτη δήλωση του Θανάση Αγαπητού σε μεγάλο πλήθος συγκεντρωμένων έξω από τα δικαστήρια της Θεσσαλονίκης.
του Κώστα Γούση
Λίγο πριν, μαζί με τους δημοτικούς υπαλλήλους Σαράντη Αρβανίτη και Θωμά Κυρατζόπουλο είχαν βγει από τη δικαστική αίθουσα καταχειροκροτούμενοι μετά την πανηγυρική αθωωτική απόφαση για όλες τις κατηγορίες. Από τις καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισης, μέχρι τις απολογίες και τις αγορεύσεις των συνηγόρων, η δίκη αποτέλεσε ένα δριμύ «κατηγορώ» ενάντια στις πολιτικές διώξεις του μαχόμενου συνδικαλιστικού και εργατικού κινήματος. Σ’ αυτό συνέβαλε και η στάση των ίδιων των κατηγορουμένων και ιδιαίτερα η πολιτική απολογία του Θ. Αγαπητού, στην οποία υπερασπίστηκε τις αρχές του κινήματος, δήλωσε ανυποχώρητος και συγκίνησε όλο το δικαστήριο.
Το γεγονός ότι η δικογραφία σχηματίστηκε χωρίς προηγούμενη εισαγγελική παραγγελία, αλλά με αυτόνομη πρωτοβουλία της κρατικής ασφάλειας και το ότι οι εργαζόμενοι κρατήθηκαν το βράδυ μετά τη σύλληψή τους χωρίς να έχει λάβει γνώση ο εισαγγελέας, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ένα κομμάτι των διωκτικών μηχανισμών έχει αυτονομηθεί, ενώ έχει κατ’ ουσία αναβιώσει το συνδικαλιστικό της ασφάλειας και το τμήμα δίωξης κομμουνιστών, όπως κατήγγειλαν στις αγορεύσεις τους η Αρετή Σκουνάκη και ο Γιάννης Τζαμαδάνης, συνήγοροι υπεράσπισης του Θ. Αγαπητού. Στην περίπτωσή του μάλιστα, κατέστη ολοφάνερο ότι η δίωξή του αποτελεί ξεκάθαρη πολιτική στοχοποίηση. Ο μάρτυρας κατηγορίας, εκ μέρους της ασφάλειας, δέχθηκε ότι γνωρίζει το Θ. Αγαπητό από την πολιτική και συνδικαλιστική του δράση, ενώ ακόμη και η εισαγγελέας στην αγόρευσή της, αν και πρότεινε την ενοχή των κατηγορουμένων για τις 2 από τις 3 κατηγορίες, αποδέχθηκε ότι ο Θ. Αγαπητός μάλλον βρέθηκε στο εδώλιο εξαιτίας της αναγνωρισιμότητάς του. Σε σχέση τέλος με τους διωκτικούς μηχανισμούς της ασφάλειας και τη δακτυλοσκόπηση, την οποία αρνήθηκε ο Θ. Αγαπητός, ο μάρτυρας κατηγορίας αποδέχθηκε ότι τα δακτυλικά αποτυπώματα των συλληφθέντων χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία βάσης δεδομένων.
Οι δεκάδες μάρτυρες υπεράσπισης των κατηγορουμένων από την ΑΔΕΔΥ, ομοσπονδίες (ΟΛΜΕ, ΔΟΕ), σωματεία ΟΤΑ, δημοτικοί και περιφερειακοί σύμβουλοι (μεταξύ αυτών και ο Γιάννης Κούτρας), βουλευτές από τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ και τους Ανεξάρτητους Έλληνες, έδειξαν το εύρος της πολιτικής, κινηματικής και συνδικαλιστικής υπεράσπισης. Στην κατάθεσή του εκ μέρους του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ο Ά. Χάγιος τόνισε πως εξέχουσες μορφές της γενιάς της Αντίστασης και του Πολυτεχνείου δηλώνουν εξαιρετικά ανήσυχοι για την παραβίαση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και λαϊκών ελευθεριών και δήλωσε πως «η αντίσταση των εργαζόμενων στις μέρες μας θα γιορτάζεται στο μέλλον από τα παιδιά και το λαό, όπως σήμερα τιμώνται τα γεγονότα του Πολυτεχνείου».
Το αποτέλεσμα όμως δεν κρίθηκε μόνο την ώρα της δίκης. Η έκβαση καθορίστηκε κυρίως από το πρωτόγνωρο κύμα αλληλεγγύης, μια πραγματική ασπίδα προστασίας των εργαζομένων. Από την πρώτη στιγμή η δίωξη αναδείχθηκε σε κορυφαίο πολιτικό ζήτημα με πάνω από 150 ψηφίσματα από συλλόγους, σωματεία, ομοσπονδίες, εργατικές συλλογικότητες, επιτροπές κατοίκων και αριστερές κινήσεις πόλης. Πάνω από 2.500 υπογραφές μαζεύτηκαν σε μία μόνο εβδομάδα. Δεκάδες άρθρα, παρεμβάσεις πανεπιστημιακών, προσωπικοτήτων της Αριστεράς και του μαζικού κινήματος και ανθρώπων των τεχνών και των γραμμάτων. Και το μήνυμα προφανώς πέρασε τα σύνορα. Ανακοινώσεις οργανώσεων, συνδικάτων, συνδικαλιστών, επιστημόνων, νομικών και βουλευτών, όπως η σημαντική δήλωση στήριξης 5 βουλευτών του γερμανικού κοινοβουλίου έδειξαν ότι η διεθνιστική αλληλεγγύη ήταν εξίσου αμέριστη.
Ένας επιπλέον παράγοντας ήταν η μαζική κινητοποίηση στο δρόμο με δύο μεγάλες διαδηλώσεις στη Θεσσαλονίκη και δύο μοτοπορείες στην Αθήνα (με τη συμβολή των Αγανακτισμένων Μοτοσυκλετιστών Ελλάδας) και οι πρωτόγνωρες συγκεντρώσεις έξω από τα δικαστήρια. Σ’ αυτό συνέβαλαν οι στάσεις εργασίας, αλλά και η πολύ σημαντική απόφαση της ΟΕΝΓΕ για 24ωρη απεργία αλληλεγγύης στους διωκόμενους. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε ανακοίνωσή της τόνισε πως η αθώωση «ήταν μια νίκη του λαού που υπερασπίστηκε το δικαίωμά του να αγωνίζεται και παράλληλα μια ήττα της κυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ και των μηχανισμών της … Συνεχίζεται ο αγώνας για να σταματήσουν οι διώξεις αγωνιστών, όπως οι 16 φοιτητές που συνέλαβε η αστυνομία όταν χτύπησε τα μπλοκ των φοιτητικών συλλόγων της Θεσσαλονίκης μετά την πορεία του Πολυτεχνείου, οι εργαζόμενοι του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και της Δωδώνης».