Χρήστος Κρανάκης
(φωτογραφία του Μάριου Λώλου)
Οι πραγματικές νίκες απέναντι στο τέρας του φασισμού επιτυγχάνονται μέσα στους ίδιους τους κόλπους της νεολαίας
Αν ο αντιφασιστικός αγώνας θα πρέπει να αποτελεί χρέος κάθε δημοκρατικού ανθρώπου, στους κόλπους της νεολαίας αυτό το χρέος ανάγεται σε επιτακτική ανάγκη. Αν η ακροδεξιά ανέκαθεν είχε τη δυνατότητα να κολυμπάει σε θολά νερά, να εκμεταλλεύεται καταστάσεις και ως εκ τούτου να διαχέει το δηλητήριο της στους κόλπους της κοινωνίας, η νεολαία σίγουρα αποτελεί μία από τις πιο θελκτικές κατηγορίες για διασπορά των φασιστικών ιδεών. Τα ιδιαίτερα ιδιοσυγκρασιακά της χαρακτηριστικά όπως ο αυθορμητισμός, η μικρή της εμπειρία και η σχετικά εύπλαστη συνείδησή της, αναδεικνύουν τη νέα γενιά, ίσως και τον πρώτο «στόχο» παρέμβασης της ακροδεξιάς προπαγάνδας. Χωρίς να υπάρχει ανάγκη να ανατρέξουμε σε ιστορικές αναλύσεις, ας σημειώσουμε πως –σύμφωνα με έρευνες– στις τοπικές εκλογές του 2014 το ηλιακό στρώμα 18-24 στήριξε τη Χρυσή Αυγή σε ποσοστό 11,3 %, χαρίζοντάς της το μεγαλύτερο ποσοστό από κάθε άλλη άλλη ηλιακή κατηγορία. Επιπλέον, η διείσδυση των οργανωμένων φασιστικών δυνάμεων σε μαζικούς χώρους της νεολαίας –γήπεδα, γυμναστήρια, πολυσύχναστες πλατείες– ειδικότερα στην επαρχία, αποτελεί κοινή παραδοχή.
Για να ανατραπεί αυτή η πραγματικότητα και να απελευθερωθεί η νέα γενιά από τον κίνδυνο της φασιστικής προπαγάνδας, χρειάζεται πέρα από την «παραδοσιακή» αντιφασιστική πάλη του εργατικού-λαϊκού κινήματος, να αναδειχθεί η αναγκαιότητα και να παγιωθεί η δυνατότητα η ίδια η νεολαία να οργανώνεται και να αντιμάχεται τη φασιστική απειλή μέσα στους ίδιους χώρους κοινωνικοποίησής της. Η μάχη για να μην χαρίσουμε μαζικά πεδία συνεύρεσης στους φασίστες περνάει μέσα από την ανώτερη συσπείρωση αντιφασιστικών δυνάμεων σε κάθε επίπεδο της καθημερινότητας της νέας γενιάς. Ο συντονισμός των πολιτικών πρωτοποριών για την ανάπτυξη της αντιφασιστικής πάλης, παρότι αναγκαίος και θεμιτός, θα παραμείνει λειψός αν δεν συνοδευτεί από την «από τα κάτω» οργάνωση. Ζωτικό και αναπόσπαστο κομμάτι του αντιφασιστικού αγώνα, αποτελούν μάχες και πρωτοβουλίες που, συνειδητά ή ασυναίσθητα, πολλές φορές υποτιμούνται από τον χώρο της οργανωμένης Αριστεράς. Παρόλα αυτά, οι πραγματικές νίκες απέναντι στο τέρας του φασισμού επιτυγχάνονται μέσα στους ίδιους τους κόλπους της νεολαίας. Συνεπώς, η μάχη για το πολιτικό περιεχόμενο μιας οργανωμένης εξέδρας, η ίδρυση λεσχών νεολαίας σε επαρχιακές πόλεις ή χωριά, η συγκρότηση κινήσεων μέσα σε ευρύτερα πολιτιστικά ρεύματα κ.α. αναδεικνύουν τις πραγματικές δυνατότητες τσακίσματος του φασισμού μέσα στη νεολαία.
Το στέριωμα των παραπάνω κινήσεων αποτελεί αναγκαία συνθήκη για την ευρύτερη ανάδραση μαζικών λαϊκών ακροατηρίων με την αντιφασιστική πάλη. Με σποραδικές αλλά δυναμικές αντιφασιστικές πρωτοβουλίες –που γεννιούνται ως ανάγκη σε κάθε κοινωνικό χώρο και σε κάθε στιγμή της καθημερινότητάς της νέας γενιάς– το αντιφασιστικό-αντιπολεμικό κίνημα μπορεί, με όρους κοινωνίας, να κάνει το έμπρακτο βήμα και να αναδειχθεί σε οργανικά συνδεδεμένη πλευρά ενός ευρύτερα λαϊκού κινήματος. Τότε είναι που οι αναγκαίες και αναβαθμισμένες μορφές αντιφασιστικής πάλης, ξεφεύγουν από τα χέρια των πολιτικών πρωτοποριών και μετατρέπονται σε συλλογικό-λαϊκό κτήμα. Προφανώς, η διαρκής προσπάθεια για συγκρότηση των παραπάνω όρων και προϋποθέσεων δεν θα συνοδευτεί από απραγία και ακινησία απέναντι στις φασιστικές συμμορίες. Πέρα από την αναγκαία ιδεολογική αντιπαράθεση με κάθε πτυχή της ακροδεξιάς σκέψης, με στόχο –όπως προαναφέρθηκε– την εμπέδωση αντιφασιστικών αισθημάτων πάλης πλατιά στη νεολαία, αναβαθμισμένη σημασία έχουν και οι οξυμένες μορφές αντιφασιστικής πάλης. Η αντιφασιστική περιφρούρηση όλων των κοινωνικών χώρων (πανεπιστήμια, χώροι δουλειάς, γειτονιές) μέσα από τη συσπείρωση όλων των αντιφασιστικών δυνάμεων (μαχόμενη αριστερά, αναρχία), με δημιουργία αντιφασιστικών στεκιών στις γειτονιές, συνελεύσεις σε πανεπιστήμια και χώρους δουλειάς, με προτάγματα υπέρ των προσφύγων, με διεθνιστική ταξική αλληλεγγύη προς κάθε καταπιεσμένο από όπου και αν προέρχεται. Δημιουργώντας μια κατάσταση μέσα στην οποία δεν θα δίνεται σπιθαμή γης στη μισαλλοδοξία και σε κανένα φασιστικό ιδεολόγημα.
Η σκληρή αλήθεια είναι, πως παρότι η αριστερά αναφέρεται –και καλά κάνει– στην αντιμετώπιση της φασιστικής προπαγάνδας και παραπληροφόρησης στη νέα γενιά, μικρή επαφή έχει με τα κομμάτια εκείνα που έρχονται σε επαφή με τον φασισμό — νεολαία που δεν σπουδάζει, επαρχία, λαϊκές-μικροαστικές γειτονιές. Η αποτροπή του φαινομένου δεν μπορεί να κριθεί μέσα από την ψηλάφηση «μεγαλειωδών» αντιφασιστικών σχεδίων και αναπαραγωγή επιθετικών συνθημάτων, εκτός αν τα παραπάνω συνοδευτούν από τη βούληση για μαζική παρέμβαση στη νέα γενιά και την αναγνώριση των πραγματικών αιτιών και ιδιαιτεροτήτων της κατάστασης.