ΜΑΝΟΣ ΣΚΟΥΦΟΓΛΟΥ-ΟΚΔΕ ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ, ΚΣΕ ΑΝΤΑΡΣΥΑ
Μη συμβιβάσιμη η διαφωνία ΑΝΤΑΡΣΥΑ-Σχεδίου Β’
Η διαδικασία της µετωπικής συµπόρευσης απασχολεί εδώ και µήνες τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Το σχέδιο της συµπόρευσης, όπως αποτυπώνεται και στο κείµενο της Β΄ Συνδιάσκεψης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, επιχειρούσε να φέρει κοντά τις δυνάµεις της επαναστατικής και αντικαπιταλιστικής αριστεράς που είναι ακόµα διάσπαρτες παρά την κεντροµόλο δύναµη την οποία ασκεί στο χώρο η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και να ενισχύσει τη γείωσή τους στις τάξεις των εργαζοµένων. Αντί γι’ αυτό όµως η διαδικασία της συµπόρευσης κατέληξε να είναι τροχοπέδη στην αυτόνοµη δράση του αντικαπιταλιστικού χώρου.
Κατ’ αρχάς από νωρίς η διαδικασία της συµπόρευσης περιορίστηκε βασικά στο Σχέδιο Β΄, που είναι ασφαλώς πολύ ιδιότυπο µόρφωµα. Με ασθενείς κοινωνικές ρίζες αλλά εύκολη πρόσβαση στα ΜΜΕ, λόγω της προσωπικότητας του Αλέκου Αλαβάνου, το Σχέδιο Β΄ είναι εκ φύσεως επιρρεπές σε µια αρχηγική λειτουργία. Η δε αρθρογραφία των βασικών του στελεχών, όπως και οι ανακοινώσεις του, δείχνουν ότι η ρήξη µε τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ στο θέµα του ευρώ, όσο ευπρόσδεκτη κι αν είναι, δεν επαρκεί για να κάνει κάποιον αντικαπιταλιστή.
Οι διαφωνίες µεταξύ ΑΝΤΑΡΣΥΑ και Σχεδίου Β΄ εµφανίστηκαν γρήγορα στην επίπονη διαδικασία των διαπραγµατεύσεων. Το Σχέδιο Β΄ αρνείται να θέσει τον πολιτικό στόχο της αποδέσµευσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, θεωρώντας ότι η κοινωνική συνείδηση δεν είναι έτοιµη για κάτι τέτοιο. Αρνείται να µιλήσει καθαρά για τη νοµιµοποίηση όλων των µεταναστών και για ίσα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώµατα σε έλληνες και µετανάστες εργάτες, υποκύπτοντας σε φοβικά αντανακλαστικά. Θεωρεί ότι δεν είναι εφικτή η ολική διαγραφή χρέους, µε επιχειρήµατα όπως ότι τρίτες χώρες θα µπορούσαν να µπλοκάρουν τις ελληνικές εξαγωγές (η αποδοχή του αιτήµατος για ολική διαγραφή στα κείµενα της συµπόρευσης υπήρξε απρόθυµη και, κατά τη δήλωση των ίδιων των εκπροσώπων του, δεν απηχεί τις απόψεις του).
Αυτά ήταν τα πλέον επίµαχα σηµεία της συζήτησης. Ειδικότερα στα δύο πρώτα δεν έχουν επιτευχθεί διατυπώσεις κοινής αποδοχής. ∆εν είναι όµως τα µόνα σηµεία ουσιαστικής διαφωνίας. Στην πραγµατικότητα κανένας φραστικός συµβιβασµός δεν επαρκεί για να καλύψει τις πραγµατικές αποκλίσεις, που στην ουσία αφορούν το συνολικό προσανατολισµό των δύο εγχειρηµάτων. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πιστεύει ότι αναπόσπαστο τµήµα των αναγκαίων πολιτικών καθηκόντων σήµερα είναι να εξηγούµε στους εργαζόµενους ότι η ρίζα των προβληµάτων δεν βρίσκεται απλώς σε κάποιο µοντέλο διαχείρισης αλλά στο ίδιο το καπιταλιστικό σύστηµα. Το Σχέδιο Β΄ θεωρεί ότι αυτό που χρειάζεται είναι ένα πρόγραµµα έκτακτης ανάγκης για τη «σωτηρία της χώρας», το οποίο σε αυτό το στάδιο δεν σηµαίνει ρήξη µε τον καπιταλισµό. ∆εν είναι τυχαίες οι συνεχείς αναφορές του επικεφαλής του στα παραδείγµατα του Κίρχνερ στην Αργεντινή, του Ελευθέριου Βενιζέλου, ακόµα και του κρατικού προστατευτισµού της σύγχρονης καπιταλιστικής Ιαπωνίας. Για το Σχέδιο Β΄ η έξοδος από το ευρώ δεν έχει το χαρακτήρα της ρήξης µε τους θεσµούς του κεφαλαίου και του ιµπεριαλισµού, αλλά την έννοια της ανάκτησης µιας εθνικής νοµισµατικής πολιτικής για την έξοδο της χώρας από την κρίση, µε εργαλεία κεϊνσιανισµού, γι’ αυτό άλλωστε και αποσυνδέεται από το ζήτηµα της ΕΕ.
Η κεντρικότερη διαφωνία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ µε το Σχέδιο Β΄, λοιπόν, αφορά τη σχέση µε τους θεσµούς. Είναι δυνατή µια προοδευτική «διακυβέρνηση» µε βάση ένα προσεκτικά καταρτισµένο «σχέδιο Β΄» εντός του καπιταλισµού; Ή αντιθέτως τα συµφέροντα των εργαζοµένων είναι ασυµβίβαστα µε τους αστικούς θεσµούς, κρατικούς και υπερεθνικούς;
Αυτή η διαφωνία είναι ουσιαστικά µη συµβιβάσιµη. Με τους συντρόφους µπορούµε να δουλέψουµε στο µαζικό κίνηµα, αλλά δεν µπορούµε να συνυπάρξουµε σε ένα πολιτικό µέτωπο. ∆υστυχώς αυτή την απλή διαπίστωση δεν την κάνουν όλες οι δυνάµεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ προχωρώντας σε υποχωρήσεις απέναντι στο Σχέδιο Β΄ που αλλοιώνουν την πολιτική φυσιογνωµία της.
Στη σηµερινή κρίση η οργανωτική και πολιτική αυτοτέλεια της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, ταυτόχρονα µε την ενιαιοµετωπική τακτική στο κίνηµα, είναι πιο αναγκαία από ποτέ. Ας µη σπαταλάµε την πραγµατική δυναµική του αντικαπιταλιστικού χώρου σε αδιέξοδες διαπραγµατεύσεις που απειλούν να µονοπωλήσουν την πολιτική ατζέντα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και να αδρανοποιήσουν το δυναµικό της.